Skip to main content

ΓΣΕΕ: Κατώτερες των προσδοκιών οι αποφάσεις για τον κατώτατο μισθό

Kατώτερη των προσδοκιών και των αναγκών των εργαζομένων χαρακτηρίζει η ΓΣΕΕ τις αποφάσεις της κυβέρνησης για τον κατώτατο μισθό, τονίζοντας πως «η επέλαση της ακρίβειας στα νοικοκυριά δεν αντιμετωπίζεται με αύξηση μόλις 13 ευρώ».

«Μπορεί το κύμα ακρίβειας να επελαύνει εδώ και μήνες στη χώρα μας ακολουθώντας τον γενικότερο ευρωπαϊκό «καλπασμό» του πληθωρισμού. Μπορεί οι αυξήσεις στο ενεργειακό κόστος να μην αναμένεται να αποκλιμακωθούν πριν από το τέλος του 2022 (με τις εκτιμήσεις διαρκώς να μεταβάλλονται επί τα χείρω). Μπορεί να θεωρείται δεδομένο ότι και ο ελληνικός πληθωρισμός θα εκτοξευτεί σε επίπεδα άνω του 5% από τον Ιανουάριο. Μπορεί όλες οι μέχρι σήμερα εκτιμήσεις να προβλέπουν περαιτέρω ανατιμήσεις προϊόντων αμέσως μετά τις γιορτές, κατά μέσο όρο στο 20% σε αρκετά βασικά είδη διατροφής, αλλά και ευρύτερης ακόμη κατανάλωσης, και που όμως σε κάποιες περιπτώσεις θα αγγίξουν και το 30%… Όμως, οι εργαζόμενοι στη χώρα μας καλούνται να αντιμετωπίζουν όλες τις παραπάνω ανατιμήσεις, που έρχονται να προστεθούν σε εκείνες που έχουν σημειωθεί σε διάφορα βασικά αγαθά/προϊόντα από την αρχή του 2021, με ποσοστιαία αύξηση μόλις 2% στον κατώτατο μισθό, δηλαδή 13 ευρώ μεικτά τον μήνα» αναφέρει συγκεκριμένα η ΓΣΕΕ.

Όπως επισημαίνει η Συνομοσπονδία, ο βασικός στόχος θεσμοθέτησης του κατώτατου μισθού που είναι η προστασία ενός τμήματος της κοινωνίας από τη φτωχοποίηση «έχει αποτύχει παταγωδώς». «Το ύψος του κατώτατου μισθού στη χώρα μας και η μόλις 2% αύξηση που ανακοίνωσε η κυβέρνηση, δε μπορεί σε καμία περίπτωση να διασφαλίσει ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης. Η οριακή αύξηση του κατώτατου μισθού και μάλιστα από 1.1.2022, δεν ενισχύει σε καμία περίπτωση την οικονομική και κοινωνική σταθερότητα και ανάπτυξη, δεν βελτιώνει τις συνθήκες διαβίωσης και φυσικά δεν μειώνει την ανασφάλεια και επισφάλεια που διακρίνουν σήμερα την αγορά εργασίας» τονίζει. 

Επαναφέρει παράλληλα το αίτημά της «για την αναγκαιότητα άμεσης επαναφοράς του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ και στη συνέχεια της προσαρμογής του στο 60% του διαμέσου ακαθάριστου μισθού πλήρους απασχόλησης, δηλαδή στα 809 ευρώ, με την υπογραφή Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας μεταξύ των κοινωνικών εταίρων».

Σημειώνει ακόμη «η αύξηση των 13 ευρώ την οποία αποφάσισε η κυβέρνηση δεν αλλάζει το γεγονός ότι ο κατώτατος μισθός βρίσκεται κάτω από το όριο της φτώχειας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τους εργαζόμενους και τις οικογένειές τους» και θυμίζει την πρωθυπουργική δέσμευση για αύξηση του κατώτατου μισθού για διπλάσιο ποσοστό του ρυθμού ανάπτυξης.