Skip to main content

Κίνδυνος για νέες καθυστερήσεις στο μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα

Από την έντυπη έκδοση 

Του Θάνου Τσίρου
[email protected]

Στον μακρύ κατάλογο των εκκρεμοτήτων που πρέπει να κλείσουν μέσα στις πρώτες εβδομάδες του νέου έτους, προκειμένου να ξεκινήσει η διαδικασία της πρώτης αξιολόγησης της ελληνικής οικονομίας, προστίθεται η κατάθεση του μεσοπρόθεσμου προγράμματος για την περίοδο 2016-2019.

Παρά το γεγονός ότι η σύνταξη του μεσοπρόθεσμου έχει ξεκινήσει από το φθινόπωρο, οι αρμόδιες υπηρεσίες του Γενικού Λογιστηρίου δεν έχουν λάβει εντολές να οριστικοποιήσουν το σχετικό κείμενο ώστε να κατατεθεί και αυτό στη Βουλή. Οι καθυστερήσεις κρύβουν, σύμφωνα με πληροφορίες, διαφωνίες ανάμεσα στην ελληνική πλευρά και τους εκπροσώπους των τεσσάρων θεσμών ως προς τις μακροοικονομικές προβλέψεις της επόμενης τριετίας.

Ουσιαστικά, με το μεσοπρόθεσμο θα πρέπει να εξειδικευτούν τα πρόσθετα μέτρα που θα χρειαστούν για να επιτευχθεί το πρωτογενές πλεόνασμα της περιόδου μέχρι και το 2018. Κάθε διαφωνία με τους δανειστές ως προς τη δυνατότητα επίτευξης των στόχων του πρωτογενούς πλεονάσματος, αυτομάτως ανοίγει τη συζήτηση για νέα μέτρα πέραν αυτών που έχουν δρομολογηθεί με την επικείμενη κατάθεση του φορολογικού αλλά και του ασφαλιστικού νομοσχέδιου. Εκτός απροόπτου, η σχετική συζήτηση με τους δανειστές θα «κλειδώσει» πλέον μέσα στον Ιανουάριο, στο πλαίσιο της 1ης αξιολόγησης, προκειμένου να ληφθούν υπ’ όψιν κατά την κατάρτιση του μεσοπρόθεσμου και τα όσα θα ψηφιστούν με το ασφαλιστικό και το φορολογικό νομοσχέδιο.

Οι βασικές παραδοχές επί των οποίων στηρίζεται το μεσοπρόθεσμο έχουν να κάνουν με την εκτιμώμενη πορεία του ΑΕΠ, αλλά και τους στόχους για το πρωτογενές πλεόνασμα που έχουν ήδη συμφωνηθεί με τους δανειστές. Ετσι, αναφορικά με το ΑΕΠ, οι εκτιμήσεις που έχουν γίνει μέχρι στιγμής κάνουν λόγο για:

1. Υφεση της τάξεως του 1,3% του ΑΕΠ για το 2016

2. Ανάπτυξη 2,7% του ΑΕΠ για το 2017 και

3 Ανάπτυξη της τάξεως του 3,1% για το 2018

Με αυτά τα δεδομένα η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να συντάξει το μεσοπρόθεσμο με τέτοιο τρόπο ώστε να εμφανίσει πρωτογενές πλεόνασμα (πέραν του γνωστού στόχου για 0,5% το 2016) 1,75% για το 2017 και 3,5% για το 2018. Με βάση τα ποσοστά που προαναφέρθηκαν, προκύπτουν οι ακόλουθοι απόλυτοι αριθμοί:

1. Το 2017, εφόσον επιβεβαιωθεί ο στόχος για ανάπτυξη 2,7%, το ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά περίπου 4,5 δισ. ευρώ σε ονομαστικούς όρους. Με αυτό το δεδομένο, το υπουργείο Οικονομικών θα πρέπει να εξασφαλίσει ότι η διαφορά των δημοσίων εσόδων από τις δαπάνες θα μεγαλώσει συγκριτικά με το 2016 κατά τουλάχιστον δύο δισ. ευρώ. Αυτό μπορεί να συμβεί είτε με την αύξηση των φορολογικών εσόδων (σ.σ.: σε ένα βαθμό αυτό θα συμβεί ως λογικό επακόλουθο της ανάπτυξης) είτε με τη συμπίεση των δαπανών (σ.σ.: για το 2017 έχουν δρομολογηθεί μειώσεις δαπανών και για το ασφαλιστικό αλλά και για τα εξοπλιστικά).

2. Για το 2018 η ανάπτυξη του 3,1% ισοδυναμεί με αύξηση του ΑΕΠ κατά τουλάχιστον 5,5 δισ. ευρώ. Με αυτή τη διαφορά, σε επίπεδο εθνικού εισοδήματος, το πρωτογενές πλεόνασμα θα πρέπει να διογκωθεί σε σχέση με το 2017 κατά επιπλέον 3,3 δισ. ευρώ.

Συνήθως, αύξηση του ΑΕΠ κατά ένα δισ. ευρώ μπορεί να αποδώσει φορολογικά έσοδα της τάξεως των 350-400 εκατ. ευρώ λόγω της αύξησης των εισοδημάτων. Ετσι, το να εξασφαλιστεί πρόσθετο πρωτογενές πλεόνασμα δύο δισ. ευρώ το 2017 (σε σχέση με το 2016) και 3,3 δισ. ευρώ το 2018 (σε σχέση με το 2017) είναι κάτι που μπορεί να μη συμβεί αυτόματα, αλλά να απαιτηθεί η λήψη πρόσθετων μέτρων.

Πρόσθετα μέτρα 1,8 δισ.

Το μεσοπρόθεσμο θα έπρεπε να έχει κατατεθεί από τον περασμένο Οκτώβριο, σύμφωνα τουλάχιστον με τα όσα αναγράφει το κείμενο του μνημονίου, «προκειμένου να αποδείξει τη δέσμευσή της για την εφαρμογή αξιόπιστων δημοσιονομικών πολιτικών η κυβέρνηση θα εγκρίνει μεσοπρόθεσμη δημοσιονομική στρατηγική για την περίοδο 2016-2019 η οποία θα υποστηρίζεται από μεγάλη και αξιόπιστη δέσμη παραμετρικών μέτρων και διαρθρωτικών δημοσιονομικών μεταρρυθμίσεων, συμπεριλαμβανομένων της δεύτερης φάσης μεταρρυθμίσεων του συνταξιοδοτικού συστήματος και της μεταρρύθμισης του κώδικα φορολογίας εισοδήματος» αναφέρει ρητά το κείμενο του μνημονίου.

Η διαδικασία για το φορολογικό και το ασφαλιστικό νομοσχέδιο έχει ξεκινήσει και τα κείμενα αναμένεται να κατατεθούν στη Βουλή μέσα στον Ιανουάριο. Στο μνημόνιο, όμως, υπάρχει και μια άλλη ρήτρα η οποία «κολλάει» και την οριστικοποίηση του μεσοπρόθεσμου: «Οι αρχές δεσμεύονται να θεσπίσουν (σ.σ.: βάσει του κειμένου αυτό θα έπρεπε να έχει ήδη γίνει από τον Οκτώβριο) αξιόπιστα διαρθρωτικά μέτρα που θα αποφέρουν τουλάχιστον τα 3/4 μιας μονάδας του ΑΕΠ με ισχύ από το 2017 και το 1/4 της μονάδας του ΑΕΠ με ισχύ από το 2018 προκειμένου να στηρίξουν την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου στόχου για πρωτογενές ισοζύγιο ύψους 3,5% του ΑΕΠ».

Τα ποσοστά που προαναφέρθηκαν μεταφράζονται σε πρόσθετα μέτρα συνολικού ύψους περίπου 1,7-1,8 δισεκατομμυρίων ευρώ, επιπλέον των όσων θα προκύψουν από την εφαρμογή του ασφαλιστικού και του φορολογικού. Η συγκεκριμένη «ποσοτικοποίηση» έγινε με το μνημόνιο, αλλά είναι εξαιρετικά πιθανό κατά τη διαπραγμάτευση με τους δανειστές να υπάρξουν διαφοροποιήσεις. Αυτό θα εξαρτηθεί από την οριστική εκτέλεση του προϋπολογισμού του 2015, την ακριβή πορεία της οικονομίας για το 2015, αλλά και τις πρώτες προβλέψεις για το α’ εξάμηνο του 2016, όπως και το ακριβές περιεχόμενο του ασφαλιστικού και του φορολογικού νομοσχεδίου τα οποία αναμένεται να επηρεάσουν τον προϋπολογισμό όχι μόνο του 2016, αλλά και των επόμενων ετών.

Ειδικά το ασφαλιστικό αναμένεται να «μετρήσει» δημοσιονομικά για όλη την περίοδο μέχρι τη λήξη του 3ου μνημονίου, καθώς η αλλαγή στον τρόπο υπολογισμού των συντάξεων με τη μείωση των συντελεστών αναπλήρωσης θα έχει προοδευτικά αυξανόμενο δημοσιονομικό αντίκτυπο (σ.σ.: εξαιτίας του ότι χρόνο με τον χρόνο θα αυξάνεται ο αριθμός των νέων συνταξιούχων, η σύνταξη των οποίων θα υπολογίζεται με βάση τους νέους συντελεστές αναπλήρωσης).

Η συμμόρφωση της κυβέρνησης θα άρει τον αστερίσκο στο 1 δισ.

Του Νίκου Μπέλλου
[email protected] 

Το αργότερο μέχρι τη Δευτέρα θα ληφθεί η απόφαση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕΜΣ) για την εκταμίευση της υποδόσης του 1 δισ. ευρώ προς την Ελλάδα, ενώ στη διάρκεια της σημερινής ημέρας η κυβέρνηση πρέπει να ρυθμίσει κάθε εκκρεμότητα σχετικά με το δεύτερο πακέτο των προαπαιτούμενων.

Η χθεσινή συνεδρίαση της Ομάδας Εργασίας του Εurogroup δεν ξεκίνησε με τις καλύτερες προϋποθέσεις για την Ελλάδα, γιατί ορισμένοι εταίροι έχοντας ενημερωθεί από τους θεσμούς άσκησαν κριτική στην κυβέρνηση για την πρωτοβουλία που πήρε να καταθέσει στη Βουλή το παράλληλο πρόγραμμα. Κι αυτό γιατί, όπως τονίστηκε, δεν είχε προηγηθεί καμία διαβούλευση με τους θεσμούς, όπως θα έπρεπε με δεδομένο ότι έχει δημοσιονομικό κόστος.

Η απόσυρση του προγράμματος από την κυβέρνηση αποφόρτισε το βαρύ κλίμα, ανοίγοντας τον δρόμο για την επίτευξη του συμβιβασμού, ο οποίος προβλέπει ότι μέχρι αύριο η Αθήνα πρέπει να δημοσιεύσει την υπουργική απόφαση για προαπαιτούμενα του τομέα της υγείας. Στη συνέχεια θα διαπιστωθεί η συμμόρφωση της Ελλάδας εντός της ημέρας, θα αρθεί ο «αστερίσκος» και τη Δευτέρα το πρωί ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας θα είναι σε θέση να αποδεσμεύσει το 1 δισ. ευρώ.

Πάντως, πηγή της Ευρωζώνης διευκρίνιζε χθες ότι δεν υπάρχει κανένα ουσιαστικό πρόβλημα σχετικά με την τελική απόφαση για την εκταμίευση. Μάλιστα, δεν απέκλειε το ενδεχόμενο αποφασιστεί ακόμη και σήμερα η εκταμίευση από τον ΕΜΣ.