Οι ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν πληρώσει περισσότερα από 20 δισ. ευρώ στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στη διάρκεια της πενταετίας των αρνητικών επιτοκίων.
Η ΕΚΤ μείωσε το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων(deposit rate) σε επίπεδα κάτω του μηδενός στις 11 Ιουνίου του 2014, μειώνοντάς το στο -0,1%. Τον Μάρτιο του 2016 το μείωσε στο 0,4%. Με την πολιτική των αρνητικών επιτοκίων, η ΕΚΤ ήθελε να δώσει πρόσθετο κίνητρο στις τράπεζες της Ευρωζώνης για χορηγήσεις δανείων, αντί να «παρκάρουν» τη ρευστότητά τους στην ΕΚΤ.
Παρ’ όλα αυτά, ανάλυση του CNBC δείχνει ότι στη διάρκεια της πενταετίας αρνητικών επιτοκίων, οι ευρωπαϊκές τράπεζες μεταβίβασαν έσοδα 21,4 δισ. ευρώ(24,2 δισ. δολάρια) στην ΕΚΤ. Μόνο το 2018, κατέβαλαν το ποσό-ρεκόρ των 7,5 δισ. ευρώ υπό τη μορφή πλεονασματικών καταθέσεων, δηλαδή μεταβίβαζαν καθημερινά στην ΕΚΤ 21 εκατ. ευρώ, σύμφωνα με το CNBC, που επικαλείται έκθεση της τραπεζικής πλατφόρμας Deposit Solutions.
Oι γερμανικές τράπεζες αντιπροσωπεύουν το ένα-τρίτο(33%) του συνόλου από το 2016 έως το 2018, με τις γαλλικές τράπεζες να αντιπροσωπεύουν το 24% και οι ολλανδικές 13%.
Η έκθεση, που αναλύει στοιχεία της ΕΚΤ, δείχνει επίσης ότι οι χρεώσεις της ΕΚΤ στις καταθέσεις που «παρκάρουν» οι τράπεζες της Ευρωζώνης έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην κερδοφορία τους, ισοδυναμώνοντας με 4% υποχώρηση των κερδών το 2018. Το μεγαλύτερο βάρος επωμίζονται τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της Γερμανίας, χάνοντας 9% των κερδών.
Η ανάλυση της Deposit Solutions δείχνει ότι αυξάνεται το κόστος με τις πληρωμένες τόκων για τις γερμανικές τράπεζες να έχουν σχεδόν διπλασιασθεί στη διάρκεια της τελευταίας τριετίας.
Σχολιάζοντας την έκθεση, ο διευθύνων σύμβουλος της Deposit Solutions, Τιμ Σίβερς, δήλωσε ότι οι τράπεζες θα πρέπει να προβούν σε λύσεις για τη μείωση του βάρους των αρνητικών επιτοκιών, όπως το να λειτουργήσουν ως πλατφόρμες καινα προσφέρουν στους πελάτες εναλλακτικές επιλογές καταθετικών προϊόντων μέσω τρίτων.