Από την έντυπη έκδοση
Στην επιτάχυνση των διαδικασιών για τη σύσταση των επιχειρήσεων αποσκοπεί η εγκύκλιος του γενικού γραμματέα Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή Παναγιώτη Σταμπουλίδη, που απευθύνεται στις Υπηρεσίες Μιας Στάσης (ΥΜΣ). Ειδικότερα, η εν λόγω εγκύκλιος που απεστάλη στα επιμελητήρια και τους συμβολαιογράφους (σ.σ.: αυτοί αποτελούν τις ΥΜΣ) περιέχει οδηγίες για το ποια δικαιολογητικά πρέπει να ζητούνται από τις επιχειρήσεις. Πέραν όμως των στελεχών των ΥΜΣ, με την εγκύκλιο παρέχεται ενημέρωση και στους επιχειρηματίες, ώστε να προσκομίζουν μόνο τα δικαιολογητικά που προβλέπει το νομικό πλαίσιο.
Στην εγκύκλιο με θέμα «Διευκρινίσεις σχετικά με τη Σύσταση Εταιρειών μέσω των Υπηρεσιών μιας Στάσης» επισημαίνεται ότι για την ομοιόμορφη εφαρμογή των διατάξεων του Ν. 4441/2016 (Α΄227) και την αποφυγή καθυστερήσεων κατά τη σύσταση εταιρείας μέσω των Υπηρεσιών μιας Στάσης (ΥΜΣ), η ΓΓΕΠΚ αναφορικά με τον προβλεπόμενο έλεγχο νομιμότητας και πληρότητας των υποβαλλόμενων στοιχείων και εγγράφων, προβαίνει στις παρακάτω διευκρινίσεις:
1. Σύμφωνα με την περ. α της παρ. 2 του άρθρου 5 του ν. 4441/2016 και το άρθρο 7 της ΚΥΑ 63577/2018 (Β’ 2380) η Υπηρεσία μιας Στάσης, αυθημερόν ή το αργότερο την επόμενη εργάσιμη ημέρα μετά την ολοκλήρωση της υποβολής του αιτήματος σύστασης από τον ενδιαφερόμενο, «ελέγχει την αίτηση καταχώρισης ως προς τη νομιμοποίηση του αιτούντος και την πληρότητα των υποβαλλόμενων από αυτόν στοιχείων και εγγράφων, καθώς και την εταιρική σύμβαση / καταστατικό ως προς τα στοιχεία που δύνανται να επιφέρουν ακυρότητα της εταιρείας σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις».
2. Στην παρ. 3 του άρθρου 7 της προαναφερόμενης ΚΥΑ αναφέρεται ότι «εφόσον τα προσκομιζόμενα δικαιολογητικά, αιτήσεις και νομιμοποιητικά έγγραφα που προσκομίζονται από τους ιδρυτές ή τον εκπρόσωπό τους είναι πλήρη και σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας και των παραρτημάτων της, δεν επιτρέπεται η, καθ’ υπέρβαση των διατάξεων αυτών, απαίτηση της ΥΜΣ για συμπλήρωση ή προσκόμιση επιπρόσθετων δικαιολογητικών ή αιτήσεων από τον ιδρυτή ή τους ιδρυτές ή τον εκπρόσωπό τους». Συνεπώς, από τα ανωτέρω καθίσταται σαφές ότι οι έλεγχοι νομιμότητας και πληρότητας που απαιτούνται για τη σύσταση εταιρείας μέσω της ΥΜΣ, είναι πολύ συγκεκριμένοι και περιορίζονται στους εξής:
Α. Έλεγχος ως προς τη νομιμοποίηση των αιτούντων ιδρυτών ή του εξουσιοδοτούμενου εκπροσώπου.
Β. Έλεγχος πληρότητας υποβαλλομένων στοιχείων, εγγράφων και δικαιολογητικών.
Γ. Έλεγχος της εταιρικής σύμβασης.
Α. Έλεγχος ως προς τη νομιμοποίηση των αιτούντων ιδρυτών ή του εξουσιοδοτούμενου εκπροσώπου.
1η Περίπτωση: Αν ο/οι αιτούντες τη σύσταση είναι οι ίδιοι οι ιδρυτές, τότε η αρμόδια Υπηρεσία μιας Στάσης πραγματοποιεί τον έλεγχο νομιμοποίησής τους αντιπαραβάλλοντας τα στοιχεία της ταυτότητας ή του διαβατηρίου του/των ιδρυτών με τα στοιχεία που αναγράφονται στο καταστατικό.
2η Περίπτωση: Αν ο/οι αιτούντες τη σύσταση είναι εξουσιοδοτούμενος/οι να αναλάβουν τη σύσταση της εταιρείας (εταίρος ή τρίτος), όπως προβλέπεται στην παρ. 2 του άρθρου 3 της ΚΥΑ 63577/2018, ο έλεγχος νομιμοποίησης πραγματοποιείται ως εξής:
α. αντιπαραβολή στοιχείων ταυτότητας ή διαβατηρίου του εξουσιοδοτούμενου με τα στοιχεία που αναγράφονται στην παρ. Γ της Υπεύθυνης Δήλωσης-Εξουσιοδότησης των ιδρυτών του ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΟΣ Ι της ανωτέρω ΚΥΑ (βλ. σχετικά περίπτωση 3 ενότητας Β της παρούσης).
β. Εξέταση έκτασης/ περιεχομένου εξουσιοδότησης.
Β. Έλεγχος πληρότητας υποβαλλομένων στοιχείων, εγγράφων και δικαιολογητικών του άρθρου 4.
Προκειμένου να γίνει σύσταση εταιρείας από την ΥΜΣ θα πρέπει να κατατεθεί πλήρης φάκελος από τον ενδιαφερόμενο να συστήσει εταιρεία, ο οποίος περιλαμβάνει τα εξής:
1. την εταιρική σύμβαση,
2. τα νομιμοποιητικά έγγραφα των ιδρυτών,
3. την υπεύθυνη Δήλωση-Εξουσιοδότηση του ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΟΣ Ι της ΚΥΑ,
4. τα έντυπα Μ3, Μ6, Μ7 και Μ8,
5. το αποδεικτικό καταβολής του εταιρικού κεφαλαίου, όπου απαιτείται,
6. το αποδεικτικό κατάθεσης σε τράπεζα των οφειλόμενων ποσών που απαιτούνται για τη σύσταση,
7. την ειδική συμβολαιογραφική πληρεξουσιότητα (εφόσον η εταιρική σύμβαση υπογράφεται από εξουσιοδοτούμενο).
Αναλυτικά, για τα ανωτέρω ισχύουν τα εξής:
1. Εταιρική σύμβαση. Σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 4 της προαναφερόμενης ΚΥΑ η εταιρική σύμβαση κατατίθεται σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή και υπογράφεται από όλους τους ιδρυτές ή τους ειδικά εξουσιοδοτημένους με συμβολαιογραφικό έγγραφο. Σε περίπτωση που επιλέγεται η ηλεκτρονική κατάθεση, η εταιρική σύμβαση θα πρέπει να φέρει τον ίδιο τύπο ψηφιακής ή ηλεκτρονικής υπογραφής από όλους τους ιδρυτές. Η εταιρική σύμβαση υπόκειται σε ειδικότερο έλεγχο, ο οποίος περιγράφεται αναλυτικά στην ενότητα Γ της παρούσης.
2. Νομιμοποιητικά έγγραφα ιδρυτών. Τα απαιτούμενα νομιμοποιητικά έγγραφα των ιδρυτών αναφέρονται στην παρ. 2 του άρθρου 4 της εν λόγω ΚΥΑ, ανά κατηγορία ιδρυτή, και είναι τα εξής:
2.1 Ιδρυτές φυσικά πρόσωπα
α. Οι Έλληνες υπήκοοι προσκομίζουν φωτοτυπία αστυνομικής ή στρατιωτικής ταυτότητας ή διαβατηρίου.
β. Οι πολίτες κράτους -μέλους της ΕΕ προσκομίζουν φωτοτυπία ταυτότητας ή διαβατηρίου. Σε περίπτωση που δεν επιδεικνύεται και το πρωτότυπο νομιμοποιητικό έγγραφο (ταυτότητα ή Διαβατήριο) θα πρέπει να προσκομιστεί γνήσιο αντίγραφο από Δικηγόρο.
γ. Οι πολίτες τρίτης χώρας προσκομίζουν:
ι. φωτοτυπία διαβατηρίου ή άλλου ταξιδιωτικού εγγράφου που αναγνωρίζεται από διεθνείς συμβάσεις με θεώρηση εισόδου, όπου απαιτείται. Σε περίπτωση που δεν επιδεικνύεται και το πρωτότυπο νομιμοποιητικό έγγραφο (διαβατήριο ή άλλο ταξιδιωτικό έγγραφο) θα πρέπει να προσκομιστεί γνήσιο αντίγραφο από δικηγόρο.
ιι. Συμπλήρωση της περ. ΣΤ’ της Υπεύθυνης δήλωσης-εξουσιοδότησης του ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΟΣ Ι σχετικά με το αν διαμένουν μόνιμα ή προτίθενται να διαμείνουν μόνιμα στην Ελλάδα.
ιιι. Σε περίπτωση που διαμένουν ή προτίθενται να διαμείνουν μόνιμα στη χώρα θα πρέπει να προσκομιστεί αντίγραφο άδειας διαμονής ή βεβαίωση κατάθεσης αίτησης άδειας διαμονής, η οποία θα πρέπει να είναι σε ισχύ και να επιτρέπει την άσκηση ανεξάρτητης οικονομικής/ επιχειρηματικής ή επενδυτικής δραστηριότητας (σε κάθε περίπτωση η έκταση των δικαιωμάτων και το είδος εργασίας που επιτρέπεται αναγράφεται πάνω στην άδεια διαμονής).
Διευκρινίζεται ότι πέραν των ανωτέρω αδειών η άσκηση ανεξάρτητης οικονομικής / επιχειρηματικής ή επενδυτικής δραστηριότητας επιτρέπεται σε όσους έχει γίνει χορήγηση ασύλου (δεν ισχύει το ίδιο για τους κατόχους δελτίου αιτήσαντος ασύλου).
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Αν ο ιδρυτής-πολίτης τρίτης χώρας πρόκειται να πάρει την θέση ομόρρυθμου εταίρου σε προσωπική εταιρεία, τότε είναι υποχρεωμένος να διαμένει μόνιμα στη χώρα και να διαθέτει μια εκ των προαναφερόμενων αδειών διαμονής ή βεβαίωση κατάθεσης αίτησης μιας εκ των ανωτέρω αδειών διαμονής.
2.2 Ιδρυτές νομικά πρόσωπα
α. Τα νομικά πρόσωπα ημεδαπής προσκομίζουν:
ι. ακριβές αντίγραφο κωδικοποιημένου καταστατικού. Για τις περιπτώσεις που το αρμόδιο μητρώο του νομικού προσώπου είναι το ΓΕΜΗ, η αναζήτηση γίνεται αυτεπάγγελτα και ατελώς από την αρμόδια ΥΜΣ.
ιι. Απόφαση αρμόδιου οργάνου ή των εταίρων για την συμμετοχή του νομικού προσώπου στην υπό σύσταση εταιρεία και ορισμού εκπροσώπου για την ολοκλήρωση της διαδικασίας της σύστασης. Σε περίπτωση που ο εκπρόσωπος του νομικού προσώπου για τη σύσταση της εταιρείας είναι πρόσωπο διαφορετικό από τον νόμιμο εκπρόσωπο και η εταιρεία πρόκειται να συσταθεί με συμβολαιογραφικό έγγραφο, απαιτείται ειδικό συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο έγγραφο.
Εάν η σύσταση της εταιρείας γίνεται με ιδιωτικό έγγραφο, αρκεί εξουσιοδότηση στην οποία το γνήσιο της υπογραφής του νόμιμου εκπροσώπου της εταιρείας έχει βεβαιωθεί κατά τα οριζόμενα στην παρ. 1 του άρθρου 11 του ν. 2690/1999, αν προβλέπεται η δυνατότητα αυτή στο καταστατικό ή προκύπτει από απόφαση της συνέλευσης των εταίρων.
β. Τα νομικά πρόσωπα αλλοδαπής προσκομίζουν:
ι. αντίγραφο καταστατικού του νομικού προσώπου, το οποίο θα πρέπει να έχει εκδοθεί από αρμόδια αρχή της χώρας προέλευσης του νομικού προσώπου,
ιι. βεβαίωση από το αρμόδιο μητρώο της χώρας προέλευσης του νομικού προσώπου,
ιιι. επικυρωμένο αντίγραφο του εγγράφου πληρεξουσιότητας και διορισμού του νόμιμου εκπροσώπου στην Ελλάδα. Όλα τα ανωτέρω προσκομίζονται κατά τα διεθνή νόμιμα (κατά περίπτωση σφραγίδα apostille, προξενική θεώρηση, θεώρηση από το ελληνικό προξενείο ή κατά τα προβλεπόμενα σε διεθνείς συνθήκες που έχουν επικυρωθεί από την Ελλάδα) με την επίσημη μετάφραση αυτών.
3. Υπεύθυνη Δήλωση-Εξουσιοδότηση του ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΟΣ Ι της ΚΥΑ Η υπεύθυνη δήλωση – εξουσιοδότηση του ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΟΣ Ι της ΚΥΑ αποτελεί υπόδειγμα που μπορεί να προσαρμόζεται στις ανάγκες κάθε σύστασης και να συμπληρώνεται αναλόγως. Κατατίθεται υποχρεωτικά, είναι υπογεγραμμένη από όλους τους ιδρυτές με βεβαιωμένο το γνήσιο της υπογραφής αυτών από οποιαδήποτε διοικητική αρχή ή τα ΚΕΠ, κατά τα οριζόμενα στην παρ. 1 του άρθρου 11 του ν. 2690/1999 (Α’ 45), όπως ισχύει.
4. Έντυπα Μ3, Μ6, Μ7 και Μ8 Συμπληρώνονται και υπογράφονται από όλους τους ιδρυτές ή από τον εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπο. 5. Αποδεικτικό καταβολής του εταιρικού κεφαλαίου
Η εν λόγω απαίτηση αφορά μόνο τη σύσταση ΕΠΕ και διακρίνονται οι εξής περιπτώσεις:
1η περίπτωση: Αν η σύσταση πραγματοποιηθεί με πρότυπο καταστατικό τότε δεν απαιτείται η προσκόμιση του εν λόγω αποδεικτικού, καθώς η απαιτούμενη εκ του νόμου βεβαίωση των ιδρυτών για την ολοσχερή καταβολή του κεφαλαίου περιλαμβάνεται στο κείμενο του άρθρου 5 του καταστατικού της ΥΑ 107766/2018 (Β’ 4925).
2η περίπτωση: Αν η σύσταση πραγματοποιηθεί με συμβολαιογραφικό έγγραφο απαιτείται είτε η ενσωμάτωση στο κείμενο της ανωτέρω βεβαίωσης, είτε η προσκόμιση σχετικού αποδεικτικού από ατομικούς ή από κοινό λογαριασμό των ιδρυτών από τους οποίους να προκύπτει η ύπαρξη του προβλεπόμενου ποσού του κεφαλαίου της υπό σύσταση ΕΠΕ.
Για την ολοκλήρωση της σύστασης απαιτείται η καταβολή τόσο του ποσού που αντιστοιχεί στο Γραμμάτιο Ενιαίου Κόστους Σύστασης όσο και του τέλους υπέρ της Επιτροπής Ανταγωνισμού (οφείλεται μόνο για τη σύσταση ΑΕ). Η πληρωμή γίνεται με κάθε πρόσφορο μέσο (είτε με μετρητά, είτε ηλεκτρονικά) και όπως προαναφέρθηκε, αποτελεί προαπαιτούμενο για την ολοκλήρωση της σύστασης.
Γ. Έλεγχος Εταιρικής Σύμβασης
Ο έλεγχος της εταιρικής σύμβασης περιορίζεται στα εξής:
1. Ως προς τις υπογραφές. 1η περίπτωση: Αν η εταιρική σύμβαση υπογράφεται από τους ίδιους τους ιδρυτές, η ΥΜΣ ελέγχει αν η εταιρική σύμβαση είναι νομίμως υπογεγραμμένη από όλους τους ιδρυτές. Στο σημείο αυτό πρέπει να διευκρινιστεί ότι οι διαχειριστές της υπό σύσταση εταιρείας που είναι τρίτα πρόσωπα, δεν είναι συμβαλλόμενοι και συνεπώς δεν υπογράφουν την εταιρική σύμβαση.
2η περίπτωση: Αν η εταιρική σύμβαση υπογράφεται από εξουσιοδοτούμενο να προβεί στη σύσταση 6 εταιρείας, τότε σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 4 η εξουσιοδότηση πραγματοποιείται αποκλειστικά με συμβολαιογραφικό έγγραφο. Στην περίπτωση αυτή, η αρμόδια ΥΜΣ ελέγχει το εν λόγω συμβολαιογραφικό έγγραφο τόσο ως προς την ισχύ του, όσο και ως προς το αν στο περιεχόμενό του γίνεται σαφής αναφορά εξουσιοδότησης για σύσταση εταιρείας.
2. Ως προς το περιεχόμενο της εταιρικής σύμβασης. Η εταιρική σύμβαση ελέγχεται μόνο ως προς τις διατάξεις που επιφέρουν ακυρότητα της σύστασης, οι οποίες προβλέπονται για κάθε εταιρικό τύπο στην ειδικότερη νομοθεσία και είναι οι εξής:
Α. Για την ΟΕ/ΕΕ, σύμφωνα με τις γενικές διατάξεις του Α.Κ., ακυρότητα σύστασης επέρχεται όταν: ι. ο σκοπός της εταιρείας αντίκειται στη δημόσια τάξη ή αντιβαίνει τα χρηστά ήθη. ιι. κατά την υπογραφή της εταιρικής σύμβασης δεν είχαν όλοι οι ιδρυτές ικανότητα για δικαιοπραξία.
Β. Για την ΕΠΕ, σύμφωνα με το άρθρο 7 του ν. 3190/1955, ακυρότητα σύστασης επέρχεται όταν: ι. η εταιρική σύμβαση δεν καταρτίστηκε με συμβολαιογραφικό έγγραφο ή πρότυπο καταστατικό ιι. Η εταιρική σύμβαση δεν περιέχει: – την εταιρική επωνυμία – τον σκοπό της εταιρείας – το κεφάλαιο της εταιρείας, τη μερίδα συμμετοχής, τα τυχόν περισσότερα εταιρικά μερίδια κάθε εταίρου και βεβαίωση των ιδρυτών για την καταβολή του κεφαλαίου, – το αντικείμενο των εισφορών σε είδος, την αποτίμηση αυτών και το όνομα του εισφέροντος καθώς και το σύνολο της αξίας των εισφορών σε είδος ιιι. ο σκοπός είναι παράνομος ή αντίκειται στη δημόσια τάξη ιv. όλοι οι ιδρυτές, όταν υπογράφτηκε η εταιρική σύμβαση, δεν είχαν ικανότητα για δικαιοπραξία.
Γ. Για την ΙΚΕ, σύμφωνα με το άρθρο 53 του ν. 4072/2012 (Α’ 86), ακυρότητα σύστασης επέρχεται όταν: ι. συστήθηκε, χωρίς έγγραφο ιδιωτικό ή πρότυπο καταστατικό ή συμβολαιογραφικό. Σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 49 του ν. 4072/2012 συμβολαιογραφικό έγγραφο απαιτείται όταν το επιβάλλει ειδική διάταξη νόμου, αν εισφέρονται στην εταιρεία περιουσιακά στοιχεία, για τη μεταβίβαση των οποίων απαιτείται ο τύπος αυτός, ή αν επιλέγεται από τα μέρη. ιι. στο καταστατικό της εταιρείας δεν αναφέρεται η επωνυμία, ο σκοπός ή το ύψος του κεφαλαίου της εταιρείας. ιιι. ο σκοπός της εταιρείας είναι παράνομος ή αντίκειται στη δημόσια τάξη, ιv. ο μοναδικός ιδρυτής ή όλοι οι ιδρυτές δεν είχαν ικανότητα για δικαιοπραξία όταν υπέγραψαν την πράξη σύστασης εταιρείας.
Δ. Για την Α.Ε., σύμφωνα με τα άρθρα 11, 5 και 4 του ν. 4548/2018 (Α’ 104), ακυρότητα σύστασης επέρχεται όταν: ι. δεν αναφέρεται στο καταστατικό η εταιρική επωνυμία και ο σκοπός της εταιρείας, ιι. δεν αναφέρεται στο καταστατικό το ύψος και ο τρόπος καταβολής του κεφαλαίου, ιιι. συστήθηκε χωρίς συμβολαιογραφικό έγγραφο ή πρότυπο καταστατικό, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 4548/2018, ιv. ο σκοπός της, όπως ορίζεται στο καταστατικό, είναι παράνομος ή αντίθετος προς τη δημόσια τάξη, v. ο μοναδικός ιδρυτής ή όλοι οι ιδρυτές δεν είχαν την ικανότητα για δικαιοπραξία κατά την υπογραφή της εταιρικής σύμβασης.
Διευκρινίζουμε ότι ειδικά η ικανότητα δικαιοπραξίας δεν υπόκειται σε κάποιο έλεγχο από την αρμόδια ΥΜΣ, επειδή δηλώνεται ρητά από τους ιδρυτές στην παρ. Α της Υπεύθυνης Δήλωσης – Εξουσιοδότησης του ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΟΣ 1 της ΚΥΑ 63577/2018.
Επίσης, υπογραμμίζουμε ότι όπου υπάρχει εισφορά σε είδος, απαιτείται να γίνεται αποτίμηση, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 17 του ν. 4548/2018 (Α΄ 104), η οποία θα πρέπει να καταχωρίζεται στο ΓΕΜΗ αμέσως μετά την ολοκλήρωση της σύστασης.
3. Έλεγχος περιεχομένου πρότυπου καταστατικού. Σε περίπτωση που οι ιδρυτές χρησιμοποιούν το πρότυπο καταστατικό για τη σύσταση της εταιρείας τους, οι αρμόδιες ΥΜΣ θα πρέπει να ελέγξουν αν έχουν ακολουθηθεί πιστά οι οδηγίες που τα συνοδεύουν – βλ. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ της ΥΑ 31637/2017 (Β’ 928) και της ΥΑ 107766/2018 (Β’ 4925). Παρακαλούμε για την ορθή εφαρμογή των ανωτέρω και την αποφυγή ελέγχων και απαιτήσεων πέραν αυτών που προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία.