Skip to main content

Citi για Ελλάδα: Διαθέσεις των αγορών και πολιτικές εξελίξεις θα κρίνουν την πορεία της οικονομίας

Ελαφρώς προς τα επάνω αναβαθμίζει η Citigroup τις προβλέψεις της για τους ρυθμούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας έως και το 2023. Δεν αλλάζει πάντως ιδιαίτερα το σκηνικό, που θέλει τη χώρα μας να εμφανίζει ασθενέστερες επιδόσεις από εκείνες της Ευρωζώνης από το 2020 και έπειτα, παρά τις προσδοκίες για δυναμική άνακαμψη ύστερα από πολυετή και βαθύτατα ύφεση. Πολλά θα εξαρτηθούν βέβαια από τις ευρύτερες εξελίξεις στην Ευρωζώνη και εν γένει το διεθνές περιβάλλον, που καθορίζουν και την «όρεξη» των αγορών για ρίσκο. Στο κόστος δανεισμού στις αγορές μάλλον θα πρέπει να κρατάμε «μικρό καλάθι». 

Στην νέα έκθεσή της για τις παγκόσμιες προοπτικές η Citi βλέπει την ελληνική οικονομία να αναπτύσσεται με ρυθμούς 2,2% φέτος και να κατεβάζει ταχύτητα στο 1,8% το 2019. Η επιβράδυνση θα ενταθεί τα επόμενα χρόνια, με ρυθμούς ανάπτυξης 1,5% το 2020 και το 2021, 1,4% το 2022 και 1,3% την αμέσως επόμενη χρονιά. Οι προβλέψεις συνάδουν εν πολλοίς με τις εκτιμήσεις Κομισιόν και ΔΝΤ για ανάπτυξη κοντά στο 1% με 1,5% μετά το 2020 και είναι απογοητευτικές για μία οικονομία της οποίας το ΑΕΠ παραμένει 25% χαμηλότερα σε σχέση με το 2007, όπως παρατηρεί και η Citi. 

Υπενθυμίζεται ότι στην έκθεση του Οκτωβρίου η Citi προέβλεπε ρυθμούς ανάπτυξης 2,1% για φέτος, 1,6% για το 2019, μόλις 1,3% για το 2020 και το 2021 και 1,4% το 2022. 

Όσον αφορά στις αποδόσεις των ομολόγων οι αναλυτές της αμερικανικής επενδυτικής τράπεζας αναμένουν βελτίωση, αλλά όχι εντυπωσιακή. Το spread του δεκαετούς ελληνικού ομολόγου έναντι του γερμανικού εκτιμάται ότι θα έχει περιοριστεί κατά 50 μονάδες βάσης σε σχέση με τα σημερινά επίπεδα έως το πρώτο τρίμηνο του 2020. Συγκεκριμένα από 401 μονάδες σήμερα υπολογίζεται ότι θα είναι στις 390 μονάδες τόσο το πρώτο όσο και το δεύτερο τρίμηνο του 2019 για να υποχωρήσει στη συνέχεια στις 350 μονάδες και να μείνει σε αυτά τα επίπεδα έως και τις αρχές του επόμενου έτους. 

Η Citi σχολιάζει η συμφωνία για την ελάφρυνση του χρέους σε συνδυασμό με τις καλύτερες των προβλέψεων δημοσιονομικές επιδόσεις έχουν συμβάλλει στην μερική αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των ξένων επενδυτών στην ελληνική οικονομία. Σημειώνει πως η ανάπτυξη στηρίζεται κατά κύριο λόγο στις εξαγωγές, ενώ η ιδιωτική κατανάλωση παραμένει αδύναμη και δεν προβλέπεται να ενισχυθεί, καθώς ο πληθυσμός συρρικνώνεται κατά 0,4% ετησίως. Ο δείκτης των αποταμιεύσεων είναι αρνητικός αποταμιεύσεις παραμένουν και οι δομικές αδυναμίες επιμένουν διαμηνύει η επενδυτική τράπεζα. 

Προσθέτει επίσης ότι εξακολουθούμε να έχουμε πιστωτική συρρίκνωση και παρά το γεγονός ότι το σχέδιο της ΤτΕ για τα κόκκινα δάνεια θα μπορούσ να συμβάλλει στην αποδέσμευση κάποιων χορηγήσεων για τη στήριξη της πραγματικής οικονομίας, συνολικά οι προοπτικές εξακολουθούν να εξαρτώνται από τις διακυμάνσεις στην εμπιστοσύνη των επενδυτών, που παραμένουν το μόνο κανάλι χρηματοδότησης της οικονομίας. 

Όσον αφορά στη βιωσιμότητα του χρέους αυτή εξαρτάται κυρίως από την πολιτική. «Η βούληση των Ευρωπαίων πιστωτών να στηρίξουν την Ελλάδα, επιτρέποντας ενδεχομένως και έναν λιγότερο φιλόδοξο, αλλά πιο βιώσιμο στόχο για το πρωτογενές πλεόνασμα θα είναι καθοριστικής σημασίας για τη δυνατότητα της Ελλάδας να καλύψει τις χρηματοδοτικές ανάγκες της στο μέλλον» τονίζει η Citi.

Θεωρεί πάντως ότι οι εκλογές του 2019 είναι ένας θετικός παράγοντες. Εκτιμάται όπως αναφέρει ότι θα γίνουν μέσα στην άνοιξη και προσθέτει ότι η βελτίωση της οικονομίας έχει ανεβάσει την πρόθεση ψήφου για τον ΣΥΡΙΖΑ κοντά στο 25%, αλλά όχι σε σημείο που να μπορεί να ξεπεράσει την Ν.Δ., την οποία οι δημοσκοπήσεις θέλουν στο 37%. «Μία συντηρητική κυβέρνηση θα ήταν πιθανότατα πιο φιλική στην αγορά και τις επιχειρήσεις από το σημερινό συνασπισμό, αν και ενδεχομένως να υπάρχουν δυσκολίες από τον κατακερματισμό της Βουλής» καταλήγει η Citi.

naftemporki.gr