Δέκα χρόνια συμπληρώθηκαν από τη δραματική κορύφωση της ελληνικής κρίσης χρέους και το δημοψήφισμα του Ιουλίου 2015, μια στιγμή που συγκλόνισε τις αγορές και έθεσε σε δοκιμασία τη συνοχή της Ευρωζώνης.
Με αφορμή την επέτειο, οι Financial Times επανεξετάζουν την πορεία της Ελλάδας από το χείλος της εξόδου έως την οικονομική ανάκαμψη.
Από την άρνηση στην «kolotoumba»
Το δημοψήφισμα που προκήρυξε η κυβέρνηση Τσίπρα, ζητώντας από τους πολίτες να απορρίψουν τους όρους του νέου μνημονίου, θεωρήθηκε από πολλούς το αποκορύφωμα μιας πολιτικής τακτικής υψηλού ρίσκου.
Ο τότε πρωθυπουργός, εξελέγη στις αρχές του 2015 υποσχόμενος ρήξη με την τρόικα και τον μονόδρομο της λιτότητας. Ο υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης προέβαλε τη θέση ότι οι Ευρωπαίοι εταίροι δεν θα τολμούσαν να αφήσουν την Ελλάδα να καταρρεύσει. Ωστόσο, το «όχι» του δημοψηφίσματος οδήγησε σε κλείσιμο τραπεζών και επαναφορά σε βαθιά ύφεση.
Μέσα σε λίγες ημέρες υπεγράφη νέο και αυστηρότερο πρόγραμμα. Ήταν αυτό που ο διεθνής Τύπος χαρακτήρισε «kolotoumba». Ο Βαρουφάκης απομακρύνθηκε, αλλά το πολιτικό και οικονομικό κόστος ήταν ήδη βαρύ.
Ο κεντρικός τραπεζίτης Γιάννης Στουρνάρας, όπως θυμίζουν οι FT, έχει υπολογίσει ότι η «διαπραγμάτευση Βαρουφάκη» κόστισε 85 δισ. ευρώ σε όρους επιδείνωσης της θέσης του ελληνικού χρέους». Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά ο πρώην Επίτροπος Μοσκοβισί, «ο Βαρουφάκης δεν μπήκε ποτέ σε διαπραγματευτική λογική».
Η μακρά διαδρομή της ανάκαμψης
Μετά την κρίσιμη καμπή του 2015, η Ελλάδα μπήκε σε τροχιά συμμόρφωσης. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ υλοποίησε μέχρι τέλους το τρίτο μνημόνιο, επαναφέροντας σταδιακά την εμπιστοσύνη. Το 2017 η χώρα επανήλθε στις αγορές, ενώ το 2019 η άνοδος της Νέας Δημοκρατίας στην εξουσία επιτάχυνε τις μεταρρυθμίσεις και την ανάπτυξη, σημειώνουν οι FT.
Σήμερα, η Ελλάδα παρουσιάζει πρωτογενές πλεόνασμα 4,8% και μειούμενο δημόσιο χρέος. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δηλώνει στη βρετανική εφημερίδα: «Μπορεί να χάσαμε το 25% του ΑΕΠ, αλλά καταφέραμε να αποφύγουμε την κοινωνική κατάρρευση και να επιστρέψουμε σε τροχιά ανάπτυξης».
Η χώρα ψηφιοποίησε μεγάλο μέρος του δημοσίου, περιόρισε τη φοροδιαφυγή και εξυγίανε τον τραπεζικό κλάδο. Στήριξε την ανανεώσιμη ενέργεια και προσέλκυσε επενδύσεις, όπως το data center της Microsoft (που όμως ακόμα εκκρεμεί).
Οι πληγές που μένουν ανοιχτές
Παρά την πρόοδο, τονίζουν οι FT, τα προβλήματα παραμένουν. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ είναι μόλις στο 70% του ευρωπαϊκού μέσου όρου, ενώ η παραγωγικότητα και οι επενδύσεις υπολείπονται σημαντικά.
Ο επικεφαλής του ΙΟΒΕ Νίκος Βέττας επισημαίνει πως «χρειάζεται στροφή σε αγαθά και υπηρεσίες υψηλής αξίας, που βασίζονται στην καινοτομία και εξαγωγική δυναμική – όχι μόνο σε τουρισμό και ακίνητα». Στο ίδιο πνεύμα ο πρόεδρος του ΣΕΒ, Σπύρος Θεοδωρόπουλος υπενθυμίζει πως το επενδυτικό κενό υπερβαίνει τα 100 δισ. ευρώ: «Χάσαμε μια ολόκληρη δεκαετία παραγωγικών επενδύσεων».
Ο πρώην υπουργός Οικονομικών Γιώργος Χουλιαράκης προειδοποιεί πως για να επιστρέψει η Ελλάδα στα επίπεδα του 2007, απαιτούνται 15 χρόνια με ρυθμούς ανάπτυξης 1% πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Η Ευρώπη που (δεν) άλλαξε
Η κρίση της Ελλάδας άλλαξε, εν μέρει, και την ίδια την Ευρωζώνη. Δημιουργήθηκε ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας, θεσμοθετήθηκε η εκκαθάριση τραπεζών, και η ΕΚΤ υιοθέτησε τη ρητορική του «ό,τι χρειαστεί» του Μάριο Ντράγκι.
Όπως λέει ο κ. Στουρνάρας: «Η Ελλάδα έγινε μαία της ευρωπαϊκής ιστορίας». Χάρη στο ελληνικό παράδειγμα, δημιουργήθηκε και το Ταμείο Ανάκαμψης της ΕΕ, το 2020.
Αλλά η τραπεζική ένωση παραμένει ημιτελής, η αμοιβαιοποίηση του χρέους απούσα και η ευρωπαϊκή δημοσιονομική εργαλειοθήκη περιορισμένη. Ο πρώην ευρωπαίος αξιωματούχος Τόμας Βίζερ συνοψίζει: «Η Ελλάδα έχει μεταρρυθμιστεί, αλλά όχι μεταμορφωθεί. Το ίδιο και η Ευρωζώνη».
Το τίμημα
Όπως καταλήγουν οι FT, η κρίση της Ελλάδας άφησε μια κοινωνία βαθιά τραυματισμένη. Ένα τρίτο των πολιτών παραμένει σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού. Οι προκλήσεις μεταρρυθμίσεων, θεσμών και πολιτικής κουλτούρας παραμένουν.
Αλλά η πορεία της τελευταίας δεκαετίας δείχνει ότι ακόμη και από τον γκρεμό, υπάρχει επιστροφή — με κόστος, αλλά και με προοπτική. Όπως σημειώνει ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος: «Το ΔΝΤ και η ΕΕ έμαθαν από την Ελλάδα. Εμείς όμως πληρώσαμε το τίμημα – επώδυνα και δημόσια».