Από την έντυπη έκδοση
Του Κώστα Δεληγιάννη
[email protected]
Κερδοφορία έως περίπου το τέλος της επόμενης 10ετίας προβλέπουν τα επικαιροποιημένα business plan της ΔΕΗ για τις προς πώληση λιγνιτικές μονάδες στη Μελίτη στη Φλώρινα και τη Μεγαλόπολη, ενσωματώνοντας ωστόσο παραδοχές για τις οποίες παραμένουν επιφυλακτικοί οι υποψήφιοι επενδυτές.
Με βάση αυτές τις παραδοχές της επιχείρησης (σύμφωνα με τα οικονομικά μεγέθη που αναρτήθηκαν στο Virtual Data Room προς ενημέρωση των εταιρειών που συμμετέχουν στον διαγωνισμό), από το βασικό σενάριο προκύπτουν σωρευτικές ελεύθερες ταμειακές ροές 192 και 150 εκατ. ευρώ, για τη Μελίτη και τη Μεγαλόπολη αντίστοιχα, κατά την περίοδο από το δεύτερο εξάμηνο του 2019 έως και το 2028.
Για τους παραπάνω υπολογισμούς, στα business plan ελήφθη υπόψη ότι η μέση τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας για την περίοδο 2019 – 2028 θα κινηθεί από τα 74 έως τα 78 ευρώ ανά MWh (μεγαβατώρα). Επιπλέον, το 2020 θα σταματήσουν να λειτουργούν οι μονάδες του Αμυνταίου, αφήνοντας έτσι περισσότερο «χώρο» για τα προς πώληση εργοστάσια στο ηλεκτρικό σύστημα (και ειδικά για τη Μελίτη), η απόδοση των οποίων προβλέπεται επίσης να αυξηθεί μετά το 2022. Παράλληλα, η νέα μονάδα «Πτολεμαΐδα V» της ΔΕΗ θα ξεκινήσει να λειτουργεί από το 2022, ενώ η «Μεγαλόπολη ΙΙΙ» θα τεθεί εκτός λειτουργίας το 2025.
Τα δικαιώματα ρύπων
Όσον αφορά το κόστος των δικαιωμάτων ρύπων, στην ανάλυση εκτιμάται ότι η τιμή τους θα ξεκινήσει από τα 22,3 ευρώ ανά τόνο το δεύτερο εξάμηνο του 2019, φθάνοντας έως τα 31 ευρώ ανά τόνο κατά την περίοδο 2023 – 2028. Ωστόσο, προβλέπεται πως το πραγματικό κόστος θα είναι 10% χαμηλότερο από το ονομαστικό, αξιοποιώντας τη δυνατότητα αντιστάθμισης κινδύνου (hedging).
Η διακύμανση του κόστους των ρύπων αποτελεί μία από τις βασικές ενστάσεις που εκφράζουν υποψήφιοι επενδυτές, εκφράζοντας επιφυλάξεις για το κατά πόσο είναι όντως διασφαλισμένη η κερδοφορία των μονάδων. Έτσι, υποστηρίζουν πως είναι μάλλον συντηρητική η εκτίμηση της ΔΕΗ για τη συγκράτηση των τιμών των ρύπων στα 31 ευρώ, τη στιγμή μάλιστα που ο συνυπολογισμός του hedging καθιστά ακόμη πιο αβέβαιη την πρόβλεψη του συγκεκριμένου κόστους. Παράλληλα, εταιρείες που συμμετέχουν στον διαγωνισμό θεωρούν πως είναι ακραία η εκτίμηση για τη μέση τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας, ενώ αμφισβητούν την προοπτική αύξησης της απόδοσης των μονάδων, όπως και της μεγαλύτερης συμμετοχής τους στην αγορά, η οποία θα ενίσχυε τον τζίρο. Τέλος, σημειώνουν πως παραμένει ακόμη ερωτηματικό η έγκριση του Μόνιμου Μηχανισμού Επάρκειας Ισχύος από την Κομισιόν, παρ’ όλο που στο SPA περιλαμβάνεται ειδική ρήτρα επιστροφής μέρους του τιμήματος στην περίπτωση που το ελληνικό σχέδιο δεν πάρει το «πράσινο φως» των Βρυξελλών σε εννιά μήνες από την πώληση των μονάδων.