Skip to main content

Όταν οι νεκροί «ανασταίνουν» την τοπική οικονομία

Οι νεκροί του πολέμου φέρνουν απροσδόκητα κέρδη στις φτωχότερες περιοχές της Ρωσίας

Η Τουβά είναι μια ρωσική φτωχή περιοχή στα σύνορα με τη Μογγολία, που ως το 1911 ανήκε στην Κίνα. Οι περισσότεροι κάτοικοι είναι αυτόχθονες Τουβά – ένα βουδιστικό μογγολικό – τουρκικό φύλο – και είναι πιστοί στον Δαλάι Λάμα.

Κοντά στην Τουβά βρίσκεται η Ουστ-Ορντά Μπουργιατία, μια άλλη φτωχή περιοχή της νότιας Σιβηρίας.

Τι κοινό έχουν οι δύο ρωσικές περιοχές; Έχουν δώσει πολλούς στρατιώτες για τον πόλεμο στην Ουκρανία. Με το …αζημίωτο βέβαια!

Όταν ξεκίνησε η ρωσική εισβολή, όσοι δήλωναν εθελοντές και στρατεύονταν, λάμβαναν από 200.000 έως 600.000 ρούβλια από το υπουργείο Άμυνας, μόνο για την υπογραφή της «συμφωνίας στρατολόγησης», δηλαδή το αντίστοιχο ποσό των 2.000 έως 6.000 ευρώ.

Σύμφωνα με το γερμανικό περιοδικό «Spiegel», αυτό το «μπόνους» ανέρχεται πλέον σε 700.000 ρούβλια. Στην Τούβα αυτό αντιστοιχούσε σε 13 φορές τον μέσο μηνιαίο μισθό το 2022.

«Η επιστράτευση  του Σεπτεμβρίου 2022 έριξε εκατοντάδες χιλιάδες ρούβλια σε τραπεζικούς λογαριασμούς στις φτωχότερες περιοχές της Ρωσίας», διαπιστώνει η Φινλανδική Κεντρική Τράπεζα.

Σύμφωνα με την ανάλυση, μετά την έναρξη της ρωσικής επιστράτευσης τον Σεπτέμβριο του 2022, οι τραπεζικές καταθέσεις αυξήθηκαν κατά 53% στην Τουβά. Εκτός από την Τουβά, οι τραπεζικές καταθέσεις αυξήθηκαν σημαντικά και σε άλλες φτωχές αγροτικές περιοχές. Η Τσετσενία κατέγραψε αύξηση 30% και η Ουστ-Ορντά Μπουργιατία 33%.

Η βάση για την αξιολόγηση είναι οι μηνιαίες εκθέσεις που δημοσιεύει η Ρωσική Κεντρική Τράπεζα για τις τραπεζικές καταθέσεις.

Φυσικά, δεν υπάρχουν σαφείς αποδείξεις ότι η καταγεγραμμένη αύξηση των τραπεζικών καταθέσεων μπορεί να αποδοθεί σε πληρωμές από το Υπουργείο Άμυνας. Ωστόσο, οι «πρόσθετες πληρωμές που σχετίζονται με τον πόλεμο» είναι ο πιο εύλογος λόγος για την αύξηση.

«Μακάβρια αύξηση πλούτου»

Τον Αύγουστο του 2023, ο ρώσος οικονομολόγος Βλαντισλάβ Ινοζέμτσεφ εξήγησε σε συνέντευξή του στο γερμανικό δίκτυο ntv.de ότι οι μισθοί των Ρώσων στρατιωτών είχαν αυξηθεί σημαντικά σε σχέση με την πρώτη επιστράτευση  για την εισβολή στην Ουκρανία το φθινόπωρο του 2022.

Το «Spiegel» κάνει λόγο ακόμη και για μακάβρια έκρηξη πλούτου. «Ο λόγος για αυτό είναι ο υψηλός αριθμός στρατολόγησης από αυτές τις φτωχές περιοχές, σε συνδυασμό με τις σημαντικές αυξήσεις στους μισθούς και τις πληρωμές αποζημιώσεων από το υπουργείο Άμυνας σε περίπτωση τραυματισμού ή θανάτου», εξηγεί ο Ινοζέμτσεφ.

Η συμβολή των νεκρών στρατιωτών

«Οι νεκροί του πολέμου φέρνουν απροσδόκητα κέρδη στις φτωχότερες περιοχές της Ρωσίας», τονίζει ο ρώσος οικονομολόγος. «Οι γιοι, τα αδέρφια και οι σύζυγοί τους πεθαίνουν στην Ουκρανία, αλλά αυτό σημαίνει βέβαια πολλά βάσανα και πόνο, αλλά και πολλά χρήματα για τους συγγενείς τους στη Ρωσία», λέει.

Σε περίπτωση θανάτου, οι οικογένειες των στρατιωτών επιχορηγούνταν αρχικά με τρία εκατομμύρια ρούβλια, δηλαδή 30.000 ευρώ, για κάθε νεκρό. Σύμφωνα με την ανάλυση της Κεντρικής Τράπεζας της Φινλανδίας, αυτή η αποζημίωση ανέρχεται σήμερα σε πέντε εκατομμύρια ρούβλια, δηλαδή 50.000 ευρώ, αν και αυτό το ποσό δεν καταβάλλεται σε όλες τις περιπτώσεις.

«Deathnomics»

Για τον λόγο αυτόν, ο οικονομολόγος Ινοζέμτσεφ κάνει λόγο και για «deathnomics» δηλαδή για «οικονομία θανάτου».

Σύμφωνα με ανεπίσημα στοιχεία, συνολικά περισσότεροι από 45.000 ρώσοι στρατιώτες έχουν πεθάνει στην Ουκρανία. Επομένως, το κόστος για τη Μόσχα είναι τεράστιο.

«Οι φτωχότερες περιοχές της Ρωσίας επωφελούνται πάντως οικονομικά αυτή τη στιγμή, επειδή «ο θάνατος είναι η πιο προσοδοφόρα χρήση της ζωής», όπως λέει τώρα ο Ινόζεμτσεφ στο «Spiegel». Όταν ρωτήθηκε για πόσο καιρό η Ρωσία θα μπορούσε να συνεχίσει αυτή τη μορφή των «οικονομικών του θανάτου» είπε: «Για αρκετό καιρό. Είναι καθαρά θέμα τιμής. Εάν η κυβέρνηση αυξήσει τις πληρωμές, πολλοί Ρώσοι θα το επιλέξουν. Έχουν επιστρατευθεί 300.000 άνδρες. Σε σύγκριση με τον πληθυσμό των 145 εκατομμυρίων ανθρώπων, ο αριθμός αυτός είναι μικρός. Με υψηλότερες πληρωμές, το Κρεμλίνο σίγουρα μπορεί εύκολα να επιστρατεύσει άλλα 500.000 ή 600.000 άτομα.