Σημαντική θεωρούν 2 στους 3 Έλληνες καταναλωτές την προστασία του περιβάλλοντος, ωστόσο μόλις το 17% των καταναλωτών, είναι πρόθυμο να πληρώσει περισσότερα για προϊόντα των οποίων η παραγωγή δεν επιβαρύνει το περιβάλλον.
«Τα στοιχεία αυτά υπογραμμίζουν τόσο ένα κενό ανάμεσα στη δηλωμένη περιβαλλοντική στάση και στην πραγματική καταναλωτική συμπεριφορά, όσο και την επιβαρυμένη οικονομική κατάσταση του καταναλωτικού κοινού», σχολιάζει το Ινστιτούτο Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ) που δημοσίευσε τη σχετική έρευνα, με δείγμα 1.500 καταναλωτές από όλη την Ελλάδα.
Παράλληα, «φαίνεται ότι υπάρχει ένα έλλειμα στην περιβαλλοντική συνείδηση σε μεγάλες ομάδες του πληθυσμού, κάτι που ενδεχομένως να επηρεάσει μελλοντικές στρατηγικές και πρακτικές προστασίας του περιβάλλοντος», προσθέτει το ΙΕΛΚΑ.
Η έρευνα, η οποία πραγματοποιήθηκε το α’ τρίμηνο του 2025, αποτυπώνει τις στάσεις των καταναλωτών αναφορικά με την περιβαλλοντική τους συνείδηση και τις καταναλωτικές τους επιλογές, όπως αυτές σχετίζονται με την παραγωγή προϊόντων, τη συσκευασία και τη λιανική πώληση.
Τα ευρήματα της έρευνας
Αναλυτικότερα, σύμφωνα με την έρευνα, 2 στους 3 περίπου καταναλωτές θεωρούν σημαντικά τα θέματα περιβάλλοντος. Καταγράφεται προτίμηση για πρακτικές με μειωμένο περιβαλλοντικό αποτύπωμα, όπως η επιθυμία για λιγότερες πλαστικές συσκευασίες στα τρόφιμα (57%), επιθυμία για μείωση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων των προϊόντων που επιλέγουν (63%) και επιθυμία τα προϊόντα να παράγονται με φιλικές προς το περιβάλλον πρακτικές (65%).
Προτιμότερο το φθηνό
Ωστόσο, η θετική στάση δεν φαίνεται να μεταφράζεται σε ανάλογη αγοραστική συμπεριφορά. Μόλις το 17% των καταναλωτών, δηλαδή 1 στους 7 δηλώνει πρόθυμο να πληρώσει περισσότερο για προϊόντα των οποίων η παραγωγή δεν επιβαρύνει το περιβάλλον, ενώ το ίδιο ποσοστό δηλώνει πρόθυμο να πληρώσει για αγορές σε καταστήματα που δεν επιβαρύνουν το περιβάλλον.
Ενδεικτικό είναι ότι το 37% δηλώνει ότι ανάμεσα σε δύο ίδια προϊόντα από τα οποία το ένα δεν επιβαρύνει το περιβάλλον θα επέλεγαν πάντα το φθηνότερο.
Αρκετά υψηλότερα είναι τα ποσοστά των καταναλωτών σε θέματα προστασίας των ζώων με το 39% δηλώνει ότι θα πλήρωνε περισσότερο για προϊόντα που διασφαλίζουν τη μη κακοποίηση των ζώων.
To 11% θεωρεί ότι το νοικοκυριό του σπαταλά μεγάλη ποσότητα τροφίμων
Παράλληλα με την περιβαλλοντική στάση καταγράφεται και ένα κοινό με σχετικά χαμηλή σπατάλη τροφίμων, κάτι που δείχνει την ευαισθησία του κοινού σε οικονομικά θέματα και εμμέσως συμβάλει στην προστασία του περιβάλλοντος. Η αποφυγή της σπατάλης τροφίμων συμβάλλει στην προστασία του περιβάλλοντος, καθώς μειώνει την ανάγκη για υπερπαραγωγή, περιορίζει την κατανάλωση φυσικών πόρων (όπως νερό και ενέργεια) και μειώνει τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου που συνδέονται με την παραγωγή, τη μεταφορά και τη διάθεση των απορριπτόμενων τροφίμων.
Σύμφωνα με την έρευνα, σχεδόν τα μισά νοικοκυριά 59% δηλώνουν ότι πετούν ένα ποσοστό των τροφίμων που αγοράζουν, ενώ ένα επιπλέον 41% ισχυρίζεται ότι δεν πετά καθόλου τρόφιμα.
Επίσης, μόλις το 11% θεωρεί ότι το νοικοκυριό του σπαταλά μεγάλη ποσότητα τροφίμων, ενώ η απόρριψη τροφίμων κρίνεται ενοχικά σχεδόν από το σύνολο του κοινού (94%).
«Παρότι τα ποσοστά σπατάλης είναι συγκρατημένα, πρέπει να σημειωθεί ότι παραδοσιακά οι καταναλωτές τείνουν να υποεκτιμούν τη σπατάλη τους (παροχή κοινωνικά επιθυμητών απαντήσεων), ενώ ακόμα και αυτά τα χαμηλά ποσοστά αντιστοιχούν σε μεσοσταθμική σπατάλη τροφίμων η οποία φτάνει τα 40 κιλά ή πάνω από 150 ευρώ ανά νοικοκυριό τον χρόνο, ποσό που αντιστοιχεί περίπου στο 3,3% της συνολικής κατανάλωσης τροφίμων», σημειώνεται.
Όσον αφορά τα αίτια της σπατάλης, ένα σημαντικό ποσοστό 51% αποδίδει τη σπατάλη στην κακή διαχείριση των υπολειμμάτων φαγητού, ενώ το 33% δηλώνει ότι αγοράζει περισσότερα απ’ όσα χρειάζεται.