Η κατάσταση στην αγορά εργασίας στις ΗΠΑ έγινε προσφάτως αφορμή για να «ανάψει» ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, αποφασίζοντας να απομακρύνει από την θέση της την επικεφαλής του Γραφείου Στατιστικών Εργασίας, Έρικα ΜακΕντάρφερ, κατηγορώντας την για «μαγείρεμα».
Προηγήθηκαν τα ασθενέστερα από το αναμενόμενο στοιχεία για την απασχόληση που περιείχαν σημαντικές επί τα χείρω αναθεωρήσεις στα στοιχεία απασχόλησης του Μαΐου και του Ιουνίου. Οι αναθεωρήσεις αυτές καθώς δείχνουν ότι οι ΗΠΑ πρόσθεσαν σχεδόν 260.000 λιγότερες θέσεις εργασίας τον Μάιο και τον Ιούνιο από ό,τι είχε αρχικά αναφερθεί.
Κι αν η κατάσταση μοιάζει δύσκολη, θα μπορούσε να γίνει ακόμα χειρότερη, όπως προειδοποιεί μερίδα αναλυτών και οικονομολόγων στη Wall Street που πιστεύει ότι η αγορά εργασίας πιθανώς κινείται με «ταχύτητα απώλειας στήριξης».
Ο όρος αναφέρεται σε μια κατάσταση κατά την οποία καταγράφεται επιβράδυνση στη δημιουργία θέσεων εργασίας η οποία θα μπορούσε να επιταχύνει την διολίσθηση της αμερικανικής οικονομίας σε ύφεση.
Ανατροφοδότηση
Τότε θα έχουμε αγορά εργασίας τόσο αδύναμη που οι Αμερικανοί καταναλωτές θα αρχίσουν να μειώνουν τις δαπάνες, κάτι που θα πλήξει τις επιχειρήσεις και θα πυροδοτήσει ακόμη περισσότερες απολύσεις, όπως εξηγεί στο Business Insider ο Peter Berezin της BCA Research.
«Πρόκειται για έναν κύκλο ανατροφοδότησης», λέει χαρακτηριστικά. «Οι άνθρωποι νιώθουν νευρικοί, ξοδεύουν λιγότερα, οι φίλοι τους βλέπουν ότι τα μέλη της οικογένειάς τους ή οι φίλοι τους χάνουν τις δουλειές τους, οπότε ξοδεύουν λιγότερα, και το ένα φέρνει το άλλο».
Εάν τελικά δούμε αυτό το σενάριο, ο Berezin προβλέπει ότι το ποσοστό ανεργίας στις ΗΠΑ θα εκτοξευθεί στο 6%, από το 4,2% που είναι σήμερα. Το ποσοστό ανεργίας θα μπορούσε επίσης να παραμείνει υψηλό για περίπου ένα χρόνο, εκτιμάει, προτού η Fed αρχίσει να μειώνει τα επιτόκια και τονώσει ξανά τις προσλήψεις.
Παρόλο οι προβλέψεις του Berezin φέρουν τις πιο «μαύρες» αποχρώσεις, και άλλοι αναλυτές έχουν εντοπίσει ανησυχητικά σημάδια στην αγορά εργασίας.
Ομάδα οικονομολόγων της JPMorgan δήλωσε πρόσφατα ότι η ταχύτητα με την οποία «κινείται» η αγορά εργασία βρίσκεται στο ραντάρ της. Σε σημείωμα προς τους πελάτες, η εταιρεία επισήμανε τα άτονα στοιχεία για την απασχόληση και τα σχόλια του προέδρου της Fed, Τζερόμ Πάουελ, ο οποίος προχώρησε τον Ιούλιο σε μια ασυνήθιστη δήλωση προειδοποιώντας για τον κίνδυνο που ενέχουν «οι υψηλότερες απολύσεις και η αυξανόμενη ανεργία».
«Στην ομιλία του, ενίσχυσε την άποψή μας ότι η έκθεση για την ανεργία του Ιουλίου αντιπροσωπεύει μια προειδοποίηση για την επιβράδυνση της οικονομίας», δήλωσαν οι οικονομολόγοι της JPMorgan με επικεφαλής τον Μπρους Κάσμαν.
Αντίστοιχα, η Goldman Sachs δήλωσε επίσης ότι διακρίνει τον κίνδυνο η αγορά εργασίας να βρεθεί σε στασιμότητα, την οποία όρισε ως «έναν ρυθμό δημιουργίας θέσεων εργασίας αρκετά αδύναμο ώστε να προκαλέσει μια αυτοτροφοδοτούμενη αύξηση της ανεργίας», σε περίπτωση που η αύξηση του ΑΕΠ στην οικονομία παραμείνει αδύναμη.
Έρχεται ύφεση;
Η αγορά εργασίας των ΗΠΑ δεν αποτελεί ακριβώς ένα τέλειο παράδειγμα ανθεκτικότητας, σχολιάζει το BI. Ενώ το ποσοστό ανεργίας παραμένει κοντά σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, οι προσλήψεις έχουν επιβραδυνθεί σημαντικά το 2025 και αποδείχθηκαν πολύ ασθενέστερες από τις αναμενόμενες τους τελευταίους μήνες.
«Πλέον, αν τα στοιχεία του Αυγούστου είναι επίσης αδύναμα, τότε νομίζω ότι η συζήτηση περί ύφεσης θα επιστρέψει στο προσκήνιο», εκτιμάει ο Berezin προσθέτοντας ότι σε περίπτωση που η αγορά εργασίας εισέλθει σε αυτόν τον φαύλο κύκλο, η ύφεση είναι πρακτικά αναπόφευκτη. Για τον ίδιο υπάρχει 60% πιθανότητα η οικονομία των ΗΠΑ να εισέλθει σε ύφεση κάποια στιγμή τους επόμενους 12 μήνες.
«Βρισκόμαστε σε αυτή την ευάλωτη ζώνη όπου εάν η οικονομία πληγεί από κάποιο είδος σοκ, τότε είναι πολύ εύκολο να δούμε το ποσοστό ανεργίας να κινείται πραγματικά υψηλότερα με έναν τρόπο που ήταν πολύ πιο δύσκολο να φανταστεί κανείς πριν από μερικά χρόνια», σημειώνει. «Είναι κάπως δύσκολο να αποφευχθεί μια ύφεση όταν η ανεργία απλά δεν μπορεί να μειωθεί περαιτέρω».
Η Barclays βλέπει επίσης αυξημένο κίνδυνο ύφεσης τα επόμενα δύο χρόνια. Ενώ η βασική εκτίμηση της τράπεζας είναι ότι οι ΗΠΑ θα αποφύγουν μια ύφεση, οι οικονομολόγοι της εκτίμησαν ότι η οικονομία αντιμετωπίζει περισσότερες από 33% πιθανότητες να εισέλθει σε ύφεση μέχρι τα μέσα του 2026 και περισσότερες από 50% πιθανότητες αυτό να συμβεί μέχρι τα μέσα του 2027.
Οι περισσότεροι αναλυτές στη Wall Street αναμένουν γενικά ότι οι ΗΠΑ θα αποφύγουν την ύφεση, αλλά οι προοπτικές θα εξαρτηθούν από το πόσο ισχυρά θα είναι τα εκάστοτε οικονομικά στοιχεία.