Skip to main content

Επιχειρησιακές το 92% των ΣΣΕ το 2017

Από την έντυπη έκδοση

Του Στέλιου Παπαπέτρου
[email protected]

Η ολοκλήρωση του πρώτου κύκλου των διερευνητικών συναντήσεων που είχε πρόσφατα η υπουργός Εργασίας Έφη Αχτσιόγλου με τους εκπροσώπους των κοινωνικών εταίρων (ΓΣΕΕ, ΣΕΤΕ, ΣΕΒ, ΕΣΕΕ, ΓΣΕΒΕΕ), για το μείζον θέμα της ρύθμισης των εργασιακών σχέσεων και της επαναφοράς των αρχών της ευνοϊκότερης ρύθμισης και της επεκτασιμότητας των κλαδικών συμβάσεων εργασίας, παρά το θετικό κλίμα μέσα στο οποίο διεξήχθησαν, ανέδειξε ταυτόχρονα και τις αποστάσεις που υπάρχουν για το θέμα των συλλογικών συμβάσεων εργασίας μεταξύ των εμπλεκομένων μερών.

Παρά, όμως, την αναμενόμενη διαφορετικότητα των προσεγγίσεων που εξέφρασαν οι κοινωνικοί εταίροι, το μείζον ερώτημα που δεν έχει απαντηθεί έως σήμερα είναι εάν η οποιαδήποτε εξέλιξη και νομοθετική ρύθμιση των εργασιακών σχέσεων και της επαναφοράς των συλλογικών διαπραγματεύσεων θα είναι μια αποκατάσταση του θεσμικού πλαισίου που ίσχυε πριν από την εφαρμογή των μνημονίων, ή μία προσαρμογή που θα λαμβάνει υπ’ όψιν της τα νέα δεδομένα της οικονομίας και της αγοράς εργασίας.

Όσον αφορά τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας (ΣΣΕ), το 2017 οι εθνικές ή τοπικές κλαδικές ΣΣΕ εξακολουθούν να είναι εξαιρετικά ολιγάριθμες, ενώ για όγδοη χρονιά, δηλαδή από το 2010 μέχρι σήμερα, οι επιχειρησιακές ΣΣΕ υπερτερούν συντριπτικά. Για παράδειγμα, με βάση τα στοιχεία του υπουργείου Εργασίας, το 2017 υπογράφηκαν μόνο 15 κλαδικές / ομοιοεπαγγελματικές συλλογικές συμβάσεις, δηλαδή, ένας αριθμός που βρίσκεται περίπου στα ίδια επίπεδα με τα προηγούμενα έτη της περιόδου μετά το 2012.

Αντίθετα, ο αριθμός των επιχειρησιακών ΣΣΕ ανέρχεται σε 244, αντιπροσωπεύοντας για την περσινή χρονιά το 92% του συνόλου των συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Επισημαίνεται ότι από τα ίδια στοιχεία προκύπτει πως το 2010 οι επιχειρησιακές συμβάσεις αντιπροσώπευαν το 74,18% του συνόλου των συλλογικών συμβάσεων, το 2012 εκτινάχθηκαν στο 97,11%, για να ακολουθήσουν μέχρι σήμερα μια ελαφρώς πτωτική πορεία, η οποία εξακολουθεί να κυμαίνεται σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα, πάνω από το 92% του συνόλου.

Συνεπώς το οποιοδήποτε αποτέλεσμα των διαβουλεύσεων μεταξύ του υπουργείου Εργασίας και των κοινωνικών εταίρων θα πρέπει να θεσμοθετηθεί για να υλοποιηθεί στη συνέχεια σε συνθήκες κληρονομημένες από την πολύχρονη οικονομική ύφεση.

Σε τουρισμό και τράπεζες οι πιο πολλές κλαδικές ΣΣΕ

Από την εξέταση των στοιχείων του υπουργείου Εργασίας, σε ό,τι αφορά την πορεία των κλαδικών / ομοιοεπαγγελματικών ΣΣΕ, προκύπτει ότι ο αριθμός τους από το 2014 και μετά κυμαίνεται σταθερά μεταξύ 10 έως 15 και αφορά συγκεκριμένους χώρους, δηλαδή, κυρίως κλάδους σχετικούς με τον τουρισμό (ξενοδοχεία, ναυτιλιακά πρακτορεία, τουριστικά γραφεία, ξένες αεροπορικές εταιρείες), αλλά και στις τράπεζες, στη βιομηχανία καπνού και στην τσιμεντοβιομηχανία. Στον αντίποδα, παρατηρείται σημαντικός περιορισμός κλαδικών συμβάσεων σε μεγάλους κλάδους της οικονομίας, όπως το εμπόριο, η βιομηχανία τροφίμων κ.ά.

Κατά τη διάρκεια του 2017 τα βασικά χαρακτηριστικά της αγοράς εργασίας ήταν η πλήρης αποκέντρωση των συλλογικών διαπραγματεύσεων, με τη μεταφορά του βάρους για μία ακόμη χρονιά στις επιχειρησιακές και όχι στις κλαδικές συμβάσεις εργασίας, καθώς και η γενίκευση της ευελιξίας στις ατομικές εργασιακές σχέσεις. Αξίζει να σημειωθεί, βέβαια, ότι σε σύγκριση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες η Ελλάδα δεν αποτελεί εξαίρεση, αλλά συνιστά μέρος μιας γενικότερης διαδικασίας αντικατάστασης του μεταπολεμικού κοινωνικού μοντέλου. Ειδικότερα, στην Ελλάδα, και κατά τη διάρκεια του 2017, η κατάσταση στο πεδίο των συλλογικών εργασιακών σχέσεων παρέμεινε αμετάβλητη, καθώς εξακολουθούν να ισχύουν και να εφαρμόζονται οι βασικές νομοθετικές ρυθμίσεις που θεσμοθετήθηκαν την πενταετία 2010-2014, οι οποίες καθιέρωσαν ένα σύστημα επίλυσης συλλογικών διαφορών ριζικά διαφορετικό από το αρχικό νομοθετικό πλαίσιο του ν. 1876/90.

Έτσι, το σύνολο του θεσμικού πλαισίου, όπως αυτό διαμορφώθηκε τα προηγούμενα χρόνια, εξακολουθεί να ισχύει δίχως καμία περαιτέρω αλλαγή, παγιώνοντας πλέον μια καθαρή εικόνα σε ό,τι αφορά τη συλλογική προστασία και τα δικαιώματα των εργαζομένων. Ουσιαστικά, έχει εδραιωθεί η καθολική επικράτηση των συλλογικών συμβάσεων σε επίπεδο επιχείρησης, με παράλληλη σημαντική υποχώρηση της υπογραφής κλαδικών ή ομοιοεπαγγελματικών συλλογικών συμβάσεων σε εθνικό ή τοπικό επίπεδο.