Skip to main content

ΙΟΒΕ: Στα 6,1 δισ. ευρώ η συνεισφορά του φαρμακευτικού κλάδου στο ΑΕΠ

Η «βόμβα» του δημογραφικού, που συνεπάγεται αύξηση των δαπανών για φαρμακευτική και υγειονομική περίθαλψη, η ουσιαστική συνεισφορά του κλάδου φαρμάκων στην ελληνική οικονομία, αλλά και η επιτακτική ανάγκη για επενδύσεις σε έρευνα και ανάπτυξη, επισημαίνονται στην έκθεση για την εικόνα της φαρμακευτικής αγοράς στην Ελλάδα, που παρουσίασε το ΙΟΒΕ, σε συνεργασία με τον Σύνδεσμο Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος(ΣΦΕΕ).

Στη μελέτη, «η φαρμακευτική αγορά στην Ελλάδα: Γεγονότα και Στοιχεία 2018», εκτιμάται ότι άμεση συνεισφορά του φαρμακευτικού κλάδου στο ΑΕΠ της χώρας ανέρχεται στο 1,6 δισ. ευρώ, με συνολική συνεισφορά σε όρους ΑΕΠ στο 6,1 δισ. ευρώ το 2017(3,4% του ΑΕΠ).

Ενδεικτικά, η μελέτη αναφέρει ότι για κάθε ευρώ προστιθέμενης αξίας των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στον κλάδο φαρμάκου, το αντίστοιχο όφελος για την ελληνική οικονομία(σε όρους ΑΕΠ) ανέρχεται στα 2,9 ευρώ.

Στην έκθεση υπογραμμίζεται η ανάγκη για την αύξηση των επενδύσεων για έρευνα και ανάπτυξη. Μια αύξηση των επενδύσεων του φαρμακευτικού κλάδου για έρευνα και ανάπτυξη στο 10% του κύκλου εργασιών θα συνεπαγόταν έως και 132 εκατ. ευρώ αύξηση του ΑΕΠ της χώρας, τη δημιουργία 2.540 νέων θέσεων εργασίας και αύξηση των εσόδων του Δημοσίου κατά 25 εκατ. ευρώ.

Το δημογραφικό παραμένει μείζον ζήτημα, καθώς διαχρονικά σημειώνεται μείωση των γεννήσεων (κατά 36 χιλ. άτομα το 2017) και αύξηση του γηραιότερου πληθυσμού (άνω των 65 ετών), από 21,9% του συνολικού πληθυσμού το 2017 στο 36,5% το 2050. Επίσης, επισημαίνεται η αυξανόμενη ανάγκη για φαρμακευτική και υγειονομική περίθαλψη, κάτι που συνεπάγεται και αυξημένη ανάγκη για δημόσια χρηματοδότηση σε δαπάνες υγείας και φαρμακευτική κάλυψη. Η συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα έχει ενισχυθεί σημαντικά, αλλά δεν είναι βέβαιο ότι αυτή μπορεί να διατηρηθεί σε υψηλά επίπεδα σε ένα περιβάλλον μακροχρόνιας ανεργίας και μείωσης του εισοδήματος των Ελλήνων.

Στον τομέα των δαπανών για φαρμακευτική κάλυψη, που αποτελεί ωστόσο ένα μικρό μέρος της συνολικής δαπάνης για την υγεία (περί το 20%), στην Ελλάδα η συνολική εξωνοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη διαμορφώθηκε στα 3,6 δισ. ευρώ το 2018 (εκ των οποίων μόλις το 1,945 εκατ. ευρώ αποτελεί δημόσια χρηματοδότηση). Παράλληλα, το βάρος μετατοπίστηκε στους ασθενείς και στον ιδιωτικό τομέα με το μεγαλύτερο μέρος να το επωμίζεται ο φαρμακευτικός κλάδος, μέσω των υποχρεωτικών επιστροφών και εκπτώσεων (clawback & rebates) που καταβάλει.

Παρά τη σημαντική επίπτωση από τη δημοσιονομική προσαρμογή στη δημόσια χρηματοδότηση, η φαρμακοβιομηχανία εξακολουθεί να δαπανά σημαντικά ποσά για Ε&Α, καθώς αντιπροσωπεύει το 8% της συνολικής ιδιωτικής δαπάνης για Ε&Α στην Ελλάδα (2015), ενώ μέχρι το 2018 διεξήχθησαν 2.506 κλινικές μελέτες ανεξαρτήτου τύπου και φάσης (1.434 ολοκληρωμένες). Η παραγωγή φαρμακευτικών προϊόντων σε αξία το 2017 ανήλθε στα €954 εκατ., ενώ η προστιθέμενη αξία στα €668 εκατ. (3,0% μερίδιο στον κλάδο της μεταποίησης). Οι απασχολούμενοι στην παραγωγή φαρμακευτικών προϊόντων άγγιξαν τα 14,4 χιλ. άτομα το 2017, με το 60,5% των απασχολούμενων να είναι πανεπιστημιακής εκπαίδευσης. Σημαντικός είναι και ο ρόλος του φαρμακευτικού κλάδου στο συνολικό εξωτερικό εμπόριο, καθώς οι εξαγωγές φαρμακευτικών προϊόντων ανήλθαν το 2018 σε 1,4 δισ. ευρώ και αντιστοιχούν στο 4,3% του συνόλου των ελληνικών εξαγωγών όλων των αγαθών για το 2018.

Το ΙΟΒΕ προχώρησε επίσης σε εκτίμηση του οικονομικού αποτυπώματος του κλάδου του φαρμάκου στην ελληνική οικονομία. Σε όρους απασχόλησης, η συνολική συνεισφορά εκτιμάται σε 122 χιλ. θέσεις εργασίας (ή 3,0% της συνολικής απασχόλησης). Δηλαδή κάθε θέση εργασίας στον κλάδο του φαρμάκου υποστηρίζει άλλες 4,7 ισοδύναμες θέσεις πλήρους απασχόλησης συνολικά στην οικονομία. Τέλος, η επίδραση στα φορολογικά έσοδα από τη δραστηριότητα του κλάδου φαρμάκου εκτιμάται περίπου στα 1,7 δισ. ευρώ.

Στην ομιλία του κατά την παρουσίαση της έκθεσης, ο πρόεδρος του ΣΦΕΕ, κ. Ολύμπιος Παπαδημητρίου, σημείωσε ότι παρά την έξοδο από τα μνημόνια, η λιτότητα στον χώρο της υγείας συνεχίζεται με τη λογική της κλειστής φαρμακευτικής δαπάνης να επεκτείνεται μέχρι το 2022 με νομοθετική ρύθμιση, γεγονός που επιδεινώνει ακόμη περισσότερο τις συνθήκες λειτουργίας και τις προοπτικές του κλάδου στη χώρα. Στη συνέχεια, εξέφρασε τον έντονο προβληματισμό των εταιρειών του κλάδου για την χρονιά που διανύουμε, προειδοποιώντας για το ενδεχόμενο σοβαρών ελλείψεων στην αγορά. «Οι προβλέψεις για τη φετινή χρονιά, αλλά και για τις επόμενες, φαντάζουν εξαιρετικά δυσοίωνες. Ήδη για το πρώτο δίμηνο (Ιανουάριος-Φεβρουάριος 2019) το clawback του ΕΟΠΥΥ είναι αυξημένο κατά 16% συγκριτικά με το πρώτο δίμηνο του 2018. Η είσοδος νέων καινοτόμων θεραπειών στη χώρα καθίσταται προβληματική, ενώ δεν αποκλείεται να κινδυνεύσουν να λείψουν από την αγορά και καθιερωμένες θεραπείες που ήδη χρησιμοποιούνται από σημαντικό αριθμό ασθενών». Κλείνοντας ανέφερε: «Με την παρούσα κατάσταση καθίσταται ανύπαρκτη κάθε δυνατότητα μελλοντικού σχεδιασμού και απομακρύνεται το τρένο της ανάπτυξης. Βγήκαμε από τα μνημόνια, αλλά όχι από την κρίση», τόνισε ο κ. Παπαδημητρίου.