Skip to main content

Αυστηρότερα περιουσιακά κριτήρια για την προστασία της α’ κατοικίας

Από την έντυπη έκδοση 

Σημαντικές αλλαγές στο πλαίσιο προστασίας της πρώτης κατοικίας επιφέρει η νομοθετική ρύθμιση που κατατέθηκε χθες στο βράδυ στη Βουλή και η οποία προσεγγίζει τις θέσεις των θεσμών, αν και παραμένουν ανοιχτά ζητήματα, σε μια προσπάθεια να βρεθεί χρυσή τομή μεταξύ των δύο πλευρών, οι οποίες απείχαν μέχρι και το Euro Working Group της Δευτέρας.

Έτσι, τα αρχικά όρια προστασίας που προωθούσε η κυβέρνηση «κουρεύτηκαν», με αποτέλεσμα να καταστούν αυστηρότερα τα περιουσιακά κριτήρια των αιτούντων προστασία, με μείωση των ορίων των καταθέσεων και της ακίνητης περιουσίας τους, ενώ για την αξία της 1ης κατοικίας που είναι συνδεμένη με επιχειρηματικά δάνεια το όριο της αξίας της μειώνεται στο ποσό των 175.000 ευρώ, από 250.000 ευρώ που ισχύει για τα φυσικά πρόσωπα.

Tα όρια προστασίας

Η διάταξη καθορίζει τα όρια προστασίας, τη διαδικασία ένταξης, η οποία θα γίνεται μέσω ειδικής ηλεκτρονικής πλατφόρμας, ενώ οι αιτούντες προστασία θα παραιτούνται υποχρεωτικά από το τραπεζικό και το φορολογικό απόρρητο. Όσοι ενταχθούν στη ρύθμιση θα τυγχάνουν και κρατικής συνδρομής στην αποπληρωμή της δόσης του δανείου. Η διάρκεια του δανείου θα προσδιορίζεται πλέον σε 25 χρόνια και μέχρι το 80ό έτος του δανειολήπτη, ενώ το επιτόκιο θα είναι ίσο με το Euribor τριμήνου προσαυξημένο κατά 2%.

Σύμφωνα με πληροφορίες, οι θεσμοί επιθυμούν και θα απαιτήσουν να υπάρξει δέσμευση σε ό,τι αφορά τη δευτερεύουσα νομοθεσία η οποία δεν είναι έτοιμη. Σε κάθε περίπτωση, οι θεσμοί δείχνουν να επιζητούν κάποιες σοβαρές διασφαλίσεις για τα θέματα που είτε θα περιγράφονται στο νέο νομοθέτημα με περαιτέρω προσθήκες που θα λάβουν ως την ψήφισή του είτε οι διασφαλίσεις θα αποτελέσουν ένα άλλο δεσμευτικό κείμενο που θα μετουσιωθεί σε θεσμικό πλαίσιο σε έναν δεύτερο αλλά σύντομο χρόνο.

Εξάλλου, οι θεσμοί θα είναι παρόντες και πάλι την 1η Απριλίου και θα συζητήσουν τα θέματα αυτά με ορίζοντα το Eurogroup της 5ης Απριλίου. Σε κάθε περίπτωση, η εκταμίευση της δόσης θα εξαρτηθεί σε σημαντικό βαθμό και από την επίλυση όλων των παραπάνω.

Αρνητική κουλτούρα πληρωμών

Οι θεσμοί θέλουν να διασφαλίσουν ότι το θεσμικό πλαίσιο δεν θα βοηθήσει εκ νέου στη δημιουργία μιας αρνητικής κουλτούρας πληρωμών, πως οι εκκρεμότητες του νόμου Κατσέλη θα μπορέσουν να εξεταστούν από τη νέα πλατφόρμα με τους όρους του προηγούμενου θεσμικού πλαισίου και εάν δεν πληρούνται τα κριτήρια η προστασία θα σταματήσει να υπάρχει. Επιθυμία τους είναι η θέσπιση αντικινήτρων ώστε κάποιος να μην μπορεί να κρύβει περιουσιακά στοιχεία μέσω συγγενικών προσώπων. Δηλαδή, κατ’ ουσίαν μιλούν για ένα ολοκληρωμένο πτωχευτικό δίκαιο που θα αφορά τους ιδιώτες.

Εν τω μεταξύ πυρετωδώς προετοιμάζονται οι τράπεζες προκειμένου να καταθέσουν στις 29 Μαρτίου τους νέους στόχους τριετίας για τα «κόκκινα» δάνεια.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις, τα νέα πλάνα θα προβλέπουν για φέτος μείωση των NPEs κατά τουλάχιστον 23,5 δισ. ευρώ, κάτι που αν συμβεί θα οδηγήσει σε περαιτέρω μείωση των «κόκκινων» δανείων στους στόχους της τριετίας.

Η μόνη τράπεζα που έχει ανακοινώσει τους στόχους για φέτος είναι η Eurobank (μείωση κατά 10 δισ. ευρώ), ενώ αναμένεται η ανακοίνωση και των άλλων τριών συστημικών τραπεζών.

Τι προβλέπει το νομοσχέδιο

Σε 250.000 ευρώ ορίζεται με βάση το σχέδιο νόμου το όριο της αξίας της πρώτης κατοικίας και στις 175.000 ευρώ σε ό,τι αφορά τα επιχειρηματικά δάνεια. Ανώτατο όριο οφειλής του υπερήμερου δανειολήπτη ορίζονται τα 130.000 ευρώ. Το πλαφόν στις καταθέσεις τίθενται στα 15.000 ευρώ. Προϋπόθεση για ένταξη είναι να υπάρχει ληξιπρόθεσμο δάνειο 90 ημερών στις 31.12.18.

Αναλυτικότερα:

* Η αξία της προστατευόμενης κύριας κατοικίας κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης δεν υπερβαίνει τα 175.000 ευρώ αν στις οφειλές περιλαμβάνονται επιχειρηματικά δάνεια και τα 250.000 ευρώ σε κάθε άλλη περίπτωση.

* Το οικογενειακό εισόδημα του αιτούντος φυσικού προσώπου, κατά το τελευταίο έτος για το οποίο υπάρχει δυνατότητα υποβολής φορολογικής δήλωσης, δεν υπερβαίνει τα 12.500 ευρώ. Το ποσό προσαυξάνεται κατά 8.500 ευρώ για τον σύζυγο και κατά 5.000 ευρώ για κάθε εξαρτώμενο μέλος και μέχρι τα τρία εξαρτώμενα μέλη.

* Αν το σύνολο των οφειλών υπερβαίνει τα 20.000 ευρώ, η ακίνητη περιουσία του αιτούντος, του συζύγου του και των εξαρτώμενων μελών, πέραν της κύριας κατοικίας του αιτούντος, καθώς και τα μεταφορικά μέσα του αιτούντος και του συζύγου του έχουν συνολική αξία που δεν υπερβαίνει τα 80.000 ευρώ.

* Οι καταθέσεις, τα χρηματοπιστωτικά προϊόντα και τα πολύτιμα μέταλλα, σε νομίσματα ή ράβδους, του αιτούντος και του συζύγου του και των εξαρτώμενων μελών έχουν συνολική αξία που δεν υπερβαίνει τα 15.000 ευρώ κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης.

* Το σύνολο του ανεξόφλητου κεφαλαίου, στο οποίο συνυπολογίζονται λογιστικοποιημένοι τόκοι και, αν υπάρχουν, έξοδα εκτέλεσης κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης δεν υπερβαίνει τα 130.000 ευρώ ανά πιστωτή.

Ηλεκτρονική πλατφόρμα

Η διαδικασία ένταξης στη νέα ρύθμιση, με εξαίρεση τις διαδικαστικές πράξεις ενώπιον του δικαστηρίου, διεξάγεται μέσω ψηφιακής πλατφόρμας ηλεκτρονικής υποβολής και διαχείρισης αιτήσεων, η οποία αναπτύσσεται από τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων του υπουργείου Οικονομικών (ΓΓΠΣ) σε συνεργασία με την Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (ΕΓΔΙΧ). Η πλατφόρμα φιλοξενείται και λειτουργεί στις υποδομές της ΓΓΠΣ. Στην πλατφόρμα παρέχεται πρόσβαση μέσω της ιστοσελίδας της ΕΓΔΙΧ.

Κάθε φυσικό πρόσωπο, στο οποίο συντρέχουν οι προϋποθέσεις επιλεξιμότητας, μπορεί έως την 31η Δεκεμβρίου 2019 να υποβάλει αίτηση για ρύθμιση των οφειλών, με σκοπό την προστασία της κύριας κατοικίας του από την αναγκαστική ρευστοποίηση.

Στη ρύθμιση υπάγονται δάνεια τα οποία ήταν ληξιπρόθεσμα για τουλάχιστον 90 μέρες πριν από την 31η Δεκεμβρίου 2018.

Διαδικασία συναινετικής ρύθμισης

1. Μόλις υποβληθεί οριστικά η αίτηση, η πλατφόρμα κοινοποιεί την αίτηση και τα συνοδευτικά της έγγραφα στους πιστωτές, των οποίων οι απαιτήσεις ζητείται να ρυθμιστούν.

2. Μέσα σε έναν μήνα από την κοινοποίηση της αίτησης κάθε πιστωτής μπορεί να υποβάλει πρόταση για ρύθμιση της απαίτησής του σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 8.

3. Οι πιστωτές, συμπεριλαμβανομένων των πιστωτικών ιδρυμάτων, μπορούν να διατυπώσουν προς τον οφειλέτη μία κοινή πρόταση ή τις επιμέρους προτάσεις τους μέσω εκπροσώπου τους.

4. Μέσα σε έναν μήνα από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής προτάσεων των πιστωτών, ο αιτών δηλώνει ποιες από τις υποβληθείσες προτάσεις αποδέχεται και ποιες απορρίπτει.

Όροι προστασίας της κύριας κατοικίας

1. Για την προστασία της κύριας κατοικίας του, ο αιτών καταβάλλει το 120% της αξίας αυτής σε μηνιαίες ισόποσες τοκοχρεωλυτικές δόσεις, με επιτόκιο ίσο με το Euribor τριμήνου προσαυξημένο κατά 2%. Αν το 120% της αξίας της κύριας κατοικίας υπερβαίνει το σύνολο των οφειλών που περιλαμβάνονται στην αίτηση, τότε καταβάλλεται το σύνολο των οφειλών σε αντίστοιχες τοκοχρεωλυτικές δόσεις.

2. Το ποσό της παρ. 1 καταβάλλεται σε χρονικό διάστημα 25 ετών, το οποίο όμως δεν πρέπει να υπερβαίνει το 80ό έτος της ηλικίας του αιτούντος, εκτός εάν συμβληθεί εγγυητής, αποδοχής των πιστωτών, ευθυνόμενος ως αυτοφειλέτης.

3. Αν ρυθμίζονται περισσότεροι από ένας πιστωτές, τότε η μηνιαία δόση που προκύπτει επιμερίζεται μεταξύ των ρυθμιζόμενων πιστωτών, ανάλογα με το ποσοστό συμμετοχής τους σε πλειστηρίασμα.

Τα στοιχεία που ανακτώνται από τις τράπεζες

Παράλληλα, η διάταξη ορίζει και τα στοιχεία που θα ανακτώνται αυτόματα από τις τράπεζες, τα οποία είναι τα ακόλουθα:

α) στοιχεία αναφορικά με τις απαιτήσεις προς πιστωτικά ιδρύματα, οι οποίες είναι επιδεκτικές ρύθμισης κατά την παρ. 2 του άρθρου 1, το οφειλόμενο ποσό ανά πιστωτή, την ημερομηνία, αναφορικά με την οποία προσδιορίζεται το ύψος της κάθε οφειλής, και τους συνοφειλέτες που ευθύνονται έναντι κάθε πιστωτή,

β) στοιχεία αναφορικά με καταθέσεις και χρηματοπιστωτικά προϊόντα του τηρούνται στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα καθώς και την εκτιμώμενη αξία τους,

γ) τα στοιχεία βαρών και λοιπών εξασφαλίσεων επί των ακίνητων περιουσιακών στοιχείων του αιτούντος που βρίσκονται στη διάθεσή τους.

Αν τα δικαιολογητικά από το TAXIS ή τις τράπεζες δεν ανακτηθούν αυτόματα, τότε υποβάλλονται από τον αιτούντα.

Άρση τραπεζικού και φορολογικού απορρήτου

Με την αίτηση υπαγωγής στη διαδικασία, ο αιτών παρέχει άδεια στους συμμετέχοντες πιστωτές και στο Δημόσιο για πρόσβαση, επεξεργασία και διασταύρωση των δεδομένων του, τα οποία περιλαμβάνονται στην αίτηση και τα συνοδευτικά έγγραφα, όσο και άλλων δεδομένων του που βρίσκονται στην κατοχή των συμμετεχόντων πιστωτών για τους σκοπούς της συνολικής διαδικασίας του παρόντος μέρους.

Η άδεια του προηγούμενου εδαφίου συνεπάγεται την άρση του απορρήτου των τραπεζικών καταθέσεων και του φορολογικού απορρήτου. Η άρση του τραπεζικού απορρήτου αφορά χρονική περίοδο, η οποία εκκινεί πέντε έτη πριν από την οριστική υποβολή της αίτησης και διαρκεί μέχρι την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που αναλαμβάνει ο αιτών με τη συναινετική ή δικαστική ρύθμιση. Η άρση του φορολογικού απορρήτου εκκινεί πέντε έτη πριν από την οριστική υποβολή της αίτησης και διαρκεί μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας συναινετικής ρύθμισης ή την αμετάκλητη περάτωση της δίκης του άρθρου 10. Έναντι του Δημοσίου η άρση του απορρήτου εκτείνεται σε όλη τη χρονική διάρκεια της ρύθμισης.

Η αίτηση υπέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης του ν. 1599/1986 του αιτούντος και των συνυπογραφόντων συζύγου και εξαρτώμενων μελών για την ακρίβεια και την πληρότητα του περιεχομένου της αίτησης και των υποβληθέντων εγγράφων. Αν αποδεικνύεται με δημόσια έγγραφα ότι η υπεύθυνη δήλωση της παρ. 11 είναι ψευδής, τότε, εφόσον η ανακρίβεια επιδρά στην επιλεξιμότητα του αιτούντος, η δικαστική ή η εξώδικη ρύθμιση θεωρείται αυτοδικαίως άκυρη, ο οφειλέτης εκπίπτει όλων των δικαιωμάτων βάσει της ρύθμισης, οφείλει να καταβάλει στον πιστωτή την οφειλή που προκύπτει από την αρχική σύμβαση μειωμένη κατά τα ποσά που καταβλήθηκαν και ο θιγόμενος πιστωτής μπορεί να επισπεύσει άμεσα αναγκαστική εκτέλεση. Η εν λόγω οφειλή επιβαρύνεται με επιτόκιο 5%.

Το Δημόσιο υποχρεούται να ανακαλέσει με αναδρομική ενέργεια την απόφαση, με την οποία εγκρίθηκε η συνεισφορά του Δημοσίου, αν αποδεικνύεται με οποιονδήποτε τρόπο ότι η απόφαση στηρίχθηκε σε ψευδή στοιχεία. Σε αυτήν την περίπτωση το Δημόσιο αναζητά από τον αιτούντα την καταβληθείσα συνεισφορά, η οποία επιβαρύνεται με επιτόκιο 5% από το χρόνο καταβολής της.

Δικαστική ρύθμιση

1. Φυσικό πρόσωπο, που υπέβαλε οριστικά την αίτηση του άρθρου 5 κατά το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 6, μπορεί να ζητήσει από το δικαστήριο την προστασία της κύριας κατοικίας του με τους όρους του άρθρου 8, αν δεν κρίθηκε επιλέξιμος ή αν, ενώ κρίθηκε επιλέξιμος, για οποιονδήποτε λόγο δεν επιτεύχθηκε συμφωνία με έναν ή περισσότερους από τους πιστωτές.

2. Αρμόδιο δικαστήριο είναι το Ειρηνοδικείο του τόπου, στο οποίο βρίσκεται η κύρια κατοικία του αιτούντος.

3. Το δικαστήριο δικάζει κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας.  

Τα δικαιολογητικά

Ο αιτών συνοδεύει υποχρεωτικά την αίτησή του με τα παρακάτω δικαιολογητικά:

α) πιστοποιητικό βαρών της κύριας κατοικίας από το αρμόδιο υποθηκοφυλακείο ή αντίγραφο του κτηματολογικού φύλλου αυτής,

β) αν ο οφειλέτης ή ο σύζυγός του είναι κύριος ή επικαρπωτής γηπέδων εκτός σχεδίου πόλης και οικισμού, για το οποίο δεν προσδιορίζεται αξία ΕΝΦΙΑ, συμπληρωμένο έντυπο υπολογισμού αξίας γηπέδου, υπογεγραμμένο από συμβολαιογράφο.

Ο αιτών μπορεί επίσης να συνοδεύει την αίτησή του με οποιοδήποτε άλλο έγγραφο, στοιχείο ή πληροφορία, τα οποία θεωρεί σημαντικά για την επιτυχία της διαδικασίας.

Επίσης, κατά την υποβολή της αίτησης ανακτώνται αυτόματα από τη βάση δεδομένων της Φορολογικής Διοίκησης:

α) δήλωση εισοδήματος φυσικών προσώπων (E.1),

β) κατάσταση οικονομικών στοιχείων από επιχειρηματική δραστηριότητα (Ε.3) του τελευταίου έτους,

γ) δήλωση στοιχείων ακινήτων (Ε.9),

δ) πράξη διοικητικού προσδιορισμού του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝΦΙΑ) του τελευταίου φορολογικού έτους,

ε) πράξη διοικητικού προσδιορισμού του φόρου εισοδήματος (εκκαθαριστικό) του τελευταίου φορολογικού έτους,

στ) κινητά περιουσιακά στοιχεία (αυτοκίνητα, αεροσκάφη, πλοία, σκάφη) του αιτούντος, που αναφέρονται στο έντυπο Ε1 του τελευταίου φορολογικού έτους.

Τα έγγραφα της παρούσας παραγράφου αντλούνται αυτόματα εκκινώντας από την τελευταία διαθέσιμη έκδοσή τους, εφόσον δεν έχει παρέλθει η αντίστοιχη προθεσμία υποβολής τους βάσει της κείμενης νομοθεσίας. Μετά την παρέλευση των προβλεπόμενων προθεσμιών η αυτόματη άντληση των εγγράφων εκκινεί από την τελευταία έκδοση για την οποία υπάρχει υποχρέωση υποβολής.

Προϊόν συμβιβασμού η ρύθμιση

Η κατάθεση του νομοσχεδίου επιβεβαίωσε το κλίμα συμφωνίας που επικρατούσε μεταξύ της κυβέρνησης και των θεσμών, με κοινό στόχο να βρεθεί η χρυσή τομή πριν από τη άτυπη συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης, στις 5 Απριλίου στο Βουκουρέστι. Κοινοτική πηγή στη βελγική πρωτεύουσα τόνιζε χθες ότι οι δύο πλευρές εμφανίζονται διατεθειμένες μέσω αμοιβαίων υποχωρήσεων να βρουν κοινό τόπο, ώστε να ολοκληρωθεί η δεύτερη αξιολόγηση της ενισχυμένης μεταμνημονιακής εποπτείας και να εκταμιευθούν τα 974 εκατ. ευρώ από τα κέρδη της σταδιακής εφαρμογής των μέτρων ελάφρυνσης του χρέους.

Όπως ανέφερε η ίδια πηγή, στην προχθεσινή συνεδρίαση του ΕWG μπορεί να χάθηκε το πρώτο ορόσημο, ωστόσο το κλίμα δεν ήταν κακό, προφανώς γιατί τόσο η Αθήνα όσο και οι δανειστές, βλέποντας ότι δεν είναι προς το συμφέρον καμίας πλευράς η διαιώνιση των συζητήσεων, συνειδητοποίησαν ότι πρέπει να βρεθεί κοινός τόπος, ώστε να μη χαθεί και το δεύτερο ορόσημο της 5ης Απριλίου. Στο πλαίσιο αυτό, η ελληνική πλευρά κατέστησε σαφές ότι είναι διατεθειμένη να προχωρήσει σε κάποιες τροποποιήσεις ώστε να πλησιάσει τις θέσεις των θεσμών στο ζήτημα της προστασίας της πρώτης κατοικίας, ενώ ζήτησε από τις άλλες εμπλεκόμενες πλευρές (Κομισιόν, ΕΚΤ) να κάνουν το ίδιο. 

Όλα δείχνουν ότι και οι εταίροι θα ανταποκριθούν, γιατί κι αυτοί θεωρούν ότι, μετά από καθυστέρηση τριών μηνών και δύο αποτυχημένες προσπάθειες του Εurogroup για εξεύρεση συμφωνίας, μια ακόμη αποτυχημένη προσπάθεια στις 5 Απριλίου θα ήταν πολύ επιζήμια γιατί θα έστελνε αρνητικά μηνύματα για την οικονομία στις αγορές. Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία λίγες μέρες πριν από το Εurogroup της 5ης Απριλίου, ώστε να έχει τον χρόνο το EWG να παραλάβει τη συμφωνία από τους θεσμούς και να ετοιμάσει τα τελικά κείμενα. Με εξουσιοδότηση από τους υπουργούς το ΕWG μπορεί να υιοθετήσει το ίδιο την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης.

Στη συνέχεια, επειδή πρόκειται για εκταμίευση χρημάτων, θα πρέπει τα ενημερωθούν και τα Κοινοβούλια των χωρών της Ευρωζώνης που προβλέπουν διαδικασία διαβούλευσης, όπως το γερμανικό και το ολλανδικό. Είναι προφανές ότι οι δύο πλευρές βρίσκονται πλέον στην τελική ευθεία, ωστόσο αυτό θα πρέπει να επιβεβαιωθεί και στην πράξη. Μάλιστα, όπως τόνιζε η ίδια πηγή, και στην τελευταία συνεδρίαση του Εurogroup οι δύο πλευρές είχαν φτάσει πολύ κοντά σε συμφωνία, όμως την τελευταία στιγμή η Αθήνα άλλαξε γνώμη και ζήτησε να συνεχιστούν οι συζητήσεις.  

Συνεισφορά Δημοσίου

1. Το Δημόσιο συνεισφέρει στις μηνιαίες καταβολές που προσδιορίζονται. Η συνεισφορά του προηγούμενου εδαφίου καταβάλλεται σε ειδικό ακατάσχετο λογαριασμό με δικαιούχο τον οφειλέτη. Η συνεισφορά του Δημοσίου δεν κατάσχεται ούτε συμψηφίζεται. Για την έγκριση και καταβολή της συνεισφοράς δεν απαιτείται φορολογική ή ασφαλιστική ενημερότητα του οφειλέτη.

2. Για να συνεισφέρει το Δημόσιο, πρέπει να ρυθμιστούν, συναινετικά ή δικαστικά, όλες οι οφειλές που είναι επιδεκτικές ρύθμισης κατά τις παρ. 2 έως 6 του άρθρου 1 και το συμφωνηθέν σχέδιο ρύθμισης να είναι σύμφωνο με το άρθρο 8.

3. Η συνεισφορά του Δημοσίου διαρκεί για όσο χρόνο διαρκεί η ρύθμιση. Οι προϋποθέσεις και το ποσό της συνεισφοράς του Δημοσίου επανεξετάζονται αυτεπαγγέλτως κάθε έτος. Ο δικαιούχος μπορεί μετά την παρέλευση ενός έτους από τον αρχικό προσδιορισμό ή την τελευταία αναπροσαρμογή της συνεισφοράς να ζητήσει μεταρρύθμιση του ποσοστού συνεισφοράς, αν εξαιτίας μεταβολής των εισοδημάτων του, των εύλογων δαπανών διαβίωσης ή του επιτοκίου αναφοράς προκύπτει αδυναμία του να καταβάλει τη δική του συνεισφορά. Ως προς το περιεχόμενο και τον τρόπο υποβολής της αίτησης του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζεται αναλόγως το άρθρο 5. Μέχρι την αποδοχή της αίτησης για αναπροσαρμογή της συνεισφοράς ο οφειλέτης οφείλει να συνεχίζει να καταβάλλει το ποσό που τον βαρύνει σύμφωνα με την προηγούμενη απόφαση περί συνεισφοράς. Η αναπροσαρμογή της συνεισφοράς δεν επηρεάζει τη μηνιαία δόση που λαμβάνουν οι πιστωτές κατά το άρθρο 8.

4. Η συνεισφορά του Δημοσίου διακόπτεται, αν ο δικαιούχος καθυστερήσει την καταβολή του ποσού που βαρύνει τον ίδιο.

5. Καθυστέρηση του Δημοσίου να καταβάλλει την εγκριθείσα συνεισφορά μπορεί να οδηγήσει σε έκπτωση του αιτούντος κατά το άρθρο 13, μόνο εφόσον το συνολικό ύψος του ποσού σε καθυστέρηση υπερβαίνει αθροιστικά την αξία εννέα μηνιαίων δόσεων συνεισφοράς και ο πιστωτής έχει ενημερώσει τον οφειλέτη ως προς την υπερημερία του Δημοσίου το αργότερο έως τον έκτο μήνα υπερημερίας.