Με «όχημα» βασικούς κλάδους της ελληνικής οικονομίας επετεύχθη το νέο ρεκόρ στην αθροιστική κερδοφορία των εισηγμένων του Χρηματιστηρίου Αθηνών.
Τράπεζες, βιομηχανία και κατασκευές αναδείχθηκαν, μεταξύ άλλων, σε «στυλοβάτες» της ιστορικής επίδοσης των εταιρειών για τη χρήση του 2024, η οποία μην ξεχνάμε ότι διαμορφώθηκε σε 11,5 δισ. ευρώ, ξεπερνώντας τόσο τη χρήση του 2023 (10,5 δισ. ευρώ) όσο και τη χρήση του 2007 (11,3 δισ. ευρώ), η οποία μέχρι και πρότινος κρατούσε τα «ηνία» της καλύτερης χρονιάς.
Φυσικά, αυτό το εντυπωσιακό αποτέλεσμα συνιστά απόρροια της ανθεκτικής δυναμικής του ελληνικού ΑΕΠ, των γενναιόδωρων κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης αλλά και της ωρίμανσης των επενδύσεων των προηγούμενων ετών, οι οποίες ήρθαν να εξισορροπήσουν τις όποιες αρνητικές επιπτώσεις από τις διακυμάνσεις σε μια σειρά κρίσιμων παραγόντων, όπως για παράδειγμα είναι το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας.
Ταυτόχρονα, η κερδοφορία – ρεκόρ του 2024 μπορεί να λειτουργήσει και ως «πανοπλία» στις τρέχουσες προκλήσεις, οι οποίες συνδέονται με το ζήτημα των εμπορικών δασμών.
Οι «πρωταγωνιστές»
Από την επεξεργασία των στοιχείων της «Ν», προκύπτει το συμπέρασμα ότι ένα αξιοσημείωτο μερίδιο για τη βελτίωση των οικονομικών μεγεθών πιστώνεται στον τραπεζικό κλάδο, ο οποίος είδε τα καθαρά κέρδη να φθάνουν στα 4,7 δισ. ευρώ, καταγράφοντας άνοδο κατά +8,3% σε σχέση με το 2023 (4,3 δισ. ευρώ).
Πρόκειται για ένα ποσοστό, το οποίο σε απόλυτους αριθμούς ξεπερνά τα 361 εκατ. ευρώ και το οποίο έρχεται ως επισφράγισμα του ολικού comeback του τομέα. Μάλιστα, το παραπάνω νούμερο είναι ακόμη μεγαλύτερο και διαμορφώνεται στα 4,8 δισ. ευρώ, αν λάβουμε υπόψη αποκλειστικά τις 4+1 συστημικές τράπεζες (Eurobank, ETE, Πειραιώς, Alpha, Κύπρου).
Από εκεί και πέρα, οι μη τραπεζικές εισηγμένες κατέγραψαν καθαρή κερδοφορία 6,8 δισ. ευρώ, η οποία είναι αυξημένη κατά +12,2% σε σχέση με το προηγούμενο έτος χρήσης (6,1 δισ. ευρώ). Ακόμη κι αν αφαιρέσουμε τα έκτακτα έσοδα, τα οποία εν μέρει μπορούν να παραμορφώσουν την πραγματική εικόνα των θεμελιωδών μεγεθών, η λειτουργική κερδοφορία (EBITDA) των μη χρηματοπιστωτικών εταιρειών κατάφερε να βελτιωθεί κατά +5% και να υπερβεί τα 14,7 δισ. ευρώ (από 14,0 δισ. ευρώ το 2023), σε μια ένδειξη των ανθεκτικών επιδόσεων για την πλειονότητα των εισηγμένων. Όσον αφορά τον τζίρο, ας σημειωθεί ότι ανήλθε σε 97,5 δισ. ευρώ (+3,7%).
Από την πλευρά του, ο κλάδος της βιομηχανίας, όπως αυτός αποτυπώνεται στις συμμετέχουσες εταιρείες του δείκτη FTSE IN, εμφάνισε καθαρή κερδοφορία άνω του 1,4 δισ. ευρώ, βελτιωμένη κατά τουλάχιστον +65% σε σχέση με το 2023 (854 εκατ. ευρώ). Αναμφίβολα, η εξομάλυνση του κόστους ενέργειας διαδραμάτισε καίριο ρόλο στη βελτίωση των μεγεθών της ελληνικής βιομηχανίας, η οποία φαίνεται ότι αποκτά μια «γερή βάση εκκίνησης» για τη χρήση του 2025.
Όσον αφορά τις κατασκευές, οι οποίες παρουσίασαν τη μεγαλύτερη ποσοστιαία αύξηση σε ετήσια βάση, η καθαρή κερδοφορία υπερέβη τα 920 εκατ. ευρώ έναντι 232 εκατ. ευρώ το προηγούμενο έτος. Αυτό μεταφράζεται σε μια μεταβολή της τάξης του 296%. Τα μεγάλα έργα υποδομών, η προσαρμογή του κλάδου, αλλά και η επέκταση σε παρεμφερείς δραστηριότητες είχαν καθοριστικό ρόλο στα «φουσκωμένα» μεγέθη, στα οποία φυσικά θα πρέπει να σημειώσουμε ότι συμπεριλαμβάνονται και τα έκτακτα κέρδη της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ από την πώληση της Tέρνα Ενεργειακή στη Masdar.
Στον αντίποδα, οι εισηγμένες από τον κλάδο της ενέργειας και κοινής ωφέλειας είδαν την καθαρή κερδοφορία να περιορίζεται κατά σχεδόν -50% και να διαμορφώνεται σε 1,2 δισ. ευρώ (από 2,4 δισ. ευρώ το 2023). Η έκτακτη φορολόγηση στα κέρδη των δύο διυλιστηρίων, όπως και η αισθητή μείωση των περιθωρίων διύλισης ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό σ’ αυτήν την υποχώρηση, αν και ομολογουμένως θα ήταν πολύ δύσκολο να επαναληφθούν οι επιδόσεις των προηγούμενων ετών.
Επίσης, πτώση της τάξης του -11% εμφάνισε η κερδοφορία στον τομέα του τουρισμού, η οποία ανήλθε σε 489,1 εκατ. ευρώ από 553,8 εκατ. ευρώ το 2023.
Τι μας λένε οι αριθμοί;
Από την επεξεργασία των στοιχείων μπορούμε να εξάγουμε ορισμένα πολύ χρήσιμα συμπεράσματα, τα οποία βοηθούν στο να ερμηνεύσουμε καλύτερα τον μεγάλο όγκο των οικονομικών δεδομένων. Ας σταχυολογήσουμε μερικά απ’ αυτά:
- Από 132 εισηγμένες του Χ.Α., μόλις το 15,1% (ή αλλιώς 20 εταιρείες) είχε αρνητικό αποτέλεσμα στην τελική γραμμή, με τις αθροιστικές ζημιές των «20» να υπολογίζονται σε -376,2 εκατ. ευρώ. Την ίδια στιγμή, η συντριπτική πλειοψηφία (84,9% ή αλλιώς 112 εταιρείες) κατάφερε να πετύχει θετική κερδοφορία.
- Από το σύνολο των εισηγμένων, οι περισσότερες (το 60% ή αλλιώς 80 εταιρείες) κατάφεραν να βελτιώσουν τα οικονομικά μεγέθη, είτε μέσω της αύξησης της κερδοφορίας είτε μέσω του περιορισμού των ζημιών. Οι υπόλοιπες είδαν την κερδοφορία να μειώνεται ή τις ζημιές να διευρύνονται.
- Συνολικά πέντε εισηγμένες κατάφεραν να «σβήσουν» τις απώλειες του 2023 και να «γυρίσουν» σε θετική κερδοφορία. Από την άλλη πλευρά, ακόμη πέντε εισηγμένες έκαναν την αντίστροφη κίνηση, βλέποντας τα κέρδη του 2023 να μετατρέπονται σε ζημιές το 2024.
- Η κερδοφορία για τη χρήση του 2024 ήταν η υψηλότερη όλων των εποχών, καθώς ξεπέρασε τόσο την επίδοση του 2023 (10,5 δισ. ευρώ), όσο και την επίδοση του 2007 (11,3 δισ. ευρώ), η οποία μέχρι και πρότινος «κρατούσε» το ιστορικό υψηλό. Μάλιστα, αυτό επετεύχθη χωρίς να υπάρξει αντίστοιχο ρεκόρ σε επίπεδο τζίρου, γεγονός που αποτυπώνει τη βελτίωση των περιθωρίων κερδοφορίας στο σύνολο των εισηγμένων.
(Τα παραπάνω αποτελούν προϊόν δημοσιογραφικής έρευνας και δεν συνιστούν προτροπή για αγορά, πώληση ή διακράτηση οποιασδήποτε μετοχής)