Το Αμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο στην Κίνα δημοσίευσε πρόσφατα μια έρευνα που αποδεικνύει ότι, παρά τις πιέσεις από τις εμπορικές προστριβές μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ, οι περισσότερες αμερικανικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην Κίνα δεν έχουν πρόθεση να αποχωρήσουν από την κινεζική αγορά.
Η έρευνα αποκαλύπτει ένα σημαντικό γεγονός ότι υπό το περίπλοκο διεθνές περιβάλλον, οι αμερικανικές επιχειρήσεις στην Κίνα εξακολουθούν να λαμβάνουν αποφάσεις με λογική πραγματισμού εστιάζοντας στην αγορά και στην αποδοτικότητα.
Διαθέτοντας το πιο ολοκληρωμένο βιομηχανικό σύστημα στον κόσμο με πλήρως ανεπτυγμένες υποδομές καθώς και ένα υψηλά αποδοτικό και προηγμένο δίκτυο εφοδιαστικής, η Κίνα προσφέρει ένα πλεονέκτημα ενσωμάτωσης συστημάτων το οποίο είναι δύσκολο να ανταγωνιστούν οι άλλες χώρες.
Παράλληλα, σε συνδυασμό με την τεράστια εγχώρια καταναλωτική αγορά, τη διαρκώς αναβαθμιζόμενη καταναλωτική δομή καθώς και το αυξανόμενο δυναμικό κατανάλωσης, η Κίνα παρέχει τη σταθερή υποστήριξη της ζήτησης για τις πολυεθνικές επιχειρήσεις, καθιστώντας «τοπική παραγωγή και τοπική πώληση» τη σημαντική στρατηγική που ευνοεί τη βελτίωση της ποιότητας και της αποδοτικότητας, την προσέγγιση των πελατών και την επίτευξη βιώσιμης ανάπτυξης για τις διεθνή επιχειρήσεις.
Το καινοτομικό σύστημα της Κίνας ενισχύεται διαρκώς, παρέχοντας νέα κινητήρια δύναμη για την τεχνολογική αναβάθμιση των διεθνών επιχειρήσεων.
Τα τελευταία έτη, με τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας στο εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό και στις ευνοϊκές πολιτικές καινοτομίας, η Κίνα έχει γίνει έναν από τους σπουδαιότερους προορισμούς παγκοσμίως για επενδύσεις σε Έρευνα και Ανάπτυξη.
Πλήθος αμερικανικών επιχειρήσεων δεν θεωρεί πλέον την Κίνα ως ένα απλό παραγωγικό κέντρο. Περαιτέρω, ιδρύει ερευνητικά και τεχνολογικά κέντρα εντός
της χώρας, συμμετέχοντας ενεργά στο τοπικό οικοσύστημα καινοτομίας και προωθώντας τη συνεργατική έρευνα και τη σύγκλιση τεχνολογιών.
Η Κίνα προωθεί με σταθερότητα το θεσμικό άνοιγμα επιδιώκοντας τη συνεχή βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος.
Αφενός, ενισχύει τη διαφάνεια της αγοράς και την προβλεψιμότητα των πολιτικών της, ανταποκρινόμενη ενεργά στις ανησυχίες των ξένων επενδυτών, προχωρώντας εν συνέχεια στη μείωση της αρνητικής λίστας πρόσβασης των ξένων κεφαλαίων.
Αφετέρου, επιταχύνει την κατασκευή πολλών ανοιχτών πλατφορμών όπως οι εθνικές ζώνες οικονομικής και τεχνολογικής ανάπτυξης, οι πιλοτικές ζώνες ελεύθερου εμπορίου και το Λιμάνι Ελεύθερου Εμπορίου στη νήσο Χαϊνάν, προσφέροντας στους ξένους επενδυτές περισσότερα θεσμικά κίνητρα και πολιτικές εγγυήσεις.
Μια σειρά στοχευμένων πολιτικών ανοίγματος και ποικίλων ανοικτών πλατφορμών αποφέρουν περισσότερες ευκαιρίες ανάπτυξης για τις ξένες επιχειρήσεις.
Στη σημερινή συγκυρία, η παγκόσμια οικονομία αντιμετωπίζει πολλαπλές προκλήσεις που προκύπτουν από την οικονομική ανάκαμψη και τις δομικές προσαρμογές.
Περισσότερο από ποτέ, οι επιχειρήσεις ανά τον κόσμο έχουν ανάγκη από ένα σταθερό και ανοιχτό διεθνές οικονομικό και εμπορικό περιβάλλον.
Οι αμερικανικές επιχειρήσεις αντιλαμβάνονται πλήρως ότι η εσκεμμένη «αποσύνδεση» όχι μόνο αντιβαίνει στους κανόνες της αγοράς, αλλά και υπονομεύει τη δική τους ανταγωνιστικότητα στο παγκόσμιο πεδίο.
Η Ουάσιγκτον οφείλει να συνειδητοποιήσει ότι, αντί να εξαντλείται σε μια αντιπαράθεση μηδενικού αθροίσματος, είναι προτιμότερο να επιστρέψει στον «πραγματισμό» και τον ορθολογισμό, προωθώντας την αμοιβαία επωφελή συνεργασία και διαμορφώνοντας βιώσιμες αναπτυξιακές προοπτικές για τις δικές της επιχειρήσεις.