Από την έντυπη έκδοση
Επειτα από τρεις συνεδριάσεις σε διάστημα δέκα ημερών, οι χώρες της Ευρωζώνης κατέληξαν σε μια εξαιρετικά σημαντική συμφωνία με την Ελλάδα, αφού προηγουμένως όλες οι πλευρές προέβησαν σε υποχωρήσεις.
Η συμφωνία προβλέπει την παράταση του ελληνικού προγράμματος για τέσσερις μήνες, ενώ η διαδικασία επικύρωσης από τα εθνικά κοινοβούλια θα αρχίσει την ερχόμενη Τρίτη, αφού η κυβέρνηση στείλει τη Δευτέρα στις Βρυξέλλες το πρώτο πακέτο διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Ευελιξία και ρευστότητα
Η Ελλάδα δεσμεύεται να ολοκληρώσει την αξιολόγηση του υφιστάμενου προγράμματος, ενώ από την άλλη η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) θα ανοίξει πάλι τη στρόφιγγα της φτηνής ρευστότητας και η κυβέρνηση μέσα από την ευελιξία του προγράμματος θα επιχειρήσει να περάσει κάποια μέτρα.
Ωστόσο, παγώνουν όλες οι εξαγγελίες και τα μέτρα που έχουν υποβληθεί στη Βουλή μέχρι να ολοκληρωθεί το πρόγραμμα.
«Είχαμε μια πολύ εντατική και δύσκολη διαπραγμάτευση, πήραμε σημαντικές αποφάσεις για την παράταση του ελληνικού προγράμματος» δήλωσε ο πρόεδρος του Εurogroup Γερούν Ντέισελμπλουμ.
Οπως είπε, ήταν δύσκολη η συζήτηση, γιατί έπρεπε να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη μεταξύ της Ελλάδας και των εταίρων.
Παρουσιάζοντας τις αποφάσεις, είπε ότι τα 10,9 δισ. ευρώ του ΤΧΣ θα παραμείνουν στην Ελλάδα για τις τράπεζες αν τα χρειαστούν, κι αυτό έγινε έπειτα από ελληνικό αίτημα.
Για το υφιστάμενο πρόγραμμα είπε ότι θα ολοκληρωθεί η αξιολόγηση στη βάση του, ενώ θα χρησιμοποιηθεί η ευελιξία που είναι αναγκαία για την Ελλάδα.
Οταν ολοκληρωθεί η αξιολόγηση των μεταρρυθμίσεων, θα δοθούν τα 7,2 δισ. ευρώ που απομένουν ως δόσεις, εκ των οποίων το 1,9 δισ. ευρώ αντιστοιχεί στα κέρδη της ΕΚΤ από τα ελληνικά ομόλογα.
Η Ελλάδα δεσμεύεται για μεταρρυθμίσεις, ενώ δεν θα πάρει κανένα μέτρο με αρνητικό αντίκτυπο στον προϋπολογισμό. Δεσμεύεται επίσης να αποπληρώσει το χρέος στους δανειστές.
H βιωσιμότητα του χρέους
Οι εταίροι θα διασφαλίσουν τη βιωσιμότητα του χρέους στο πλαίσιο της απόφασης του Εurogroup το 2012. Δεσμεύονται επίσης να επανεξετάσουν το πρωτογενές πλεόνασμα, δηλαδή τη μείωσή του, λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση στη χώρα.
Οπως είπε ο κ. Ντέισελμπλουμ, πρώτη ενέργεια της Αθήνας είναι η παρουσίαση ενός πρώτου πακέτου μεταρρυθμίσεων τη Δευτέρα, ώστε την Τρίτη να ξεκινήσει σε εθνικά κοινοβούλια η διαδικασία επικύρωσης της παράτασης του προγράμματος.
Οι μεταρρυθμίσεις θα αξιολογηθούν το αργότερο μέχρι το τέλος Απριλίου.
Με τη χθεσινή απόφαση η κυβέρνηση δεσμεύεται ότι στη διάρκεια της τετράμηνης παράτασης θα κινείται με βάση το υφιστάμενο πρόγραμμα (μνημόνιο), το οποίο θα εφαρμοστεί και θα ολοκληρωθεί.
Θα γίνει κανονικά η αξιολόγηση από έναν μηχανισμό, που δεν θα λέγεται τρόικα, αλλά ευρωπαϊκοί θεσμοί, ενώ πριν από την εκταμίευση των υπόλοιπων δόσεων θα πρέπει να λαμβάνεται ομόφωνα απόφαση από το Εurogroup, προφανώς λαμβάνοντας υπόψη την επίτευξη των στόχων.
Η ελληνική κυβέρνηση δεσμεύεται ότι δεν θα προχωρήσει σε καμία μονομερή ενέργεια που να ακυρώνει μνημονιακές αποφάσεις, ενώ για κάθε αλλαγή που θα ζητεί από το υφιστάμενο πρόγραμμα οι δύο πλευρές θα πρέπει να συμφωνούν από κοινού και να είναι δημοσιονομικά ουδέτερη.
Με άλλα λόγια, μέτρα που αποσύρονται θα αντικαθίστανται από άλλα ισοδύναμου χαρακτήρα.
Η ελληνική πλευρά δεν έθεσε θέμα για απομείωση του χρέους, αλλά αυτό θα αντιμετωπιστεί στο πλαίσιο της ολοκλήρωσης της αξιολόγησης και στη βάση της συμφωνίας του Εurogroup (Νοέμβριος 2012), όταν είχε αποφασιστεί η δεύτερη διάσωση της χώρας.
Κανένα πρόσθετο μέτρο
Σύμφωνα με ελληνικές πηγές, η συμφωνία δεν προβλέπει τη λήψη πρόσθετων μέτρων, εισπρακτικών και μεταρρυθμίσεων πέραν εκείνων του προγράμματος.
Σε ό,τι αφορά τα ανταλλάγματα, είναι προφανές ότι οι εταίροι θα μειώσουν τις απαιτήσεις του μνημονίου για τα πρωτογενή πλεονάσματα στο πλαίσιο της ολοκλήρωσης της αξιολόγησης.
Υπενθυμίζεται ότι μνημονιακή υποχρέωση της Ελλάδας είναι η επίτευξη πλεονασμάτων 3% του ΑΕΠ φέτος και 4,5% το 2016 και το 2017. Η κυβέρνηση θέλει να μειωθούν στο 1,5% του ΑΕΠ.
Ανοίγει ο δρόμος για έξοδο των τραπεζών από τον ELA
Η χθεσινή απόφαση ανοίγει πλέον τον δρόμο για την έξοδο της Ελλάδας από τον μηχανισμό έκτακτης αρωγής (ELA) στις τράπεζες, ο οποίος έχει μεγάλο κόστος.
Με την επικύρωση της απόφασης η Ελλάδα θα συνεχίσει να βρίσκεται από την 1η Μαρτίου σε πρόγραμμα, που σημαίνει ότι μέσα στις επόμενες ημέρες -πιθανότατα την Τετάρτη- η ΕΚΤ θα αρχίσει να δέχεται ξανά ως εγγύηση για παροχή ρευστότητας τα ελληνικά ομόλογα, όπως τα δεχόταν κατ’ εξαίρεση μέχρι πριν από τις εκλογές.
Το κόστος δανεισμού είναι μηδενικό. Επιπλέον, η Ελλάδα αναμένεται να μπει και στο νέο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (αγορά ομολόγων κρατών-μελών), ύψους 1,1 τρισ. ευρώ, για τους επόμενους 18 μήνες.
Η κατάσταση άρχισε να βελτιώνεται ραγδαία από προχθές το βράδυ, στη συνεδρίαση της Ομάδας Εργασίας του Εurogroup, η οποία είχε στόχο να προετοιμάσει τη χθεσινή συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών.
Οι τεχνοκράτες της Ευρωζώνης μπορεί να μην κατέληξαν σε κοινή θέση, ωστόσο υπήρξαν διαφοροποιήσεις σε σχέση με την πολύ σκληρή θέση του Βερολίνου.
Η μεγαλύτερη υποστήριξη ήρθε από τον εκπρόσωπο της Γαλλίας, ο οποίος υπογράμμισε ότι η ελληνική κυβέρνηση εκπλήρωσε την υποχρέωση που είχε ανταποκρινόμενη στην ανακοίνωση του Εurogroup.
Μπορεί κάποιος να ισχυριστεί ότι η επιστολή της κυβέρνησης δεν είναι όσο θα έπρεπε δεσμευτική και θα πρέπει να εξειδικευθεί, ωστόσο, όπως είπε, κανένας δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι η ελληνική πλευρά δεν ανταποκρίθηκε στην απαίτηση των εταίρων.
Η γαλλική στροφή υπέρ της Ελλάδας επιβεβαιώθηκε και χθες με τον υπουργό Οικονομικών Μισέλ Σαπέν να δηλώνει: «Πρέπει να κάνουμε τα πάντα για να μείνει η Ελλάδα στο ευρώ, αλλά και οι εταίροι της να αισθάνονται καλά με την Ελλάδα στο ευρώ».
Από την πλευρά του, ο εκπρόσωπος της Γερμανίας, που ήταν πολύ σκληρός, μίλησε για έλλειμμα εμπιστοσύνης, υπογραμμίζοντας ότι δεν μπορεί η κυβέρνηση να μας λέει ότι δεν θα λάβει μονομερείς αποφάσεις και από την άλλη να στέλνει νομοσχέδια στη Βουλή.
Καθοριστική παρέμβαση Ντράγκι
Στις χθεσινές εξελίξεις καταλυτικό ρόλο έπαιξε και η παρασκηνιακή παρέμβαση του προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Μάριο Ντράγκι, ο οποίος συμμετείχε στη συνεδρίαση του Εurogroup.
Πριν ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις σε διμερές, τριμερές και τετραμερές επίπεδο, ο κ. Ντράγκι ζήτησε, σύμφωνα με πληροφορίες, σε πολύ αυστηρό τόνο από τους αξιωματούχους της Ευρωζώνης και τους υπουργούς να κλείσουν το ελληνικό ζήτημα.
«Πρέπει να φτάσετε σε συμφωνία σήμερα (σ.σ.: χθες), η κατάσταση με τις ελληνικές τράπεζες είναι κρίσιμη (εκροές) και δεν υπάρχει πλέον κανένα περιθώριο χρόνου» ανέφερε, προσθέτοντας ότι ο κίνδυνος δεν αφορά μόνο την Ελλάδα αλλά και την υπόλοιπη Ευρωζώνη, σε μια περίοδο μάλιστα εύθραυστης ανάπτυξης, όπου η ανεργία βρίσκεται σε ιστορικά υψηλά και ο πληθωρισμός είναι αρνητικός.
Η παρέμβαση Ντράγκι ενεργοποίησε όλους τους πρωταγωνιστές, με αποτέλεσμα έπειτα από τρεις ώρες διαπραγματεύσεων εκτός αίθουσας κατέληξαν σε ένα περίγραμμα συμφωνίας.
Ειδικότερα, στις συναντήσεις αυτές έλαβαν μέρος ο πρόεδρος το Εurogroup Γερούν Ντέισελμπλουμ, ο επίτροπος Πιερ Μοσκοβισί και η επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ.
Οι τρεις αξιωματούχοι είχαν διαδοχικές συναντήσεις με τους υπουργούς Οικονομικών της Ελλάδας Γιάνη Βαρουφάκη και της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Οι συναντήσεις αποσκοπούσαν στο να κάνουν τις τελευταίες παραχωρήσεις οι δύο πλευρές ώστε να βρουν ένα κοινό δρόμο.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΕΛΛΟΣ – [email protected]