Skip to main content

Πέθανε ο θρυλικός κιθαρίστας Μανίτας ντε Πλάτα

Σε οίκο ευγηρίας της νότιας Γαλλίας απεβίωσε σε ηλικία 93 ετών ο Μανίτας ντε Πλάτα, όπως ανακοίνωσε η κόρη του. Ο θρυλικός κιθαρίστας αφήνει πίσω του μια εντυπωσιακή δισκογραφία που περιλαμβάνει περισσότερα από 80 άλμπουμ τα οποία πούλησαν συνολικά 93 εκατομμύρια αντίτυπα.

Ορισμένοι συγκρίνουν το επίπεδο της τέχνης του με την ιδιοφυΐα του Τζάνγκο Ράινχαρντ, του βασιλιά της τσιγγάνικης τζαζ, ο οποίος πέθανε μερικά χρόνια πριν από την εντυπωσιακή επιτυχία του Μανίτας ντε Πλάτα.

Το αληθινό του όνομα ήταν Ρικάντο Μπαλιάρντο και γεννήθηκε τον Αύγουστο του 1921 στο τροχόσπιτο της οικογένειάς του στην Σετ (νότια Γαλλία), όπου ζούσε μια σημαντική κοινότητα τσιγγάνων. Ο πατέρας του ήταν έμπορος αλόγων. Το ισπανικό καλλιτεχνικό ψευδώνυμό του, που μεταφράζεται κυριολεκτικά “χεράκια από ασήμι”, αλλά έχει την έννοια “μαγικά δάχτυλα”, επελέγη από το θείο του ο οποίος τον ενθάρρυνε να γίνει επαγγελματίας.

Μικρός, ο Μανίτας ντε Πλάτα δεν πήγε καθόλου σχολείο. Ως το θάνατό του, δεν γνώριζε να διαβάζει ούτε να γράφει. Ωστόσο από την ηλικία των εννέα ετών, με την ενθάρρυνση του θείου του, είχε μάθει εξαιρετική κιθάρα, χωρίς να ξέρει να διαβάζει ούτε νότα. Έγινε διάσημος με τη μουσική του χωρίς να μπορεί να διαβάσει μια παρτιτούρα.

Ως Μανίτας ντε Πλάτα, ο νεαρός τσιγγάνος που έπαιζε στα καφέ της Κυανής Ακτής άρχισε να συναναστρέφεται τον ποιητή Ζαν Κοκτό, τους ζωγράφους Πάμπλο Πικάσο και Σαλβαντόρ Νταλί και την ηθοποιό Μπριζίτ Μπαρντό, άπαντες λάτρεις του γαλλικού νότου, καθώς και τον ταυρομάχο Ελ Κορντομπές. Ο φωτογράφος Λουσιάν Κλεργκ τον σύστησε σε αμερικανούς παραγωγούς, οι οποίοι θα τον πείσουν να πάει να παίξει στη Νέα Υόρκη, όπου θριάμβευσε στο Κάρνεγκι Χολ.

Είχε εξομολογηθεί πως στη ζωή του είχε “πολλές γυναίκες εκτός γάμου” και πως δεν ξέρει πόσα ακριβώς παιδιά γέννησε – έλεγε πως ήταν “ανάμεσα σε 24 και 28” και πως έχει αναγνωρίσει επίσημα “τουλάχιστον 13” παιδιά.

Με την ηλικία, οι εμφανίσεις του έγιναν πιο σπάνιες. Στα 90 χρόνια του, τον Αύγουστο του 2011, είχε παραδεχθεί πως δεν έπαιζε πλέον πολύ συχνά μουσική, έστω κι αν έπαιρνε πάντα μαζί του τις επτά κιθάρες του.