© Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευμ. Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του παρόντος, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη
Ο Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ ανατρέχει στο Γαλλικό νέο κύμα για να ολοκληρώσει μια από τις πιο διασκεδαστικές ταινίες της τρέχουσας σεζόν – φυσικά σε ασπρόμαυρο.
Πως οδηγηθήκαμε στη Nouvelle Vague; Τι άλλαξε έκτοτε στο σινεμά; Τα πάντα θα έλεγε κανείς, και ενώ περνούν τα χρόνια, ο μύθος πίσω από το εν λόγω κίνημα δεν έχει σταματήσει να διαμορφώνεται ξανά και ξανά, δανειζόμενος κάθε φορά κάτι από την εποχή που το εξετάζει. Το σινεμά, λοιπόν, πάντοτε θα επιστρέφει εκεί. Και αν εκτιμάς κάτι στη νέα ταινία του Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ, που επίσης ονομάζεται “Nouvelle Vague” και καταπιάνεται με τα γυρίσματα του “Με κομμένη την ανάσα” από τους Γκοντάρ, Μπελμοντό και Σίνμπεργκ, πέραν της αδιανόητης ανασύστασης της εποχής και της ζεστής ευθυμίας που την διακατέχει, είναι η περίτεχνη αποδόμηση της κινηματογραφικής φόρμας: Ο χρόνος δεν εξελίσσεται γραμμικά, αλλά κυλά, αναδιπλώνεται και ξανασμιλεύεται, λες και το σινεμά συναντιέται και συμπορεύεται με τον μηχανισμό της μνήμης. Ο Λινκλέιτερ δηλαδή δεν περιορίζεται σε έναν “στεγνό” φόρο τιμής. Αντίθετα, δημιουργεί ένα φιλμ που ζει και αναπνέει με την ίδια πνευματική ελευθερία που διέκρινε το γαλλικό Νέο Κύμα. Με άλλα λόγια, ο Λινκλέιτερ διασκεδάζει. Στήνει ένα πανέμορφο παιχνίδι με τις φόρμες και τις αντιφάσεις του κινηματογράφου, και, σαν γνήσιο fanboy που είναι, αφήνει το πάθος του να ποτίσει μια αναδρομή που, διαφορετικά, θα έμοιαζε “στεγνή” και ανώφελη. Ευτυχώς για εμάς!

“Στο Νησί του Άμρουμ” είναι ο τίτλος της νέας ταινίας του Φατίχ Ακίν – εκεί δηλαδή όπου λαμβάνει χώρα το δράμα μας, τοποθετημένο χρονικά το 1945, όπου ένα 12χρονο παιδί που βλέπει τη μητέρα του να μαραζώνει ενώ ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος φτάνει στο τέλος του. Εκείνη δε θέλει να φάει τίποτα άλλο εκτός από λευκό ψωμί με μέλι και βούτυρο – ήδη ανύπαρκτα στο ξεχασμένο αυτό μέρος που ούτε οι βόμβες των συμμάχων δεν αγγίζουν. Ο θάνατος του Χίτλερ την έχει συντρίψει, το μικρό παιδί όμως δεν καταλαβαίνει από αυτά, και θα κάνει ό,τι μπορεί για να ικανοποιήσει την επιθυμία της σκληρής μάνας. Δε μπορούμε να μη φέρουμε στο νου το σκληρό φιλμ “Γερμανία, έτος μηδέν” του Ρομπέρτο Ροσελίνι, γυρισμένο το 1948 – ντρεπόταν, βλέπετε, η Γερμανία να μιλήσει για αυτό που της συνέβη, και βγήκε ο πατέρας του Ιταλικού Νεορεαλισμού να μιλήσει για λογαριασμό της. Ο Ακίν όμως θέλει να φτιάξει μια ζεστή ταινία, και να αφήσει χώρο για λίγο φως στο φινάλε. Το κατορθώνει, χάρη στην εξαιρετική ερμηνεία του μικρού πρωταγωνιστή (Γιάσπερ Μπίλερμπεκ) αλλά και τον δικό του ανθρωπισμό που επιβάλλεται στη φόρμα.

Παράξενα μας τα λέει ο Λουίς Ορτέγκα στο “Σκοτώστε τον Τζόκεϊ”, μια σουρεάλ κωμωδία με ωραία καλαμπούρια αλλά ασαφές πλαίσιο. Εξηγούμαι: Εξπέρ καβαλάρης του ιπποδρόμου που όμως βρίσκεται στο ναδίρ της καριέρας του, αναλαμβάνει μια τελευταία κούρσα που ίσως τον σώσει από την καταστροφή: Έχει έναν μαφιόζο σπόνσορα να κατευνάσει, και ένα παιδί να μεγαλώσει (η σύντροφός του, επίσης διάσημη τζόκεϊ, περιμένει το πρώτο τους παιδί). Όμως τη μέρα της κούρσας όλα πάνε στραβά (σε ένα ξεκαρδιστικό ατύχημα) και ο ήρωας μας, ξυπνώντας από το κώμα, μεταμορφώνεται σιγά – σιγά σε γυναίκα. “Ορίστε;” σας ακούω ενώ με διαβάζετε, και κάπως έτσι αισθάνθηκα κι εγώ βλέποντας το φιλμ. Γιατί τα οπτικά γκαγκς τα παίζει στα δάχτυλα ο Ορτέγκα – ειλικρινά εδώ θα βρείτε μερικές από τις πιο αστείες σεκάνς της χρονιάς. Την διαλεκτική του όμως δεν ξέρει να την προεκτείνει: Η ταινία του δεν λέει τίποτα ουσιαστικό για το ζήτημα της ταυτότητας που δείχνει να την απασχολεί. Μια τελίτσα αφήνει μόνο, και ζητά από εμάς να την προεκτείνουμε. Ε, είναι λίγο τεμπέλικα κόλπα αυτά.












