Skip to main content

Το ρούβλι καταρρέει, σε επιφυλακή το Κρεμλίνο

Η Μόσχα έδειχνε να μην συγκινείται από τις δυτικές κυρώσεις στο πλαίσιο της ουκρανικής κρίσης. Ωστόσο, το φθηνό πετρέλαιο και η ελεύθερη πτώση του ρουβλίου φέρνει το Κρεμλίνο σε κατάσταση συναγερμού.

Η Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας προχώρησε τη νύχτα προς την Τρίτη για δεύτερη φορά σε διάστημα μίας εβδομάδας σε ραγδαία αύξηση του βασικού επιτοκίου στην προσπάθειά της να βάλει φραγμό στην ελεύθερη πτώση του εθνικού νομίσματος και στην αύξηση του πληθωρισμού. Οι Ρώσοι κεντρικοί τραπεζίτες αύξησαν το βασικό επιτόκιο κατά 6,5% στο 17%. Ωστόσο, τα έκτακτα αυτά μέτρα δεν έφεραν σε πρώτη φάση τα επιθυμητά αποτελέσματα.

Το μεσημέρι της Τρίτης η ισοτιμία ευρώ-ρουβλίου είχε υποχωρήσει στο 1 προς 97 και ενώ το πρωί της Δευτέρας βρισκόταν ακόμη στο 1 προς 72. Ο δείκτης του χρηματιστηρίου της Μόσχας έφτασε μάλιστα να καταγράφει απώλειες έως και 17%. Ενδεικτικό του πόσο δραματική είναι η απώλεια της αξίας του ρωσικού νομίσματος είναι ότι πέρυσι αντιστοιχούσαν σε ένα ευρώ 45 ρούβλια.

Ρωσικά μέσα ενημέρωσης έκαναν λόγο για μερίδα πανικόβλητων πολιτών που έσπευσαν στα ανταλλακτήρια συναλλάγματος για να «ξεφορτωθούν» τα ρούβλια τους, κυριευμένοι από το φόβο της κατακόρυφης πτώσης που είχε σημειώσει το ρωσικό νόμισμα τη δεκαετία του 1990.

Επικροτεί ο χρηματοπιστωτικός τομέας, αποδοκιμάζουν οι επιχειρήσεις

Ειδικοί του χρηματοοικονομικού τομέα επιδοκίμασαν την αύξηση του βασικού επιτοκίου ως «απολύτως απαραίτητη», χαρακτηρίζοντάς την ωστόσο καθυστερημένη και ανεπαρκή. Από την πλευρά τους, επιχειρηματίες επέρριψαν στην κυβέρνηση ότι διασώζει το χρηματοοικονομικό σύστημα σε βάρος της οικονομικής ανάπτυξης.

Η επικεφαλής της ρωσικής κεντρικής τράπεζας Ελβίρα Ναμπιούλινα δήλωσε ότι η αύξηση του βασικού επιτοκίου είναι κατά βάση ένα μέτρο που στρέφεται κατά των κερδοσκόπων στο νομισματικό πεδίο. Η ίδια εκτίμησε ότι το ρούβλι θα σταθεροποιηθεί σύντομα, τονίζοντας ότι το βασικό επιτόκιο αυξήθηκε προκειμένου να συγκρατηθεί ο πληθωρισμός.

Σωστή χαρακτήρισε την απόφαση της κεντρικής τράπεζας ο πρώην υπουργός Οικονομικών της Ρωσίας Αλεξέι Κούντριν. Αυτός απέδωσε την αδυναμία του ρουβλίου στην γενικευμένη έλλειψη εμπιστοσύνης προς την οικονομία της χώρας. «Μετά από αυτό το βήμα πρέπει να ακολουθήσουν αποφάσεις της κυβέρνησης, οι οποίες θα ενισχύσουν την εμπιστοσύνη των επενδυτών προς τη ρωσική οικονομία», επεσήμανε ο κ. Κούντριν.

Αντιθέτως, επιχειρηματίες θεωρούν ότι το υψηλό βασικό επιτόκιο θέτει σε κίνδυνο την ανταγωνιστικότητα της ρωσικής οικονομίας. Γεγονός είναι ότι το έκτακτο μέτρο της κεντρικής τράπεζας είναι πολύ πιθανό να επιβαρύνει τους καταναλωτές καθιστώντας παράλληλα ακόμη πιο δυσχερείς τις επενδύσεις των επιχειρήσεων, καθώς αυξάνεται το κόστος δανεισμού.

Σε κάθε περίπτωση η εξασθένηση του ρουβλίου έχει αντικειμενικά αίτια. Η τιμή του πετρελαίου έχει μειωθεί δραματικά τους τελευταίους μήνες. Τα έσοδα από τις εξαγωγές πρώτων υλών κάλυπταν μέχρι σήμερα περίπου το μισό των κρατικών δαπανών της Ρωσίας. Ωστόσο, η Μόσχα δεν απειλείται βραχυπρόθεσμα με χρεοκοπία χάρη στα πλούσια συναλλαγματικά της αποθέματα.

Σε καταναλωτικό πυρετό οι Ρώσοι

Κι ενώ το ρούβλι διανύει ελεύθερη πτώση, αρκετοί Ρώσοι επιδίδονται σε «διαγωνισμό» κατανάλωσης. Η διαρκής μείωση της αγοραστικής τους δύναμης εξαιτίας της μείωσης της αξίας του ρουβλίου ωθεί πολλούς σε καταστήματα ηλεκτρονικών ειδών, επίπλων, ακόμη και σε αντιπροσωπείες αυτοκινήτων με στόχο να ξοδέψουν τις αποταμιεύσεις τους πριν να εκτιναχθούν ακόμη περισσότερο οι τιμές των προϊόντων. Ενδεικτική της «έκρηξης» τιμών για τους καταναλωτές είναι η εκτίμηση της κεντρικής τράπεζας για αύξηση του πληθωρισμού στο 10% μέχρι το τέλος του χρόνου.

Ο ρώσος οικονομολόγος Ίγκορ Νικολάγιεφ εκτιμά ότι ο καταναλωτικός πυρετός θα διαρκέσει «ακόμη έναν ή δύο μήνες», όσο υπάρχουν ακόμη ρούβλια για… ξόδεμα. «Τότε όμως θα ξεκινήσει η δυσκολότερη φάση», προειδοποιεί ο ίδιος. Η ρωσική κυβέρνηση αναμένει ύφεση το 2015. Παρομοίως και η Παγκόσμια Τράπεζα, η οποία προβλέπει ότι η καταναλωτική διάθεση των ρωσικών νοικοκυριών θα υποχωρήσει στα επίπεδα του 2009.

Πηγή: Deutsche Welle