Skip to main content

Σε ιστορικό υψηλό η ζήτηση για τα «κοινωνικά» ομόλογα της Ε.Ε.

Της Ζωρζέτ Ζολώτα
[email protected]

Κάθε προηγούμενο στην παγκόσμια ζήτηση ξεπέρασε η χθεσινή δημοπρασία των «κοινωνικών» ομολόγων που πραγματοποίησε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, δημιουργώντας τις καλύτερες προϋποθέσεις για να αντλήσουν οι Βρυξέλλες τα απαραίτητα κεφάλαια, όχι μόνο για την ολοκλήρωση του προγράμματος SURE, αλλά κυρίως για το επίμαχο Ταμείο Ανάκαμψης των 750 δισ. ευρώ. Το έδαφος φαίνεται να είναι γόνιμο στις αγορές κεφαλαίων για να υλοποιηθεί η ιστορική συμφωνία που έλαβαν οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης τον περασμένο Ιούλιο. Εκτός των 360 δισ. ευρώ σε δάνεια με ευνοϊκούς όρους προς τα κράτη-μέλη, οι ηγέτες των ευρωπαϊκών κρατών συμφώνησαν στη χρηματοδότηση επιδοτήσεων 390 δισ. ευρώ με την έκδοση κοινών ομολόγων, με τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης να φθάνουν συνολικά τα 750 δισ. ευρώ.

Η πρεμιέρα με την πώληση των πρώτων «κοινωνικών» ομολόγων από την Κομισιόν είχε μεγάλη επιτυχία. Οι προσφορές 233 δισ. ευρώ και πλέον που υποβλήθηκαν για τα δύο ομόλογα, συνολικού ύψους 17 δισ. ευρώ, ξεπέρασαν τις προσδοκίες για τη χρηματοδότηση του προγράμματος στήριξης της απασχόλησης SURE. Αν μη τι άλλο, η δημοπρασία 10ετών και 20ετών ομολόγων όπου αντλήθηκαν 10 και 7 δισ. ευρώ, αντίστοιχα, υπερκαλύφθηκε 14 φορές. Η Κομισιόν στοχεύει πρώτα να ολοκληρώσει τις απαραίτητες εκδόσεις για να εξασφαλίσει το σύνολο των 100 δισ. ευρώ που προβλέπονται για το πρόγραμμα SURE, για να συνεχίσει έπειτα με τη χρηματοδότηση του Ταμείου Ανάκαμψης. Απομένει να εξακριβωθεί εάν το επενδυτικό ενδιαφέρον θα παραμένει ζωηρό για να φέρει εις πέρας η Κομισιόν τα σχέδιά της για την άντληση σχεδόν ενός τρις ευρώ από τις αγορές χρέος μέσα στα επόμενα χρόνια.

Είναι ένα μεγάλο εγχείρημα, εάν αναλογιστεί κανείς πως το χρέος των Βρυξελλών περιορίζονταν προ πανδημίας στα 50 δισ. ευρώ. Η Ε.Ε ευελπιστεί πως θα καταφέρει να διαθέσει το 70% των επιδοτήσεων των 390 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης μέσα στο 2021 και το 2022. Τα υπόλοιπα 360 δισ. ευρώ θα χορηγηθούν με δάνεια κάτω από ευνοϊκούς όρους. Έχουν εκφραστεί, βέβαια, φόβοι για καθυστερήσεις, λόγω αντιρρήσεων που εκφράζουν ορισμένες κυβερνήσεις για τις προϋποθέσεις εκταμίευσης των κεφαλαίων από τις Βρυξέλλες. Η Πολωνία και η Ουγγαρία δεν θέλουν να ισχύσει μια αυστηρή εκδοχή των «κανόνων δικαίου» που προωθεί το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ως προϋπόθεση για πρόσβαση στα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης. Ιδιαίτερα εν όψει εθνικών εκλογών: Στην Ουγγαρία θα λάβουν χώρα το 2022 και στην Πολωνία το 2023. Η Ολλανδία και η Φιλανδία επιδιώκουν οι επιδοτήσεις να συνδέονται με την εκπλήρωση μεταρρυθμίσεων υπέρ της ανάπτυξης. Οι μεμονωμένες θέσεις των κυβερνήσεων ενδεχομένως να οδηγήσουν σε ανεπιθύμητες καθυστερήσεις, θέτοντας σε κίνδυνο μια δυναμική ανάκαμψη των οικονομιών από την ύφεση της πανδημίας του Covid-19.

Κάτω από την τρέχουσα συγκυρία, τα σχέδια της Κομισιόν για την έκδοση ομολόγων είναι μια ευπρόσδεκτη εξέλιξη για τους επενδυτές. Οι τίτλοι βρίσκονται στην υψηλότερη επενδυτική βαθμίδα του τριπλού Α, ενώ οι αποδόσεις είναι ενθαρρυντικές. Στο 10ετές διαμορφώθηκαν τρεις μονάδες βάσης υψηλότερα από το midswap και στο 20ετές κινήθηκαν 14 μονάδες βάσης  πάνω από το midswap. Σε σχέση με τις αποδόσεις των γερμανικών και των γαλλικών ομολόγων που βρίσκονται σε αρνητικό πρόσημο, τα «κοινωνικά» ομόλογα της Κομισιόν υπόσχονται υψηλότερο αντίτιμο στη δευτερογενή αγορά. Συν τοις άλλοις, η παρουσία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας είναι ισχυρή σε αυτήν την αγορά, καθώς έχει περιθώριο να αγοράσει έως και 50% των εκδόσεων της Κομισιόν. Είναι μια καθησυχαστική παράμετρος σε μια εποχή μεγάλης αβεβαιότητας.

Οι προοπτικές των οικονομιών επιδεινώνονται από το δεύτερο κύμα της πανδημίας του Covid-19 ενώ δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα το εμβόλιο που θα επιτρέψει άμεσα την επιστροφή των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων σε ομαλούς ρυθμούς. Η στήριξη των οικονομιών από τις κυβερνήσεις είναι αναπόφευκτη. Αρκεί ο πολιτικός παράγοντας να μην επισκιάσει ούτε τη διαχείριση της πανδημίας, ούτε τη διάθεση των επιδοτήσεων στις οικονομίες της Ε.Ε. Διότι, επί του παρόντος τουλάχιστον, οι αγορές ανταποκρίνονται πέραν του δέοντος στα σχέδια της Κομισιόν να αντλεί κεφάλαια υπέρ της κοινωνικής συνοχής και της ανάπτυξης.