Από την έντυπη έκδοση
Της Τέτης Ηγουμενίδη
[email protected]
Πιέζει ασφυκτικά ο χρόνος για αποφάσεις αναφορικά με τη Forthnet, ωστόσο τροχοπέδη στις εξελίξεις αποτελεί η κατάσταση στη χώρα και η διάχυτη αβεβαιότητα στο σύνολο των επιχειρήσεων του ιδιωτικού τομέα.
Καθοριστική είναι η στάση που θα τηρήσουν οι πιστώτριες τράπεζες, καθώς η εισηγμένη, όπως είναι γνωστό, διατηρεί υψηλό δανεισμό (325,7 εκατ. ευρώ) τον οποίο εξυπηρετεί ως προς τους τόκους και όχι ως προς το κεφάλαιο.
Παράγοντας πίεσης για τη Forthnet είναι και η έλλειψη ρευστότητας. Στον ισολογισμό της για το πρώτο τρίμηνο τα ταμειακά διαθέσιμα εμφανίζονται σημαντικά μειωμένα (6,3 εκατ. ευρώ έναντι 33,4 εκατ. ευρώ) σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του 2014 (τότε είχε ολοκληρωθεί η αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου κατά περίπου 30 εκατ. ευρώ) και το ερώτημα είναι αν οι μέτοχοί της θα τη χρηματοδοτήσουν εκ νέου.
Με βάση τις εκτιμήσεις η απάντηση είναι αρνητική, όσον αφορά τον βασικό της μέτοχο την αραβική Emirates International Telecommunications (ΕΙΤ) με 44%.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η ΕΙΤ επιθυμεί να αποχωρήσει από την ελληνική εταιρεία και πλέον αντιμετωπίζει διαφορετικά από ό,τι ένα χρόνο πριν το ενδιαφέρον που εκδηλώνεται για την εισηγμένη από τις μεγαλύτερες ελληνικές τηλεπικοινωνιακές επιχειρήσεις.
Από την πλευρά των Vodafone – Wind (η πρώτη κατέχει περίπου το 6,7% των μετοχών της Forthnet και η δεύτερη περίπου 33,3%) η όποια χρηματοδότηση θα μπορούσε να έρθει μόνο εφόσον ο έλεγχος της εισηγμένης περάσει στη δική τους ευθύνη.
Ειδικότερα, τα δεδομένα έχουν ως εξής:
Στο στρατόπεδο της Forthnet κυριαρχεί η διαπραγμάτευση με τις Εθνική και Πειραιώς. Η εισηγμένη χρειάζεται συμφωνία με τις τράπεζες επειγόντως, καθώς η ανοχή τους για την αποπληρωμή των δόσεων κεφαλαίου τελειώνει 30 Ιουνίου. Εκκρεμούν δόσεις συνολικού ύψους 160 εκατ. ευρώ.
Για να πείσει τις τράπεζες η εισηγμένη πρέπει να τους παρουσιάσει ένα βιώσιμο επιχειρησιακό σχέδιο. Παράλληλα η Forthnet έχει θέσει στο τραπέζι της συζήτησης, ως μέρος της συμφωνίας, τη σύναψη ομολογιακού δανείου μετατρέψιμου σε μετοχές, ύψους 100 εκατ. ευρώ, με προτίμηση στους παλαιούς μετόχους.
Η πρότασή της έχει ξαφνιάσει την αγορά, καθώς το ποσό που ζητεί είναι ίσο με τη σημερινή κεφαλαιοποίησή της στο Χρηματιστήριο (περίπου 99 εκατ. ευρώ), αλλά και γιατί οι μέτοχοί της θα χρειαστεί να βάλουν το χέρι στην τσέπη και αν δεν το πράξουν θα πρέπει να επενδύσει στην εισηγμένη τρίτος φορέας ή οι ίδιες οι τράπεζες.
Το τελευταίο θα σημαίνει ουσιαστικά πως ο έλεγχος της εισηγμένης θα περάσει στα πιστωτικά ιδρύματα. Να σημειωθεί σχετικά πως καταγράφονται ενστάσεις για το κατά πόσο συνεχίζει να είναι σε ισχύ η απόφαση της γενικής συνέλευσης των μετόχων για ομολογιακό μετατρέψιμο σε μετοχές.
Την εικόνα της εισηγμένης συμπληρώνουν τα οικονομικά δεδομένα, όπου πέρα από τα διαθέσιμα, ο τζίρος της το πρώτο τρίμηνο του έτους κινήθηκε πτωτικά (4,5%, στα 91,3 εκατ. ευρώ από 95,7 εκατ. ευρώ) παρά την αύξηση της συνδρομητικής της βάσης, ενώ το τελικό της αποτέλεσμα ύστερα από φόρους ήταν ζημιές 13 εκατ. ευρώ έναντι επίσης ζημιών 11,5 εκατ. ευρώ.
Βεβαίως η Forthnet είναι μια μεγάλη τηλεπικοινωνιακή εταιρεία με πελάτες 818.795 μοναδικά νοικοκυριά, ενώ αυτό που κυρίως την κάνει ελκυστική είναι το τηλεοπτικό της περιεχόμενο και η δυνατότητά της να πουλά συνδυαστικά σταθερή τηλεφωνία, σύνδεση στο διαδίκτυο και συνδρομητική τηλεόραση. Ομως, για να μπορέσει να διατηρήσει και να αυξήσει την πελατεία της χρειάζεται κεφάλαια για να επενδύει.
Οποια τηλεπικοινωνιακή εταιρεία έπαψε να έχει τη δυνατότητα άντλησης κεφαλαίων είτε έκλεισε (με πιο πρόσφατο παράδειγμα την On Telecoms) είτε απορροφήθηκε από άλλη εταιρεία.
Και δεν είναι καθόλου δεδομένο ότι οι συνδρομητές αυξάνονται χωρίς προσφορές. Να σημειωθεί ότι το πρώτο τρίμηνο του έτους η Nova πρόσθεσε μόνον 70 συνδρομητές, ενώ η ανταγωνιστική συνδρομητική πλατφόρμα ΟΤΕ TV 13.364.
Ζωντανό διατηρείται στο «στρατόπεδο» των Vodafone – Wind το ενδιαφέρον για τη Forthnet. Ωστόσο, δεν είναι σαφές αν το ίδιο συμβαίνει και από την πλευρά του ΟΤΕ, ο οποίος έχει υποβάλει μη δεσμευτική προσφορά μόνο για τη Nova.
Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι τις μέρες αυτές λήγει η διάρκεια της συμφωνίας που έχουν οι δύο εταιρείες και αναφέρεται στο δικαίωμα προαίρεσης της Vodafone να εξαγοράσει από τη Wind ένα επιπλέον ποσοστό 13,25% της Forthnet έναντι 12,4 εκατ. ευρώ, ποσό που η διοίκηση της Wind το υπολογίζει «ως απευθείας επιρριπτόμενο στην από κοινού εξαγορά της εισηγμένης» (σχετική αναφορά στον ισολογισμό της Wind για το 2014).
Ο στόχος της συμφωνίας αυτής είναι οι δύο εταιρείες να μοιραστούν στη μέση το σημερινό ποσοστό τους στη Forthnet. Εκτιμάται ότι η εν λόγω συμφωνία μεταξύ των δύο εταιρειών θα ανανεωθεί για όσο διάστημα χρειαστεί, καθώς στην παρούσα συγκυρία δεν είναι ορατό, εξαιτίας των μακροοικονομικών της χώρας, πότε θα προχωρήσουν στο επόμενο βήμα που είναι η κατάθεση δεσμευτικής προσφοράς για την εξαγορά του συνόλου των μετοχών της εισηγμένης τηλεπικοινωνιακής εταιρείας.
Επίσης αξίζει να αναφερθεί πως στα δεδομένα των Vodafone – Wind συμπεριλαμβάνεται και η άρνηση των τραπεζών να κάνουν δεκτό το αίτημά τους για «κούρεμα» του χρέους της εισηγμένης.
Εν κατακλείδι, η όποια εξέλιξη σχετικά με τη Forthnet εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις τράπεζες και το κατά πόσον θα θελήσουν το επόμενο διάστημα να πιέσουν, όπως και φυσικά από το «παζάρι» για το τίμημα της εξαγοράς του ποσοστού 44% που κατέχει στη Forthnet η Emirates International Telecommunications (ΕΙΤ) που παρασκηνιακά πιθανότατα βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τον δημοσιευμένο ισολογισμό της εταιρείας, τα έσοδά της μειώθηκαν κατά 6,3%, στα 492,2 εκατ. ευρώ το 2014 έναντι 525,3 εκατ. ευρώ το 2013, ενώ τα κέρδη προ φόρων τόκων και αποσβέσεων (EDITDA) ανήλθαν σε 69,8 εκατ. ευρώ πέρυσι έναντι 88,1 εκατ. ευρώ το 2013. Κατά το εξεταζόμενο διάστημα, οι λειτουργικές ζημιές της Wind διαμορφώθηκαν σε 74,2 εκατ. ευρώ το 2014 έναντι επίσης ζημιών 105,9 εκατ. ευρώ το 2013, ενώ οι προ φόρων ζημιές ανήλθαν σε 98,7 εκατ. ευρώ έναντι ζημιών 151,5 εκατ. ευρώ.
Το 2014 η Wind προχώρησε σε μείωση του προσωπικού της κατά 163 άτομα (στο τέλος του 2014 είχε 975 εργαζόμενους), εκ των οποίων τα 120 μεταφέρθηκαν στην θυγατρική εταιρεία Victus, την οποία έχει ιδρύσει η Wind μαζί με τη Vodafone. Επίσης στη διάρκεια του προηγούμενου οικονομικού έτους στη Wind αποφασίστηκαν δύο αυξήσεις κεφαλαίου. Η πρώτη στις 5 Μαρτίου ύψους 200 εκατ. ευρώ και η δεύτερη στις 19 Δεκεμβρίου η οποία είχε ύψος 160 εκατ. ευρώ.
Παράλληλα, οι μακροπρόθεσμες δανειακές υποχρεώσεις της εταιρείας ανήλθαν στα 299,4 εκατ. ευρώ πέρυσι από 483,4 εκατ. το 2013, ενώ, τέλος, είχε ταμειακά διαθέσιμα 169,1 εκατ. ευρώ πέρυσι έναντι 56,4 εκατ. το αντίστοιχο διάστημα του 2013.