Skip to main content

Νόμπελ Λογοτεχνίας 2023: Στον Νορβηγό Γιον Φόσε το φετινό βραβείο

Ο Γιον Φόσε θεωρείται σήμερα ένας από τους πιο πολυπαιγμένους θεατρικούς συγγραφείς και τους πιο αναγνωρισμένους πεζογράφους στον κόσμο.

Τον φετινό νικητή του βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας ανακοίνωσε, το μεσημέρι της Πέμπτης, η Βασιλική Σουηδική Ακαδημία Επιστημών στη Στοκχόλμη.

Στον Νορβηγό συγγραφέα και δραματουργό Γιον Φόσε απονεμήθηκε το φετινό Νόμπελ Λογοτεχνίας, όπως ανακοίνωσε το μεσημέρι της Πέμπτης, η Βασιλική Σουηδική Ακαδημία Επιστημών στη Στοκχόλμη.

Η μυθιστορηματική γλώσσα του φετινού βραβευθέντος συνοψίζεται σε ένα ύφος που έγινε γνωστό ως «μινιμαλισμός Φόσε». Όπως σημειώνεται στην ανακοίνωση της Ακαδημίας, «αν και ο Φόσε συμμερίζεται τον πεσιμισμό προκατόχων του, το συγγραφικό του όραμα δεν καταλήγει στο μηδενισμό ή την περιφρόνηση. Η πρόζα του διαθέτει ζεστασιά και χιούμορ, ενώ αποδίδει στους ανθρώπινους χαρακτήρες του με μια ευάλωτη αφέλεια».

Ο 64χρονος Φόσε γράφει αδιαλείπτως εδώ και τέσσερις δεκαετίες θέατρο, μυθιστορήματα, ποίηση, δοκίμια, παιδικά βιβλία και δημοσιογραφικά κείμενα. Έχει κάνει διασκευές έργων και μεταφράσεις στα νορβηγικά. Το έργο του έχει μεταφραστεί σε περισσότερες από 50 γλώσσες. Το πρώτο του θεατρικό ανέβηκε στη Νορβηγία το 1994, και στο εξωτερικό το 1997. Το όνομά του ήταν υποψήφιο στις λίστες Νόμπελ εδώ και χρόνια.

«Συγκλονισμένος και ευγνώμων»

Στις πρώτες δηλώσεις του μετά την ανακοίνωση του βραβείου, το οποίο συνοδεύεται από χρηματικό έπαθλο 11 εκατομμυρίων σουηδικών κορωνών,  ο Γιον Φόσε ανέφερε, «Είμαι συγκλονισμένος και ευγνώμων. Θεωρώ πως είναι μια ανταμοιβή για τη λογοτεχνία που στοχεύει πάνω από όλα να είναι λογοτεχνία, χωρίς άλλη σκέψη».

Ο Γιον Φόσε γεννήθηκε το 1959 στο Χάουγκεσουντ στη δυτική ακτή της Νορβηγίας. Το τεράστιο έργο του, γραμμένο στα νεονορβηγικά (νινόρσκ – ένα από τα δύο γραπτά πρότυπα της νορβηγικής γλώσσας, μαζί με τη Μποκμάλ) και καλύπτοντας ποικίλα είδη, αποτελείται από πληθώρα θεατρικών έργων, μυθιστορημάτων, ποιητικών συλλογών, δοκιμίων, παιδικών βιβλίων και μεταφράσεων.

Στην ηλικία των 7 ετών ο Φόσε υπέστη σοβαρό ατύχημα που τον έφερε στο κατώφλι του θανάτου, μια εμπειρία που επηρέασε το έργο του. Σπούδασε συγκριτική λογοτεχνία και δίδαξε στην Ακαδημία Δημιουργικής Γραφής στο Χόρνταλαντ. Σήμερα είναι ένας από τους πιο πολυπαιγμένους θεατρικούς συγγραφείς στον κόσμο, ενώ αναγνωρίζεται όλο και περισσότερο και για την πεζογραφία του. Το πρώτο του μυθιστόρημά «Raudt, svart» (Κόκκινο, μαύρο), το 1983, τόσο επαναστατικό όσο και συναισθηματικά ωμό, θίγει το θέμα της αυτοκτονίας και, από πολλές απόψεις, δίνει τον τόνο για το μετέπειτα έργο του.

Μετά από το πρώτο του έργο ακολούθησαν πληθώρα άλλων μυθιστορημάτων, ποιητικών συλλογών, δοκιμίων και παιδικών βιβλίων. Το 1994 έγραψε το πρώτο του θεατρικό έργο, με τίτλο «Και δε θα χωρίσουμε ποτέ», που ανέβηκε στην Εθνική Σκηνή του Μπέργκεν. Ακολούθησαν τα «Κάποιος θα έρθει», «Το παιδί», «Το όνομα», για το οποίο τιμήθηκε με το Βραβείο Ίψεν, «Η νύχτα τραγουδά τα τραγούδια της», «Όνειρο φθινοπώρου», «Μια μέρα καλοκαιριού», «Παραλλαγές θανάτου», «Χειμώνας», «Τόσο όμορφα», «Κορίτσι στον καναπέ» και πολλά άλλα. Έργα του έχουν μεταφραστεί σε 40 γλώσσες, μεταξύ των οποίων και τα ελληνικά.

Τον Αύγουστο του 2000 του απονεμήθηκε το Θεατρικό Βραβείο του Βορρά και τον Δεκέμβριο του 2003 χρίστηκε Ιππότης της Γαλλικής Λεγεώνας της Τιμής. Το μινιμαλιστικό και υπερ-νατουραλιστικό ύφος του Φόσε ανανέωσε ριζοσπαστικά το τοπίο της Νορβηγικής δραματουργίας.

Από το 2011, ο Φόσε ζει στο Grotten, σε μια κατοικία του 19ου αιώνα στο κέντρο του Όσλο, που παραχωρεί τιμητικά ο βασιλιάς της Νορβηγίας στη σημαντικότερη προσωπικότητα του πολιτισμού της χώρας. Μαζί με τη δεύτερη σύζυγό του, σλοβακικής καταγωγής, μοιράζει τον χρόνο του ανάμεσα στο Χένμπουργκ, μια παραδουνάβια κωμόπολη της Αυστρίας και το Μπέργκεν. Την περασμένη δεκαετία εισήλθε αυτοβούλως σε νοσοκομείο για να απαλλαγεί από την εξάρτησή του από το αλκοόλ.

Όπως κάθε χρόνο οι γραπτές προτάσεις για το Νόμπελ Λογοτεχνίας φτάνουν στην επιτροπή Νόμπελ έως τις 31 Ιανουαρίου. Συνήθως υπάρχουν περίπου 350 προτάσεις κάθε χρόνο. Κατά τη διάρκεια της άνοιξης οι προτάσεις εξετάζονται από την Επιτροπή Νόμπελ και τον Απρίλιο παρουσιάζει για έγκριση από την Ακαδημία έναν προκαταρκτικό κατάλογο υποψηφίων, που περιέχει περίπου 20 ονόματα. Πριν από το καλοκαιρινό διάλειμμα της Ακαδημίας, η λίστα συνήθως μειώνεται περαιτέρω σε περίπου πέντε ονόματα. Τον Οκτώβριο η Ακαδημία κάνει την επιλογή της.

Για να είναι έγκυρη η εκλογή, ένας υποψήφιος πρέπει να συγκεντρώσει περισσότερες από τις μισές ψήφους. Ο τιμώμενος συγγραφέας λαμβάνει κανονικά το βραβείο (10 εκατομμύρια SEK το 2020) από τα χέρια βασιλιά Καρόλου ΙΣΤ΄ Γουσταύου, στο Μέγαρο Μουσικής της Στοκχόλμης στις 10 Δεκεμβρίου – Ημέρα του Νόμπελ.