Από την έντυπη έκδοση
Tης Νατάσας Στασινού
[email protected]
Σήμερα αναμένεται να μάθουμε ποιος θα κρατήσει για τα επόμενα τέσσερα χρόνια το τιμόνι της ισχυρότερης κεντρικής τράπεζας του πλανήτη, η οποία χθες έδωσε σήμα για ακόμη μία αύξηση των επιτοκίων το Δεκέμβριο. Η θητεία της Τζάνετ Γέλεν στη διοίκηση της Federal Reserve εκπνέει επισήμως στις 3 Φεβρουαρίου 2018, αλλά ο Αμερικανός πρόεδρος, Ντόναλντ Τραμπ, είναι έτοιμος να ανακοινώσει την απόφασή του. Αξίζει λοιπόν να δούμε το προφίλ των υποψηφίων:
Τζάνετ Γέλεν
Η σημερινή επικεφαλής της Fed ανέλαβε τα καθήκοντά της τον Φεβρουάριο του 2014. Είχε προηγηθεί μία τετραετία (2010-2014) στη θέση της υποδιοικήτριας. Ήταν δηλαδή το Νο2 στο διοικητικό συμβούλιο, μετά τον Μπεν Μπερνάνκι, σε μία εξαιρετικά κρίσιμη περίοδο για την ανάρρωση του χρηματοπιστωτικού συστήματος και της αμερικανικής οικονομίας από την παγκόσμια πιστωτική ασφυξία του 2008, που εξελίχθηκε βαθιά ύφεση το 2009. Η Γέλεν κλήθηκε να ενορχηστρώσει την απομάκρυνση από την υπερβολικά χαλαρή νομισματική πολιτική, δηλαδή τα μηδενικά επιτόκια και τους γύρους ποσοτικής χαλάρωσης, και μέχρι στιγμής φαίνεται να το πετυχαίνει με αργά, αλλά σταθερά βήματα, χωρίς τριγμούς στις αγορές ή εμπόδια στην οικονομική ανάκαμψη. Το έργο της στο εξής, ωστόσο, θα είναι δύσκολο, καθώς παρά τη σταθερή μεγέθυνση του ΑΕΠ και τη μείωση της ανεργίας, ο πληθωρισμός παραμένει σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει επισημάνει πως ως «ζευγάρι» από τις αρχές του έτους -αυτός δηλαδή στην προεδρία και εκείνη στο τιμόνι της κεντρικής τράπεζας- τα έχουν πάει πολύ καλά, επικαλούμενος και το ράλι των αγορών. Ενδεχομένως να μη θελήσει λοιπόν να ρισκάρει μία ανατροπή της θετικής αυτής εικόνας.
Τζερόμ Πάουελ
Τα αμερικανικά μέσα τον παρουσιάζουν ως το μεγάλο φαβορί, λόγω της εμπειρίας του, αλλά και της ευρείας στήριξης που απολαμβάνει στους κόλπους του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος. Συμμετέχει στο διοικητικό συμβούλιο της Federal Reserve από το 2012, ενώ ήταν υψηλόβαθμο στέλεχος του υπουργείου Οικονομικών επί διακυβέρνησης Τζορτζ Μπους. Αρκετοί Ρεπουμπλικάνοι εκτιμούν ότι θα είναι πιο πρόθυμος στο να χαλαρώσει το ρυθμιστικό πλαίσιο για τον χρηματοπιστωτικό τομέα. Αντιθέτως, όπως επισημαίνουν, στο μέτωπο της νομισματικής πολιτικής θα εγγυηθεί τη συνέχεια της υφιστάμενης στρατηγικής, βαδίζοντας εν πολλοίς στα βήματα της προκατόχου του. Αυτή η αίσθηση, πως δεν θα υπάρξει μία αιφνίδια ανατροπή, τονίζουν οι υποστηρικτές του Πάουελ, ότι είναι και το μεγάλο ατού του.
Τζον Τέιλορ
Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ και πρώην στέλεχος του υπουργείου Οικονομικών συγκεντρώνει επίσης υψηλές πιθανότητες. Αλλά είναι μάλλον ο τελευταίος που θα ήθελαν να δουν στη θέση οι αγορές, καθώς θεωρείται το πιο σκληρό «γεράκι» μεταξύ των υποψηφίων. Είναι γνωστός για τον Κανόνα Τέιλορ, που καθιερώθηκε το 1993, φέροντας το όνομά του, και ο οποίος αφορά τον καθορισμό των επιτοκίων. Με βάση αυτόν, όταν ο πληθωρισμός είναι στο στόχο του 2%, το βασικό επιτόκιο της Fed θα πρέπει να είναι κοντά στο 3,7% – δηλαδή σε επίπεδα υπερτριπλάσια των σημερινών.
Κέβιν Γουόρς
Συμμετείχε στο διοικητικό συμβούλιο της Federal Reserve κατά την περίοδο της χρηματοπιστωτικής κρίσης και έχει αντλήσει αναμφίβολα πολύτιμη εμπειρία απ’ αυτήν. Έχει όμως και αυτός, όπως και ο Τέιλορ, αφήσει να εννοηθεί ότι επιθυμία του θα ήταν να αλλάξει άρδην την ακολουθούμενη στρατηγική, επιταχύνοντας αισθητά την επιστροφή σε πιο σφιχτή πολιτική. Έχει αμφισβητήσει ευθέως την αποτελεσματικότητα της ποσοτικής χαλάρωσης, επιθυμεί τον δραστικό περιορισμό του ισολογισμού της Fed, ενώ θα ήθελε να δει την κεντρική τράπεζα να εστιάζει λιγότερο στα βραχυπρόθεσμα δεδομένα για την οικονομία.
Γκάρι Κον
Θεωρείται αουτσάιντερ, καθώς οι άλλοτε θερμές σχέσεις του με τον Ντόναλντ Τραμπ φαίνεται να έχουν ψυχρανθεί. Ο Κον, πρώην τραπεζίτης της Goldman Sachs με εξαιρετικές διασυνδέσεις στη Wall Street, διευθύνει σήμερα το Εθνικό Οικονομικό Συμβούλιο, δηλαδή την επιτροπή «σοφών», που συμβουλεύουν τον Αμερικανό πρόεδρο για οικονομικά θέματα. Έως και πριν από λίγους μήνες ο Τραμπ αναφερόταν ανοιχτά στο ενδεχόμενο τοποθέτησης του στη διοίκηση της Fed – γεγονός που πιθανότατα θα ικανοποιούσε τόσο το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα όσο και την αγορά. Τα δεδομένα άλλαξαν άρδην, ωστόσο, όταν ο Γκον σε συνέντευξή του στους Financial Times επέκρινε τον τρόπο με τον οποίο ο Αμερικανός πρόεδρος αντιμετώπισε τις διαδηλώσεις του Σάρλοτσβιλ. Ο ίδιος έχει επισημάνει ότι αυτή την περίοδο πρωταρχικό μέλημά του είναι να προωθήσει τη μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος.