Skip to main content

Στα 41 δισ. η παραοικονομία στην Ελλάδα

Το ποσό αντιστοιχεί σε περίπου 16%-18% του ΑΕΠ της χώρας - Προτάσεις για ελαφρύνσεις στη φορολογία των μισθωτών

Στα 41 δισ. ευρώ υπολογίζεται το μέγεθος της παραοικονομίας στην Ελλάδα, σύμφωνα με υπολογισμούς του επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, Ιωάννη Τσουκαλά.

Βάσει, εξάλλου, των όσων υποστήριξε χθες ο κ. Τσουκαλάς, το συνολικό ποσό του δημοσιονομικού χώρου που μπορεί να διασφαλιστεί από την εκτέλεση του φετινού κρατικού προϋπολογισμού φθάνει το 1,5 δισ. ευρώ και θα πρέπει να αξιοποιηθεί στο σύνολό του για τη μείωση της φορολογίας των μισθωτών μέσω της καθιέρωσης μιας πιο προοδευτικής φορολογικής κλίμακας, στην οποία ο συντελεστής φόρου 44% για εισοδήματα λίγο πάνω από τα 40.000 ευρώ θα πρέπει να μειωθεί.

Όπως διευκρίνισε ο κ. Τσουκαλάς, το συνολικό ποσό της παραοικονομίας, δηλαδή το ύψος των εισοδημάτων που δεν καταγράφονται στην επίσημη οικονομία, προκύπτει αν αφαιρεθεί από το συνολικό ποσό των εισοδημάτων που δηλώθηκαν στη Φορολογική Διοίκηση για το έτος 2023 το ποσό της ιδιωτικής κατανάλωσης για το ίδιο έτος.

Ως εκ τούτου, αν ληφθεί υπόψη ότι το σύνολο των δηλωθέντων εισοδημάτων για το έτος 2023 ήταν 110 δισ. ευρώ και το σύνολο της ιδιωτικής κατανάλωσης έφθασε τα 151 δισ. ευρώ το ίδιο έτος, το μέγεθος της παραοικονομίας μπορεί να εκτιμηθεί στα 41 δισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί σε περίπου 16%-18% του ΑΕΠ της χώρας.

Σημειώνεται ότι η παραοικονομία αναφέρεται στο σύνολο των οικονομικών δραστηριοτήτων που πραγματοποιούνται εκτός του επίσημου και ρυθμισμένου οικονομικού συστήματος. Συγκεκριμένα, περιλαμβάνει τις οικονομικές δραστηριότητες που δεν καταγράφονται επίσημα, δεν φορολογούνται και συχνά δεν διεξάγονται με κανόνες ή κανονισμούς του κράτους. Η παραοικονομία έχει τα εξής βασικά χαρακτηριστικά:

  • Αδήλωτη, «μαύρη» εργασία.
  • Πωλήσεις προϊόντων ή υπηρεσιών χωρίς έκδοση αποδείξεων.
  • Διακίνηση αγαθών που δεν δηλώνονται στις αρμόδιες αρχές.
  • Αποφυγή φορολογίας και κοινωνικών εισφορών.
  • Παράνομες δραστηριότητες, αλλά και νόμιμες που απλώς δεν δηλώνονται.

Ελαφρύνσεις υπέρ μισθωτών

Ο κ. Τσουκαλάς προχώρησε και σε εκτίμηση για τον δημοσιονομικό χώρο που μπορεί να εξασφαλιστεί από τη φετινή δημοσιονομική διαχείριση, επισημαίνοντας ότι το μέγεθος αυτό μπορεί να ανέλθει συνολικά σε 1,5 δισ. ευρώ, εκ των οποίων το 1 δισ. ευρώ μπορεί να προέλθει από την υπεραπόδοση της οικονομίας και τα υπόλοιπα 500 εκατ. ευρώ από την εξαίρεση των αμυντικών δαπανών στον υπολογισμό του ισοζυγίου της γενικής κυβέρνησης.

Πρόσθεσε δε, ότι ολόκληρο το ποσό του 1,5 δισ. ευρώ θα πρέπει να διατεθεί από την κυβέρνηση για φορολογικές ελαφρύνσεις υπέρ των μισθωτών και των λοιπών φυσικών προσώπων κυρίως μέσω ουσιαστικών παρεμβάσεων στην κλίμακα φορολογίας εισοδήματος, που θα έχουν ως στόχους:

  • Να εξαλειφθεί το τεράστιο χάσμα των 13 ποσοστιαίων μονάδων μεταξύ του φορολογικού συντελεστή 9% του πρώτου φορολογικού κλιμακίου, το οποίο εκτείνεται μέχρι το επίπεδο ετησίου εισοδήματος των 10.000 ευρώ και του φορολογικού συντελεστή 22% που αντιστοιχεί στο αμέσως επόμενο φορολογικό κλιμάκιο, το οποίο εκτείνεται από το επίπεδο ετησίου εισοδήματος των 10.000 έως το επίπεδο ετησίου εισοδήματος των 20.000 ευρώ.

Αυτό σημαίνει προφανώς τη σημαντική μείωση του συντελεστή 22% για εισοδήματα πάνω από 10.000 ευρώ μέσω της παρεμβολής ενός ή περισσότερων φορολογικών κλιμακίων στο τμήμα του ετησίου εισοδήματος μεταξύ των 10.000 και των 20.000 ευρώ, ώστε η κλιμάκωση των φορολογικών συντελεστών στο επίπεδο αυτό να είναι πιο ομαλή και η φορολογική κλίμακα να γίνει πιο προοδευτική.

  • Ο ανώτατος συντελεστής φόρου 44% να μην ξεκινά να επιβάλλεται πάνω από το σχετικά χαμηλό ύψος ετησίου εισοδήματος των 40.000 ευρώ, όπως γίνεται στην ισχύουσα σήμερα φορολογική κλίμακα.

Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να αποφασιστεί είτε η σημαντική μείωση του συγκεκριμένου συντελεστή είτε η αύξηση του επιπέδου εισοδήματος πάνω από το οποίο ο συντελεστής αυτός θα επιβάλλεται.

Σε κάθε περίπτωση, όπως φαίνεται, στόχος των προτάσεων του κ. Τσουκαλά είναι να προκύψουν σημαντικές φορολογικές ελαφρύνσεις για τα μεσαία εισοδήματα, κυρίως αυτά που βρίσκονται μεταξύ 10.000 και 50.000 ευρώ.

Ο επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή ανέφερε επίσης ότι το κενό ΦΠΑ, σύμφωνα με την εκτίμησή του, ανέρχεται σήμερα σε 10% και για να μειωθεί στο 7%, που είναι ο μέσος όρος στην Ευρωπαϊκή Ένωση, θα πρέπει κάθε χρόνο το Δημόσιο να εξασφαλίζει επιπλέον έσοδα από ΦΠΑ ύψους 1 δισ. ευρώ, δηλαδή συνολικά 3 δισ. ευρώ τον χρόνο, αντί 2 δισ. ευρώ που έχει καταφέρει να εξασφαλίζει σήμερα.