Skip to main content

Ενδεχόμενο νέας αναβολής για τις αντικειμενικές αξίες

Από την έντυπη έκδοση

Του Θάνου Τσίρου
[email protected]

Σενάριο αναβολής της ανακοίνωσης των νέων αντικειμενικών αξιών για τον Μάιο ή ακόμη και τον Ιούνιο, ώστε η ενεργοποίησή τους να συνδυαστεί με την ψήφιση από τη Βουλή των νέων συντελεστών υπολογισμού του ΕΝΦΙΑ και του συμπληρωματικού φόρου ακινήτων, επεξεργάζονται στην κυβέρνηση. Όπως εκτιμάται στο κυβερνητικό στρατόπεδο, η μετάθεση της ημερομηνίας έναρξης των νέων αξιών μπορεί να τύχει της έγκρισης των δανειστών, καθώς το «προαπαιτούμενο», έτσι όπως έχει διατυπωθεί στο αναθεωρημένο κείμενο συμμόρφωσης, δεν αφορά πλέον αυτή καθαυτή την εξίσωση των εμπορικών αξιών των ακινήτων με τις αντικειμενικές, αλλά με την «επικαιροποίηση» των τιμών βάσει των οποίων θα υπολογιστεί ο ΕΝΦΙΑ του 2018. Ούτως ή άλλως, είναι προγραμματισμένο να κατατεθεί μεταβατική νομοθετική ρύθμιση στη Βουλή, η οποία θα ορίζει ότι ειδικά για φέτος ο ΕΝΦΙΑ θα υπολογιστεί όχι με βάση τις αντικειμενικές αξίες των ακινήτων κατά την 1η Ιανουαρίου του έτους, αλλά με τις νέες αξίες που θα οριστούν. Όσον αφορά τις μεταβιβάσεις (αγοραπωλησίες, δωρεές, γονικές παροχές), αυτές θα υπολογίζονται με βάση τις νέες αξίες από την ημέρα της ενεργοποίησής τους και όχι νωρίτερα.

Τεχνικές δυσκολίες

Η αλλαγή των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων -με τις συνέπειες που αυτή επιφέρει στον υπολογισμό του ΕΝΦΙΑ- αντιμετωπίζεται από το οικονομικό επιτελείο ως θέμα μεγάλης τεχνικής, αλλά και πολιτικής, δυσκολίας. Με την υφυπουργό Οικονομικών Κατερίνα Παπανάτσιου να έχει ήδη παραδεχθεί δημόσια ότι οι εισηγήσεις των εκτιμητών φέρνουν αυξήσεις αντικειμενικών αξιών στο 60% των περιοχών της χώρας (περίπου 6.000 τιμές ζώνης σε σύνολο 10.000), προκύπτει ο εξής πολιτικός κίνδυνος: ο Αύγουστος, που έχει ήδη χαρακτηριστεί από την κυβέρνηση ως «ο μήνας εξόδου της χώρας από τα μνημόνια», να επισκιαστεί από την αποστολή εκατομμυρίων ειδοποιητηρίων με φουσκωμένο ΕΝΦΙΑ. Το ότι και φέτος ο Αύγουστος θα είναι ο μήνας εκκαθάρισης του ΕΝΦΙΑ θεωρείται περίπου δεδομένο για τους ακόλουθους λόγους:

* Πρώτον, πριν από τον Ιούνιο, ακόμη και αν έχουν «κλειδώσει» οι αντικειμενικές αξίες, δεν θα υπάρξουν οι νέοι συντελεστές υπολογισμού του ΕΝΦΙΑ, οι οποίοι θα πρέπει να οριστούν, αλλά και να περάσουν από την έγκριση του κουαρτέτου, προκειμένου να συμφωνηθεί ότι δεν προκύπτει μείωση της απόδοσης του φόρου για τη φετινή χρονιά, αλλά και για το 2019 (δεδομένου ότι ο ΕΝΦΙΑ της επόμενης χρονιάς θα υπολογιστεί και πάλι με τις τιμές ζώνης που θα ανακοινωθούν το επόμενο διάστημα).

* Δεύτερον, πριν από το τέλος Ιουνίου δεν θα έχει ολοκληρωθεί καν η διαδικασία υποβολής των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος. Από τη στιγμή, μάλιστα, που το σύστημα υποβολής των φετινών φορολογικών δηλώσεων δεν έχει ανοίξει ακόμη (το πιθανότερο είναι να ενεργοποιηθεί μετά το Πάσχα), το ενδεχόμενο παράτασης στις προθεσμίες υποβολής μέχρι και τις αρχές Ιουλίου φαντάζει πλέον εξαιρετικά πιθανό. Χωρίς τα εισοδήματα του 2017 η εκκαθάριση του ΕΝΦΙΑ δεν μπορεί να προχωρήσει, καθώς δεν είναι δυνατόν να υπολογιστούν οι εκπτώσεις στον φόρο ακινήτων ή και οι πλήρεις απαλλαγές, αφού αυτές είναι συνδεδεμένες με το εισόδημα της περσινής χρονιάς.

Τα «χαρτιά» της κυβέρνησης

Ο λόγος για τον οποίο κερδίζει έδαφος το σενάριο ταυτόχρονης -ή εν πάση περιπτώσει με μικρή χρονική απόκλιση- ανακοίνωσης των αντικειμενικών αξιών και των νέων συντελεστών υπολογισμού του ΕΝΦΙΑ είναι επίσης πολιτικός. Στο οικονομικό επιτελείο θέλουν -όπως παραδέχεται υψηλόβαθμο κυβερνητικό στέλεχος- να αποφύγουν με κάθε τρόπο το ενδεχόμενο να υποχρεώσουν τους ιδιοκτήτες ακινήτων σε «λαϊκές» περιοχές να πληρώσουν περισσότερο ΕΝΦΙΑ. Ακόμη κι αν οι επιβαρύνσεις είναι περιορισμένες σε απόλυτο αριθμό (π.χ. για ένα ακίνητο 60 τ.μ. στο Ίλιον ή στο Κερατσίνι μια αύξηση της τιμής ζώνης του ΕΝΦΙΑ κατά 20% μπορεί να ισοδυναμεί με αύξηση του ΕΝΦΙΑ κατά 20-30 ευρώ σε ετήσια βάση), ο αριθμός των εκκαθαριστικών που θα φέρει περισσότερα βάρη μπορεί να είναι τεράστιος (άνω των 2-2,5 εκατομμυρίων). Για να αποφευχθεί το φαινόμενο επιβάρυνσης των πολλών, η κυβέρνηση έχει δύο «χαρτιά» στα χέρια της:

– Το πρώτο έχει να κάνει με την τροποποίηση των αντικειμενικών αξιών με τέτοιο τρόπο ώστε να μην προκαλεί μεγάλες ή και καθόλου επιβαρύνσεις στον ΕΝΦΙΑ. Η δυνατότητα «πολιτικής» παρέμβασης στη λίστα των τιμών ζώνης υπάρχει, καθώς οι προτάσεις των εκτιμητών ή το πόρισμα της δευτεροβάθμιας επιτροπής δεν έχουν δεσμευτικό χαρακτήρα για την κυβέρνηση. Κρατώντας αδημοσίευτες τις νέες αξίες, η κυβέρνηση κερδίζει πολύτιμο χρόνο καταρχήν για να «μετρήσει» τις αυξήσεις που επέρχονται στον ΕΝΦΙΑ και κατά δεύτερο λόγο για να κάνει τις απαιτούμενες προσαρμογές.

– Το δεύτερο χαρτί έχει να κάνει με τις τροποποιήσεις των συντελεστών, οι οποίες, όμως, από μόνες τους δύσκολα μπορούν να οδηγήσουν στο επιθυμητό αποτέλεσμα. Μαζικές μειώσεις συντελεστών ΕΝΦΙΑ για τις λεγόμενες «φθηνές» περιοχές μπορεί να έχουν τεράστιο δημοσιονομικό κόστος λόγω της υπερσυγκέντρωσης ακινήτων στις φθηνές περιοχές. Για να καλυφθεί αυτό το κόστος θα πρέπει μετά να υπάρξουν γενναίες αυξήσεις συντελεστών στις «ακριβές» ζώνες (που ήδη επιβαρύνονται υπερβολικά), αλλά και στον συμπληρωματικό φόρο.

Παράταση της ημερομηνίας ενεργοποίησης των νέων αντικειμενικών αξιών σημαίνει ότι το οικονομικό επιτελείο θα κρατήσει και τα δύο χαρτιά πάνω στο τραπέζι, κάνοντας και τους απαιτούμενους «συνδυασμούς». Το τελικό ζητούμενο στη διαπραγμάτευση που θα γίνει με τους δανειστές, στο πλαίσιο της τέταρτης αξιολόγησης, είναι να συμφωνηθεί ένας συνδυασμός «αξιών – συντελεστών» ο οποίος θα αποδίδει και πάλι φορολογικά έσοδα 2,65 δισ. ευρώ, κάτι που για να συμβεί απαιτείται η βεβαίωση από τον κύριο και τον συμπληρωματικό φόρο να φτάνει στα 3,2 δισ. ευρώ.

Εκπνέει το αρχικό χρονοδιάγραμμα

Το επίσημο χρονοδιάγραμμα που υπάρχει μέχρι τώρα σχετικά με το θέμα των αντικειμενικών αξιών, αλλά και των φόρων στα ακίνητα, ορίζει ότι οι νέες τιμές ζώνης θα πρέπει να ανακοινωθούν μέχρι το τέλος Μαρτίου (ουσιαστικά δηλαδή μέχρι αύριο). Προφανώς αυτό δεν πρόκειται να συμβεί, καθώς η δευτεροβάθμια επιτροπή που έχει συγκροτηθεί προκειμένου να επεξεργαστεί τις προτάσεις που κατέθεσαν οι περίπου 250 εκτιμητές πήρε στα χέρια της τις αξίες μόλις στις 22 Μαρτίου.