Από την έντυπη έκδοση
Του Σταμάτη Ζησίμου
[email protected]
Στην Ολομέλεια της Βουλής εισέρχεται σήμερα το ν/σχ «Εξωδικαστικός Μηχανισμός Ρύθμισης Οφειλών Επιχειρήσεων». Το νομοσχέδιο αναμένεται να ψηφιστεί το αργότερο έως αύριο Παρασκευή (σ.σ.: θα εξαρτηθεί από τον αριθμό των ομιλητών), ωστόσο σε εφαρμογή θα τεθεί τρεις μήνες μετά την ψήφισή του, καθώς θα πρέπει να ολοκληρωθεί η δημιουργία της ηλεκτρονικής πλατφόρμας μέσω της οποίας θα κατατίθενται οι αιτήσεις οφειλετών και πιστωτών για την αναδιάρθρωση των επιχειρηματικών χρεών.
Σύμφωνα με στελέχη του υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης, κατά τη διάρκεια της συζήτησης, δεν πρόκειται να υπάρξουν ουσιώδεις τροποποιήσεις του αρχικού νομοσχεδίου, εντούτοις θα υπάρξουν ορισμένες νομοτεχνικές βελτιώσεις οι οποίες σχετίζονται με τη διασφάλιση των εμπλεκόμενων μερών, αλλά και την αποσυμφόρηση σε έναν βαθμό των Πρωτοδικείων από τον όγκο των αιτήσεων που θα επικυρώνονται δικαστικά.
Συγκεκριμένα, στο θέμα της αναστολής των πληρωμών των υπερχρεωμένων επιχειρήσεων, ο υπουργός Δημήτρης Παπαδημητρίου έχει προαναγγείλει ότι θα τροποποιηθεί η αρχική ρύθμιση που προέβλεπε την αναστολή με την υποβολή της αίτησης, ώστε αυτή (η αναστολή) να τίθεται σε εφαρμογή με την αποστολή προσκλήσεων στους πιστωτές από τον συντονιστή της διαδικασίας.
Ο υπουργός έχει εξαγγείλει και την αντικατάσταση της αρχικής πρόβλεψης για τη δικαστική επικύρωση των συμφωνιών αναδιάρθρωσης με μια απλοποιημένη διαδικασία για τις περιπτώσεις συμφωνιών αναδιάρθρωσης στις οποίες δεν έχουν υποβληθεί ενστάσεις και δεν υπάρχει διαγραφή οφειλής μη συμβαλλόμενου πιστωτή. Η επικύρωση των συμφωνιών αυτών θα μπορεί να γίνεται από το μονομελές πρωτοδικείο αντί του πολυμελούς της έδρας της επιχείρησης, χωρίς να παρεμβάλλεται ακροαματική διαδικασία, με τη δυνατότητα ωστόσο των συμβαλλόμενων πιστωτών να ασκήσουν ανακοπή.
Η διάταξη αυτή εκτιμάται ότι θα έχει ως αποτέλεσμα την αποσυμφόρηση των πολυμελών πρωτοδικείων, τα οποία με ακροαματική διαδικασία θα επιλαμβάνονται υποθέσεων στις οποίες υπάρχουν ενστάσεις είτε από τον οφειλέτη είτε από τους συμμετέχοντες πιστωτές.
Επιπρόσθετα, το υπουργείο προτίθεται να διευρύνει τις δυνατότητες του εμπειρογνώμονα, ώστε να συμπεριληφθεί σε αυτές και η επαλήθευση του πίνακα απαιτήσεων πιστωτών, για να περιορισθεί ο κίνδυνος κατάθεσης εικονικών απαιτήσεων.
Οι τράπεζες, με βάση την εμπειρία από το προηγούμενο πλαίσιο εξωδικαστικής διευθέτησης, εξέφρασαν την ανησυχία ότι θα εμφανιστούν εικονικές απαιτήσεις, προκειμένου να διευκολυνθεί η επίτευξη του απαραίτητου ποσοστού συναίνεσης πιστωτών για τις περιπτώσεις που η αίτηση υποβάλλεται από τον οφειλέτη. Για να αντιμετωπιστεί ο παραπάνω κίνδυνος ζήτησαν να προστεθεί στα δικαιολογητικά της αίτησης η κατάθεση βεβαίωσης υπογεγραμμένης από ορκωτό ελεγκτή για την ακρίβεια και εγκυρότητα της κατάστασης πιστωτών.
Υπενθυμίζουμε ότι δικαίωμα υπαγωγής στον μηχανισμό έχει κάθε επιχείρηση που κατά την 31η Δεκεμβρίου 2016 είχε οφειλή από δάνειο ή πίστωση σε καθυστέρηση τουλάχιστον 90 ημερών ή οφειλή που ρυθμίστηκε μετά την 1η Ιουλίου 2016 προς χρηματοδοτικό φορέα ή είχε ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τη Φορολογική Διοίκηση ή προς Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης ή προς άλλο νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, περιλαμβανομένων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, ή είχε βεβαιωθεί η μη πληρωμή επιταγών εκδόσεώς του λόγω μη επαρκούς υπολοίπου.
Ωστόσο, για τις επιχειρήσεις αυτές τίθενται και κριτήρια επιλεξιμότητας τα οποία ορίζουν ότι:
- *Ο οφειλέτης που τηρεί απλογραφικό λογιστικό σύστημα κρίνεται επιλέξιμος για υπαγωγή στην εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών εφόσον έχει θετικό καθαρό αποτέλεσμα προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων σε μία τουλάχιστον από τις τελευταίες τρεις χρήσεις πριν από την υποβολή της αίτησης.
- Ο οφειλέτης που τηρεί διπλογραφικό λογιστικό σύστημα κρίνεται επιλέξιμος για υπαγωγή στην εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών εφόσον πληροί μία από τις παρακάτω προϋποθέσεις: σε μία τουλάχιστον από τις τελευταίες τρεις χρήσεις πριν από την υποβολή της αίτησης έχει θετικά αποτελέσματα προ τόκων, φόρων και αποσβέσεων, ή έχει θετική καθαρή θέση (equity).
Πάντως, ο αριθμός των επιχειρήσεων που δυνητικά μπορούν να «διασωθούν» από τον εξωδικαστικό μηχανισμό παραμένει άγνωστος, αφού έως αυτή τη στιγμή δεν έχει καταστεί εφικτή η διασύνδεση των δεδομένων των τραπεζών, του Δημοσίου και των ασφαλιστικών ταμείων, ώστε να υπάρχει σαφής εικόνα των βιώσιμων επιχειρήσεων. Συνεπώς, αν και οι υπερχρεωμένες επιχειρήσεις ανέρχονται στις 400.000, εντούτοις ουδείς μπορεί να προβλέψει πόσες εξ αυτών πληρούν τις προϋποθέσεις υπαγωγής στο πλαίσιο, κρινόμενες ως βιώσιμες.