Skip to main content

ΙΕΛΚΑ: Μικρό το όφελος από τη μείωση του ΦΠΑ

Στα 86 ευρώ ανά έτος ανέρχεται το οικονομικό όφελος ανά νοικοκυριό από την εκτιμώμενη μείωση του ΦΠΑ στα προϊόντα που μετατάσσονται από συντελεστή ΦΠΑ 24% σε συντελεστή ΦΠΑ 13%, σύμφωνα με ανάλυση που πραγματοποίησε το Ινστιτούτο Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ). 

Σύμφωνα με τα στοιχεία της ανάλυσης των οικογενειακών προϋπολογισμών της ΕΛΣΤΑΤ, οι ετήσιες αγορές ανά νοικοκυριό σε είδη διατροφής, μη αλκοολούχα ποτά και αλκοολούχα ποτά (σε όλα τα σημεία πώλησης) ανέρχονταν σε 3.668,40 ευρώ. Στην άσκηση θεωρητικής αντικατάστασης του ΦΠΑ 24% με ΦΠΑ 13% στα προϊόντα που ορίζει ο νόμος 4611/2019, το ποσό αυτό μειώνεται σε 3.582,41 ευρώ, μείωση 85,99 ευρώ, ή 2,34%. Πρακτικά τα συγκεκριμένα προϊόντα αντιπροσωπεύουν περίπου το 26% των πωλήσεων του λιανεμπορίου τροφίμων (όλα τα σημεία πώλησης).

Όσον αφορά το κανάλι του σούπερ μάρκετ, η συγκεκριμένη μείωση αφορά περίπου κατά μέσο όρο το 15% του αριθμού των ειδών (περίπου 7.500 κωδικοί προϊόντων), μεγέθη που διαφέρουν ανάλογα με την γκάμα προϊόντων που παρέχει κάθε κατάστημα. Οι σημαντικότερες εξοικονομήσεις για τα ελληνικά νοικοκυριά εκτιμάται ότι θα καταγραφούν στα αρτοσκευάσματα, στα αλλαντικά, στα δημητριακά και στα σνακ.

Τονίζεται ότι αυτοί οι υπολογισμοί αφορούν το ιδεατό σενάριο της μείωσης των τιμών σε πλήρη αντιστοιχία με τη μείωση του ΦΠΑ, κάτι που όπως έχει ανακοινωθεί από τις μεγάλες αλυσίδες σούπερ μάρκετ θα πραγματοποιηθεί, αλλά δεν είναι βέβαιο ότι θα υλοποιηθεί εξίσου από τη μικρή λιανική. Επίσης οι υπολογισμοί υποθέτουν ότι δεν θα αλλάξουν οι καταναλωτικές συνήθειες, π.χ. δεν θα στραφεί ο καταναλωτής στα προϊόντα με μειωμένο ΦΠΑ αυξάνοντας τις πωλήσεις τους.

Ωστόσο, όπως επισημαίνει το ΙΕΛΚΑ, παρά τη μείωση του συντελεστή ΦΠΑ σε επιλεγμένα προϊόντα, η Ελλάδα παραμένει μία από τις χώρες με την υψηλότερη φορολόγηση στα τρόφιμα. Ο αυξημένος ΦΠΑ αποτελεί και ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα για τον κλάδο λιανεμπορίου τροφίμων και των προμηθευτών του, όπως και η αβεβαιότητα, η χαμηλή κερδοφορία, αλλά και η δυσκολία εξασφάλισης τραπεζικού δανεισμού.