Ελένη και Δημήτρης ανέλαβαν τα ηνία της εισηγμένης επιχείρησης πριν μία 5ετία, σε ηλικία μόλις 34 και 29 ετών αντίστοιχα. Σήμερα, όμως, καλούνται να διανύσουν τα τελευταία μέτρα σ’ αυτό τον σχετικά σύντομο χρηματιστηριακό στίβο, καθώς τα δύο αδέρφια έχουν αποφασίσει να καταστήσουν εκ νέου ιδιωτική την εταιρεία, την οποία ίδρυσε η οικογένειά τους στην Πάτρα τη δεκαετία του ’50.
Ο λόγος για την Ελένη Κεπενού (CEO) και τον Δημήτρη Κεπενό (πρόεδρο), οι οποίοι έχουν βάλει πλώρη για… έξοδο από τη Λεωφόρο Αθηνών, 23 χρόνια μετά την απόφαση του πατέρα τους να δοκιμάσει τις δυνάμεις της ιστορικής αλευροβιομηχανίας Μύλοι ΚΕΠΕΝΟΥ αρχικά στη Σοφοκλέους και μετέπειτα στη Λεωφόρο Αθηνών. Αιτία (ή και αφορμή, σύμφωνα με ορισμένους) για την αποχώρηση από το Χ.Α. στάθηκε ο νέος κανονισμός για την ελεύθερη διασπορά, καθώς τα δύο αδέρφια μέχρι πρότινος ήλεγχαν το 89,31%.
Το να πουλήσουν σε τρίτους επενδυτές το 14,31% (ώστε να φθάσουν στο απαιτούμενο 75%) κρίθηκε ως μη εφικτό, ενώ το σενάριο του «υποβιβασμού» στην Εναλλακτική Αγορά δεν συγκέντρωσε ποτέ αρκετές πιθανότητες.
Κάπως έτσι, Ελένη και Δημήτρης αποφάσισαν να επιλέξουν τον τρίτο δρόμο, δηλαδή να συγκεντρώσουν όλο το… χαρτί και να αποχωρήσουν από την αγορά, χωρίς να περιμένουν την ΕΧΑΕ να ενεργοποιήσει την άβολη διαδικασία της «έξωσης».
Μετά τη δημόσια πρόταση, η οποία «έτρεξε» το προηγούμενο χρονικό διάστημα, αμφότεροι ελέγχουν πλέον περισσότερο από το 96% του μετοχικού κεφαλαίου, με αποτέλεσμα τα επόμενα βήματα να περιλαμβάνουν τα αιτήματα για squeeze out και για οριστική διαγραφή των μετοχών από το ταμπλό του Χ.Α.
Μηδενική απόδοση στην 5ετία
Πάντως, η αγορά ουδέποτε ήταν ιδιαίτερα ένθερμη με τη νέα γενιά της οικογένειας Κεπενού.
Από το 2020, όταν δηλαδή Ελένη και Δημήτρης ανέλαβαν τα ηνία, έως και σήμερα η απόδοση της μετοχής είναι σχεδόν μηδενική, με την κεφαλαιοποίηση να είναι σταθερά καθηλωμένη στην περιοχή των 12 – 13 εκατ. ευρώ, δηλαδή κάτω της λογιστικής αξίας (ίδια κεφάλαια), η οποία υπολογίζεται σε 18,3 εκατ. ευρώ.
Την ίδια στιγμή, η καθαρή κερδοφορία από το 1,2 εκατ. ευρώ το 2020 «ψαλιδίστηκε» στο 0,7 εκατ. ευρώ το 2024, παρά τη βελτίωση του τζίρου μέσα στο ίδιο χρονικό διάστημα (από τα 35 στα 57 εκατ. ευρώ).
Σίγουρα, τα δύο αδέρφια μπορούν να επικαλεστούν αρκετές δικαιολογίες, με την πανδημία και τον πληθωρισμό να θέτουν σημαντικά εμπόδια. Όμως, ας έχουμε υπόψη ότι υπάρχουν άλλες εταιρείες του χώρου, οι οποίες κατάφεραν να μετατρέψουν την κρίση σε ευκαιρία και να «ζυμώσουν» σημαντικά κέρδη.
(Τα παραπάνω αποτελούν προϊόν δημοσιογραφικής έρευνας και δεν συνιστούν προτροπή για αγορά, πώληση ή διακράτηση οποιασδήποτε μετοχής)