«Η Ελλάδα πρέπει να μπορέσει να αναπνεύσει (…) δεν μπορεί να δώσει άλλα ανταλλάγματα», τόνισε ο Γάλλος ευρωβουλευτής και ιδρυτής του Κόμματος της Αριστεράς, Ζαν-Λικ Μελανσόν.
Σε συνέντευξή του στο γερμανικό ραδιόφωνο Deutschlandfunk, ο Μελανσόν έκανε λόγο «για εκφοβισμό και απειλές» εναντίον της Ελλάδας, ενώ επέρριψε την ευθύνη κυρίως στη Γερμανία για την αποτυχία αντιμετώπισης της κρίσης στην Ελλάδα.
Η επικράτηση του «όχι» στο δημοψήφισμα στην Ελλάδα, σύμφωνα με τον Μελανσόν, «κατέδειξε ξεκάθαρα τα όρια των βίαιων μεθόδων των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων – του εκφοβισμού και των απειλών». Πρόσθεσε μάλιστα ότι την ευθύνη για τις μεθόδους αυτές φέρει κυρίως «η δεξιά γερμανική κυβέρνηση, η οποία τις θεωρεί σωστές, ώστε να τρομοκρατεί τους πολίτες».
Ο Γάλλος ευρωβουλευτής σημείωσε επίσης ότι οι χώρες της βόρειας και της ανατολικής Ευρώπης – όπως η Λετονία, η Λιθουανία, η Εσθονία, η Σλοβακία – δεν είναι σε θέση να κάνουν κάτι άλλο πέρα από αυτό που επιθυμεί η Γερμανία.
«Πρώτον διότι το γερμανικό κεφάλαιο (που έχει επενδυθεί) σε αυτές είναι πολύ μεγάλο. Επίσης οι χώρες αυτές έχουν υψηλά χρέη και έχουν εφαρμόσει σκληρές πολιτικές λιτότητας. Αν μια από αυτές τις χώρες αμφισβητήσει τους κανόνες που χρησιμοποιούνται εναντίον της Ελλάδας, τότε οι πιστωτές της θα αυξήσουν τα επιτόκιά της διότι θα φοβηθούν ότι αυξάνονται οι κίνδυνοι», εξήγησε ο Μελανσόν.
Ερωτηθείς σχετικά με τι ανταλλάγματα αναμένει βοήθεια η Ελλάδα, ο ιδρυτής του Κόμματος της Αριστεράς απάντησε: «Η Ελλάδα δεν έχει πλέον ανταλλάγματα να δώσει. Οι παραγωγικές ικανότητες, το σύστημα υγείας και άλλες δομές έχουν καταστραφεί πλήρως. Θα πρέπει να αναρωτηθεί κανείς γιατί και αν μια πολιτική που οδήγησε σε τέτοια οικονομική συρρίκνωση μπορεί να βελτιώσει την κατάσταση. Φυσικά και όχι. Η Ελλάδα θα πρέπει να μπορέσει να αναπνεύσει».
Τέλος, ο Μελανσόν τόνισε ότι «στο υπάρχον πλαίσιο τα χρέη (της Ελλάδας) δεν μπορούν να αποπληρωθούν. Επίσης πρέπει να πραγματοποιηθεί μια διάσκεψη για το χρέος στην Ευρώπη. Δεύτερον, να τεθεί ένα μορατόριουμ ώστε η Ελλάδα να μπορέσει να αναπνεύσει. Και πρέπει να φροντίσουμε ξανά για τη ρευστότητα, για νέα χρήματα (προς την Αθήνα)».