Σε καλά σχεδιασμένες επενδύσεις με υψηλό αναπτυξιακό αποτύπωμα, όπως έργα υποδομών, ενέργειας και έρευνας και καινοτομίας, ώστε να ενισχυθούν και άλλοι κλάδοι της οικονομίας και να δημιουργηθεί μια ισχυρότερη και ανθεκτικότερη παραγωγική βάση συνολικά, θα πρέπει να κατευθυνθούν οι αυξημένες αμυντικές δαπάνες προκειμένου να μεγιστοποιηθεί το όφελος για την Ελλάδα από το νέο πρόγραμμα επανεξοπλισμού της Ευρώπης και τα εργαλεία υλοποίησής του, τονίζει η ΤτΕ στην έκθεσή της για τη Νομισματική Πολιτική 2024-2025.
Η ΤτΕ θεωρεί ευκαιρία για την Ελλάδα το ευρωπαϊκό σχέδιο επανεξοπλισμού ReArmEurope/Readiness 2030. Ειδικότερα επισημαίνει πως το χρηματοδοτικό μέσο δράσης SAFE (Security Action For Europe), μπορεί να προσφέρει στήριξη σε χώρες που αντιμετωπίζουν προκλήσεις βιωσιμότητας χρέους ή έχουν ήδη υψηλές αμυντικές δαπάνες, παρέχοντας ευνοϊκούς όρους χρηματοδότησης για εξοπλιστικά προγράμματα. Χώρες που ήδη αφιερώνουν σημαντικό ποσοστό του προϋπολογισμού τους στην άμυνα, όπως για παράδειγμα Ελλάδα, Πολωνία, Φινλανδία, ενδέχεται να επωφεληθούν περισσότερο από αυτόν το μηχανισμό, καθώς λειτουργεί ως μορφή αναχρηματοδότησης του χρέους υπό ευνοϊκότερους όρους.
Τι προσφέρει το SAFE
Το μέσο δράσης SAFE επιτρέπει τη χρήση πόρων που θα αντλούνται μέσω κοινού ευρωπαϊκού δανεισμού για τη στήριξη αμυντικών δαπανών, κάτι που μπορεί να μειώσει τις πιέσεις στον εθνικό προϋπολογισμό και να ενισχύσει την αμυντική ικανότητα και τη συμμετοχή σε κοινά ευρωπαϊκά αμυντικά προγράμματα χωρίς επιπλέον επιβάρυνση στο κόστος δανεισμού.
Προϋπόθεση όμως για τα δημοσιονομικά οφέλη αυτού του μηχανισμού είναι το κόστος χρηματοδότησης μέσω του SAFE να είναι χαμηλότερο από το εθνικό κόστος δανεισμού.
Όπως σημειώνει η ΤτΕ, η Ευρώπη προβλέπει την κινητοποίηση έως και 800 δισεκ. ευρώ, εκ των οποίων 150 δισεκ. ευρώ προέρχονται από το νέο χρηματοδοτικό μέσο δράσης SAFE (Security Action For Europe), το οποίο θα παρέχει μακροπρόθεσμα δάνεια με ευνοϊκούς όρους για την υποστήριξη κοινών αμυντικών προμηθειών. Τα δάνεια θα έχουν μέγιστη διάρκεια 45 ετών και 10ετή περίοδο χάριτος για την αποπληρωμή του κεφαλαίου. Ως προϋπόθεση για την πρόσβασή τους στα νέα δάνεια, τα κράτη-μέλη της ΕΕ θα πρέπει να αγοράζουν τουλάχιστον το 65% των οπλικών συστημάτων τους από προμηθευτές στην Ε.Ε., τη Νορβηγία ή την Ουκρανία.
Η κατανομή των κονδυλίων προς τα κράτη-μέλη θα καθορίζεται με βάση τη ζήτηση, χωρίς προκαθορισμένο κριτήριο κατανομής.
Οφέλη και προκλήσεις του ReArmEurope/Readiness 2030
Σύμφωνα με την έκθεση της ΤτΕ, ο δρόμος για την υλοποίηση του ευρωπαϊκού σχεδίου επανεξοπλισμού ReArmEurope/Readiness 2030 δεν είναι καθόλου εύκολος. Η Ελλάδα θα μπορούσε να επωφεληθεί μέσω της κοινής ευρωπαϊκής χρηματοδότησης των αμυντικών προγραμμάτων και εξοπλισμών για τη χρηματοδότηση των ήδη υψηλών αμυντικών δαπανών που πραγματοποιεί.
Οφέλη θα μπορούσαν να προκύψουν μέσω της ενεργού συμμετοχής της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας σε διακρατικές συμπαραγωγές, η οποία θα ενίσχυε την αυτάρκεια της χώρας, θα τόνωνε τις εξαγωγές σε αμυντικούς εξοπλισμούς και θα αναβάθμιζε περαιτέρω τη γεωπολιτική σημασία της Ελλάδος ως κόμβου στην ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική για την ασφάλεια. Παράλληλα, μέσω της ενεργοποίησης της εθνικής ρήτρας διαφυγής δημιουργείται πρόσθετος δημοσιονομικός χώρος της τάξεως του 0,2% του ΑΕΠ ετησίως, αυξάνοντας περαιτέρω το όριο δαπανών μεσοπρόθεσμα.
Η έκθεση επισημαίνει πως οι εκτιμήσεις για το δημοσιονομικό πολλαπλασιαστή των αμυντικών δαπανών, δηλαδή το βαθμό της επίδρασής τους στο πραγματικό ΑΕΠ, διαφέρουν σημαντικά ανάλογα με τις χώρες που εξετάζονται, τη χρονική περίοδο αναφοράς και το βαθμό εξωστρέφειας της οικονομίας. Ο αντίκτυπος των αμυντικών δαπανών στην οικονομική δραστηριότητα των προηγμένων οικονομιών συναρτάται με το βαθμό εξάρτησης από τις εισαγωγές αμυντικού εξοπλισμού, καθώς και με το διαθέσιμο δημοσιονομικό χώρο και την αντίδραση της νομισματικής πολιτικής.
Η αύξηση των αμυντικών δαπανών την περίοδο εφαρμογής της εθνικής ρήτρας διαφυγής συνεπάγεται υψηλότερες ανάγκες προσαρμογής στο μέλλον για τη διασφάλιση της δημοσιονομικής βιωσιμότητας. Η χρηματοδότηση των αυξημένων αμυντικών δαπανών μέσω δανεισμού ενέχει σοβαρούς κινδύνους για τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους.
Πρόσφατες προσομοιώσεις της Επιτροπής δείχνουν ότι μια άνοδος των αμυντικών δαπανών στην ΕΕ κατά 1,5% του ΑΕΠ σωρευτικά την περίοδο 2025-28 εκτιμάται ότι θα αυξήσει το πραγματικό ΑΕΠ της ΕΕ κατά 0,5% και το δημόσιο χρέος κατά 2 ποσ. μον. του ΑΕΠ έως το 2028. Οι πληθωριστικές πιέσεις θα παραμείνουν σχετικά περιορισμένες, καθώς ο πληθωρισμός αναμένεται να αυξηθεί κατά 0,2 ποσ. μον. κατά μέσο όρο έως το 2028. Το 2024 η Πολωνία, οι χώρες της Βαλτικής και η Ελλάδα κατέγραψαν τις υψηλότερες αμυντικές δαπάνες σε σχέση με το ΑΕΠ τους, ακολουθούμενες από τη Δανία, τη Φινλανδία και τη Ρουμανία.
Αυτό που κάνει σίγουρα τη διαφορά προς το καλύτερο είναι η ενίσχυση της έρευνας μέσω του αμυντικού σχεδιασμού. Οι αμυντικές δαπάνες για έρευνα και ανάπτυξη (Ε&Α) εμφανίζουν ισχυρότερες επιδράσεις στη μακροπρόθεσμη αναπτυξιακή δυναμική από ό,τι άλλες κατηγορίες αμυντικών δαπανών (όπως οι μισθολογικές), με πολλαπλασιαστή που ενίοτε υπερβαίνει τη μονάδα καθώς μεταξύ άλλων φαίνεται ότι οι δημόσιες δαπάνες για Ε&Α στην άμυνα ενισχύουν σημαντικά τις ιδιωτικές δαπάνες για Ε&Α στο σύνολο της οικονομίας. Κατά μέσο όρο, μια αύξηση κατά 10% στη δημόσια Ε&Α στον τομέα της άμυνας αυξάνει έως 6% την Ε&Α στον ιδιωτικό τομέα.
Το 2020 περίπου το 50% των αμυντικών δαπανών των κρατών-μελών της ΕΕ εντός ΝΑΤΟ κατευθυνόταν σε δαπάνες για μισθοδοσία και συντάξεις του προσωπικού, ενώ μόνο το 22% επενδυόταν σε εξοπλισμούς και Ε&Α – ποσοστό αισθητά χαμηλότερο από το αντίστοιχο 30% των ΗΠΑ.
Οι εκτιμήσεις του ΝΑΤΟ για το 2024 δείχνουν βελτίωση, με αύξηση του ευρωπαϊκού μεριδίου των επενδύσεων σε εξοπλισμούς και Ε&Α στο 32%, προσεγγίζοντας τα επίπεδα των ΗΠΑ και ενισχύοντας την προοπτική ενός πιο αποδοτικού και προσανατολισμένου προς την ανάπτυξη αμυντικού προτύπου.
Επίσης η δημιουργία μεγάλων ευρωπαϊκών εταιριών στον τομέα της άμυνας μέσω συγχωνεύσεων και εξαγορών, κατά το πρότυπο της αμυντικής βιομηχανίας των ΗΠΑ, θα ενδυνάμωνε σημαντικά τον ευρωπαϊκό αμυντικό κλάδο, όπως και η καλύτερη διασυνδεσιμότητα των 2.500 μικρομεσαίων επιχειρήσεων που προσφέρουν αγαθά και υπηρεσίες για την άμυνα ξηράς, αέρος και θαλάσσης, την κυβερνοασφάλεια και το διάστημα.
Τι αφορά ο επανεξοπλισμός της Ευρώπης
Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 6 Μαρτίου 20251 υπογράμμισε την ανάγκη τόνωσης της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας, με έμφαση στην αύξηση της παραγωγικής ικανότητας και στη διευκόλυνση κοινών προμηθειών μεταξύ πολλών κρατών-μελών της ΕΕ σε στρατιωτικό εξοπλισμό. Βασικοί άξονες δράσης του νέου σχεδίου, της Λευκής Βίβλου που παρουσιάστηκε στις 6 Μαρτίου 2025, είναι η κάλυψη ελλείψεων σε κρίσιμες ικανότητες άμυνας και η στήριξη της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας, μέσω της συγκέντρωσης της ζήτησης και της αύξησης των κοινών δημόσιων συμβάσεων.
Περιλαμβάνει επίσης τη βάθυνση της ευρωπαϊκής αγοράς στον τομέα της άμυνας, μεταξύ άλλων με την απλούστευση των κανονισμών, καθώς και την επιτάχυνση του τεχνολογικού μετασχηματισμού του τομέα της άμυνας μέσω καινοτομιών, όπως η τεχνητή νοημοσύνη και η κβαντική τεχνολογία.
Το σχέδιο ReArmEurope/Readiness 2030, που συνοδεύει τη Λευκή Βίβλο, παρέχει χρηματοδοτικά μέσα για την ενίσχυση των αμυντικών δυνατοτήτων της ΕΕ μέσω σημαντικών επενδύσεων και διαρθρωτικών αλλαγών. Προβλέπει την κινητοποίηση έως και 800 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 150 δισ. ευρώ προέρχονται από το νέο χρηματοδοτικό μέσο δράσης SAFE (Security Action For Europe). Παράλληλα, προτείνεται η ενεργοποίηση της εθνικής ρήτρας διαφυγής που προβλέπεται στο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΣΑ) για την περίοδο 2025-28. Ακόμη προβλέπεται η συμμετοχή της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) και η κινητοποίηση ιδιωτικών κεφαλαίων για τη στήριξη έργων στον τομέα της άμυνας και της ασφάλειας.
Επιπλέον η σχετική νομοθετική πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής διεύρυνε το πεδίο εφαρμογής των χρηματοδοτικών προγραμμάτων υπό την αιγίδα της πλατφόρμας STEP (Strategic Technologies for Europe Platform) σε καινοτομίες, προϊόντα και τεχνολογίες αιχμής με διπλή χρήση (στρατιωτική και εμπορική), καθώς και σε έργα στον τομέα της άμυνας.
Επίσης, τα κράτη-μέλη θα μπορούν να ανακατανείμουν πόρους στο πλαίσιο της πολιτικής συνοχής σε έργα υποδομών που προωθούν τη στρατιωτική κινητικότητα και σε δράσεις που στηρίζουν την παραγωγική ικανότητα και την καινοτομία της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας.