Skip to main content

Κυβερνήσεις και επενδυτές περιμένουν σήμα από την ΕΚΤ για την αγορά χρέους

Από την έντυπη έκδοση

Των Θάνου Τσίρου και Έφης Τριήρη

Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η ελληνική πλευρά, η οποία περιμένει οι ενέργειες της ΕΚΤ να επηρεάσουν τις αποδόσεις των ομολόγων για να προχωρήσει άμεσα και υπό τις καλύτερες δυνατές συνθήκες το πρόγραμμα έκδοσης νέων χρεογράφων. 

Εφόσον το επιτρέψουν οι συνθήκες, ο ΟΔΔΗΧ θα επιδιώξει να δανειστεί και περισσότερα από 12 δισ. ευρώ προκειμένου να στηριχτεί το διευρυμένο πακέτο μέτρων στήριξης του 2021 χωρίς να πιεστούν τα ταμειακά διαθέσιμα. Υπενθυμίζεται ότι το φετινό στρατηγικό σχέδιο του ΟΔΔΗΧ προβλέπει ότι θα αντληθούν από τις αγορές έως και 12 δισ. ευρώ, κάτι που θα έχει ως αποτέλεσμα να αυξηθεί το χρέος της γενικής κυβέρνησης στα 345 δισ. ευρώ και να μειωθούν τα ταμειακά διαθέσιμα στα 25 δισ. ευρώ. Ωστόσο, αυτός ο προγραμματισμός είχε γίνει με την παραδοχή ότι το πρωτογενές έλλειμμα θα διατηρηθεί στο επίπεδο των 8 δισ. ευρώ. Από τη στιγμή που η κυβέρνηση αποφάσισε να αυξήσει τον «λογαριασμό» των μέτρων στήριξης, είναι δεδομένο ότι θα υπάρξει και αύξηση του πρωτογενούς ελλείμματος. Με βάση το αναθεωρημένο πλάνο, το χρέος αναμένεται ότι θα αυξηθεί προς τα 348 δισ. ευρώ, ενώ τα ταμειακά διαθέσιμα θα περιοριστούν και κάτω από τα 24 δισ. ευρώ. 

Η διατήρηση του καλού κλίματος στις αγορές και του αγοραστικού ενδιαφέροντος για τους ελληνικούς τίτλους θεωρείται εξαιρετικά σημαντική υπόθεση για την κυβέρνηση και τον ΟΔΔΗΧ. Γι’ αυτό και εκπέμπονται συνεχώς «μηνύματα» με αποδέκτες τις αγορές όπως τα ακόλουθα: 

1. Η Ελλάδα στηρίζει με μέτρα στήριξης του πληττόμενους από την πανδημία αλλά δεν έχει λάβει μέτρα μόνιμου χαρακτήρα. Αυτό στην πράξη σημαίνει ότι και η επιστροφή σε μια δημοσιονομική κανονικότητα είναι πιο εύκολη συγκριτικά με το αν θα είχαν ενεργοποιηθεί μέτρα μόνιμου χαρακτήρα. 

2. Παρά τις τεράστιες χρηματοδοτικές ανάγκες που προκάλεσαν τα μέτρα στήριξης, η Ελλάδα διατηρεί σημαντικό υπόλοιπο στον λογαριασμό των ταμειακών διαθεσίμων. 

3. Στις αγορές, με την προώθηση αποφάσεων όπως η πρόωρη αποπληρωμή του χρέους προς το ΔΝΤ στέλνεται το μήνυμα ότι η χώρα μπορεί να προχωρεί σε κινήσεις αναδιάρθρωσης του χρέους παρά τις έκτακτες συνθήκες που επικρατούν. 

Το «φρένο» που πάτησε το τελευταίο διάστημα η ΕΚΤ όσον αφορά τον ρυθμό επαναγοράς ομολόγων στο πλαίσιο του PEPP προκάλεσε και την πρόσφατη αύξηση στις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων. Η προοπτική πως η ΕΚΤ θα προχωρήσει σε ανακοινώσεις αύριο «συγκράτησε» την αύξηση επαναφέροντας την απόδοση του 10ετούς κάτω από το 1% και πάλι (σ.σ.: η απόδοση είχε βρεθεί και στο 1,3%). Αν αποκατασταθεί η ηρεμία στην αγορά, ο ΟΔΔΗΧ θα κάνει την επόμενη κίνησή του καθώς ο βασικός στόχος είναι να καλυφθεί το μεγαλύτερο μέρος του φετινού προγράμματος δανεισμού όσο το δυνατόν νωρίτερα. 

Τελευταίο οχυρό τα 23 δισ. ευρώ

Ο βασικός στόχος είναι να κλείσει η χρονιά με τα ταμειακά αποθέματα να μην πέφτουν κάτω από τα 23 δισ. ευρώ. Αυτό είναι ένα σημαντικό «όριο». Μπορεί τα 23 δισ. ευρώ να φαντάζουν πολλά, ωστόσο τα περίπου 15-16 δισ. ευρώ χρειάζονται την έγκριση του ESM για να αποδεσμευτούν, ενώ περίπου 4-5 δισ. ευρώ είναι τα ταμειακά διαθέσιμα των φορέων της γενικής κυβέρνησης.

Λόγω των συνθηκών, στο οικονομικό επιτελείο εκτιμούν ότι αν χρειαστεί θα μπορούν να χρησιμοποιήσουν και τα δεσμευμένα κεφάλαια. Ωστόσο, θα καταβληθεί κάθε προσπάθεια να μη φτάσουμε σε αυτό το σημείο. Ακριβώς για να μη διακυβευτεί η εμπιστοσύνη των αγορών. 

Στάση αναμονής από τους επενδυτές

Παρόμοια στάση, δηλαδή της αναμονής, εν όψει και της αυριανής συνεδρίασης της ΕΚΤ κρατούν εκτός από τις κυβερνήσεις και οι επενδυτές. Οι ίδιοι περιμένουν να δουν εάν η Κεντρική Τράπεζα θα κάνει κάτι πιο δυναμικό για να συγκρατήσει την περαιτέρω άνοδο των ομολογιακών αποδόσεων. 

Ωστόσο και πάλι, τα τελευταία εβδομαδιαία στοιχεία δείχνουν ότι οι αγορές της ΕΚΤ παραμένουν κατά πολύ χαμηλότερα από τον ιστορικό μέσο όρο, εκπροσωπώντας μία αύξηση μόλις 7,7% από την αμέσως προηγούμενη εβδομάδα. Αρκεί να σημειωθεί ότι οι αγορές στο πλαίσιο του προγράμματος ΡΕΡΡ ανέρχονται στα 19,7 δισ. ευρώ εβδομαδιαίως κατά μέσο όρο από τον Μάρτιο του 2020, όταν τέθηκε σε ισχύ το πρόγραμμα, σύμφωνα με τη UniCredit βασιζόμενη στα στοιχεία της ΕΚΤ. 

Τα στοιχεία ενδεχομένως να πυροδοτήσουν νέες αμφιβολίες για το εάν τελικά η ΕΚΤ είναι διατεθειμένη να κρατήσει το κόστος δανεισμού κοντά στα ιστορικά χαμηλά επίπεδα των προηγούμενων μηνών, στηρίζοντας τις κυβερνήσεις που βρίσκονται αντιμέτωπες με άνευ προηγουμένου χρέη στην προσπάθειά τους να αντιμετωπίσουν την κρίση της πανδημίας με νέα μέτρα στήριξης. 

Οι διαμορφωτές πολιτικής της ΕΚΤ εμφανίστηκαν διχασμένοι ως προς το θέμα της μεγαλύτερης παρέμβασης στις αγορές εν όψει της συνεδρίασης της Πέμπτης. 

Αναλυτές: Γελοίο το ποσό αγοράς

Αυτό που ανησυχεί ιδιαίτερα και ίσως ενοχλεί τους επενδυτές είναι η σιωπηρή στάση της προέδρου Κριστίν Λαγκάρντ. «Μέχρι στιγμής επικρατεί απογοήτευση. 

Όμως, οι αγορές περιμένουν ότι η ΕΚΤ θα ρίξει περισσότερο χρήμα», αναφέρει ο στρατηγικός αναλυτής της Radobank, Ρίτσαρντ Μακγκουάιρ. 

Ο Λουίς Χαρό, στρατηγικός αναλυτής της Credit Agricole, χαρακτήρισε «γελοίο» το ποσό αγορών στο πλαίσιο του PEPP. «Βαρέθηκα με το μότο μην τα βάζετε με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και όπως φαίνεται σήμερα οι αγορές τα έχουν βάλει με την ΕΚΤ», αναφέρει χαρακτηριστικά. 

Ο Φρεντερίκ Ντακροζέτ, στρατηγικός αναλυτής της Banque Pictet & Cie, εκφράζει την απογοήτευσή του καθώς περίμενε ότι τα τελευταία στοιχεία της ΕΚΤ θα έδειχναν ότι οι εβδομαδιαίες αγορές ομολόγων αυξήθηκαν πάνω από τα 20 δισ. ευρώ.