Skip to main content

Γιατί το πετρέλαιο δεν έχει ακόμη «απογειωθεί»

REUTERS/Alexander Manzyuk

Τα τρία ερωτήματα, που από την απάντησή τους, θα φανεί και το μέλλον της σύγκρουσης

Η αγορά πετρελαίου, όπως και η παγκόσμια οικονομία, κρατάει την ανάσα της, καθώς ο πόλεμος μεταξύ Ισραήλ και Ιράν συνεχίζεται και βυθίζει τη Μέση Ανατολή στη μεγαλύτερη αβεβαιότητα.

Το brent διαπραγματεύεται στα 74.54 δολάρια το βαρέλι καταγράφοντας αύξηση 1.79%  και το αμερικανικό αργό στα 72.90, με άνοδο 1,57%.

«Ο “Βασιλιάς πετρέλαιο” εξακολουθεί να αποτελεί βασικό μοχλό των αγορών και σήμερα όλα τα βλέμματα είναι στραμμένα στο Στενό του Ορμούζ, τον ζωτικής σημασίας θαλάσσιο αγωγό που συνδέει τον Κόλπο με τον Ινδικό Ωκεανό και μέσω του οποίου, καθημερινά, διέρχονται κάπου 20 εκατομμύρια βαρέλια αργού πετρελαίου με δεξαμενόπλοια», τονίζουν παράγοντες της αγοράς ενέργειας.

Μέχρι σήμερα, μετά την μεγάλη άνοδο της περασμένης Παρασκευής κατά 7%, οι τιμές του πετρελαίου είχαν παραμείνει σχετικά σταθερές. Τα Brent και το αμερικανικό αργό υποχώρησαν χθες, περίπου 5% , για να αυξηθούν σήμερα.

Πάντως, μέχρι στιγμής δεν έχει υπάρξει παγκόσμιο ενεργειακό σοκ. Ο λόγος για αυτό είναι απλός: οι φορείς εκμετάλλευσης υποτιμούν τον γεωπολιτικό κίνδυνο εδώ και αρκετό καιρό και με το ξέσπασμα του πολέμου σφίγγουν τα δόντια τους, εστιάζοντας, προς το παρόν, μόνο σε μία παράμετρο: την αξιολόγηση του κατά πόσον η διακίνηση αργού πετρελαίου μέσω του Στενού του Ορμούζ θα συνεχιστεί ή όχι.

Τρία ερωτήματα

Αυτό είναι και ένα από τα τρία μεγάλα ερωτήματα, που από την απάντησή τους, θα φανεί και το μέλλον της σύγκρουσης.

Το δεύτερο ερώτημα είναι αν μπορεί ο πόλεμος Ιράν –Ισραήλ να προκαλέσει παγκόσμιο σοκ στον ενεργειακό εφοδιασμό. Και το τρίτο ερώτημα είναι αν θα επηρεάσει τις στρατηγικές του ΟΠΕΚ στον πετρελαϊκό τομέα.

Το Ιράν παράγει περίπου 3,3 εκατομμύρια βαρέλια αργού πετρελαίου ημερησίως, εκ των οποίων τα δύο εκατομμύρια εξάγονται.

Διαχειρίσιμη κρίση

Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας εκτιμά την παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου στα 103,9 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα. Ταυτόχρονα, η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα φέρονται να είναι σε θέση να αυξήσουν γρήγορα την παραγωγή τους κατά περισσότερα από 3,5 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα. Αυτό σημαίνει ότι ακόμη και μια σοβαρή διαταραχή της ιρανικής παραγωγής πετρελαίου θα ήταν πιθανώς διαχειρίσιμη για την παγκόσμια αγορά.

Σύμφωνα με τον Στίβεν Ινς, αναλυτή της SPI Asset Management, το γεγονός ότι το πετρέλαιο και, κατά συνέπεια, οι χρηματιστηριακές αγορές δεν βρίσκονται ακόμη σε «κατάσταση πανικού» οφείλεται επίσης στο γεγονός ότι το Στενό του Ορμούζ, παραμένει ανοιχτό. Επιπλέον, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έχουν ακόμη παρέμβει ενεργά στον πόλεμο. Ο Αμερικανός πρόεδρος άλλοτε εμφανίζεται έτοιμος να εμπλέξει άμεσα τις ΗΠΑ στον πόλεμο και άλλοτε ανοίγει το παράθυρο της διπλωματίας.

Μπορεί επίσης να είναι καθησυχαστικό το γεγονός ότι το Ισραήλ δεν φαίνεται να στοχεύει τις ιρανικές εξαγωγές, οι οποίες κατευθύνονται κυρίως στην Κίνα. Οι πετρελαϊκοί στόχοι που πλήττει το Ισραήλ, αφορούν κυρίως τον εγχώριο εφοδιασμό του Ιράν και όχι η ικανότητα της χώρας να εξάγει το πετρέλαιό της.

Σύμφωνα με τους Financial Times, το Ισραήλ επαναλαμβάνει τις τακτικές του από πέρυσι στον Λίβανο: τη στοχευμένη εξόντωση βασικών Ιρανών στρατιωτικών διοικητών, την καταστροφή συστημάτων επικοινωνιών και τις αδιάκοπες αεροπορικές επιδρομές σε προεπιλεγμένους στόχους.

Σύμφωνα με τους ειδικούς, η άνοδος των τιμών του πετρελαίου μετά τις πρώτες ισραηλινές επιθέσεις αντανακλούσε την ευρεία ανησυχία ότι η σύγκρουση θα μπορούσε να κλιμακωθεί σε σημείο που η Τεχεράνη θα προσπαθούσε να κλείσει το Στενό του Ορμούζ για τα δεξαμενόπλοια ή ακόμα και να επιτεθεί στις πετρελαϊκές εγκαταστάσεις των γειτόνων της.

Η έκταση της απειλής

Το πόσο ρεαλιστική είναι αυτή η απειλή φαίνεται δύσκολο να εκτιμηθεί. Ακόμη και σε προηγούμενες συγκρούσεις, το Ιράν δεν έχει φτάσει στο σημείο να αποκλείσει πλήρως το Στενό του Ορμούζ. Ωστόσο, το θεοκρατικό καθεστώς έχει δείξει στο παρελθόν ότι όταν αισθάνεται απειλούμενο, είναι πρόθυμο να ανεβάσει τα στοιχήματα διασφαλίζοντας ότι και άλλοι θα επωμιστούν το κόστος.

Το 2019, για παράδειγμα, όταν Τραμπ, στην πρώτη του θητεία, εφάρμοσε την πολιτική μέγιστης πίεσης κατά του Ιράν και επέβαλε κύματα κυρώσεων κατά της χώρας, η Τεχεράνη κατηγορήθηκε για επιθέσεις δολιοφθοράς σε δεξαμενόπλοια στον Κόλπο και για επιθέσεις με πυραύλους και μη επανδρωμένα αεροσκάφη που έπληξαν την καρδιά των πετρελαϊκών υποδομών της Σαουδικής Αραβίας, μειώνοντας προσωρινά το ήμισυ της παραγωγής αργού πετρελαίου του Ριάντ.

Πρόσφατα, ωστόσο, το Ιράν φαίνεται να βρίσκεται σε μια πορεία προσέγγισης με τους Άραβες γείτονές του. Η Τεχεράνη και το Ριάντ αποκατέστησαν τις διπλωματικές τους σχέσεις το 2023 βάσει συμφωνίας που επιτεύχθηκε με τη μεσολάβηση της Κίνας.