Από την έντυπη έκδοση
Της Δανάης Αλεξάκη
[email protected]
Απώλεια άνω των 6 δισ. ευρώ καταγράφει το λιανικό εμπόριο τροφίμων στο διάστημα 2008-2015, ποσό που μεταφράζεται σε σωρευτική υποχώρηση της τάξεως του 25%, ενώ πτώση 2-4% αναμένεται για τη φετινή χρονιά. Ταυτόχρονα, η συρρίκνωση της πίτας στην αγορά έχει σηματοδοτήσει και τη συρρίκνωση του αριθμού των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στη λιανική εμπορία τροφίμων, με 26 εταιρείες να διακόπτουν τη λειτουργία τους μέσα στην πενταετία 2010-2014. Η κατάσταση αυτή έχει οδηγήσει, κυρίως μεταξύ των ισχυρών αλυσίδων σούπερ μάρκετ, σε ένα παρατεταμένο power game με βασικό όπλο τις τιμές.
Αναλυτικότερα, όπως επισημαίνεται στη σχετική μελέτη της Infobank Hellastat, που εκπονήθηκε από τον Αλέξη Νικολαΐδη, Economic Research & Sectorial Studies senior analyst, η αγορά προβλέπεται να υποχωρήσει φέτος στα 18,7 δισ. ευρώ, καθώς κατά τη διάρκεια του έτους θα αποτυπωθούν πλήρως οι επιδράσεις από τις αυξήσεις του ΦΠΑ και τη γενικότερη αίσθηση αβεβαιότητας στην οικονομία.
Σύμφωνα με τον κ. Νικολαΐδη, η κατανάλωση στα σούπερ μάρκετ τα τελευταία χρόνια καταγράφει πτωτική τάση, όντας άμεσα συνυφασμένη με την ύφεση. Παράλληλα, παράμετροι που επηρεάζουν αρνητικά την αξία αγοράς αποτελούν: η μείωση των τελικών τιμών σε αρκετές κατηγορίες προϊόντων και η διαφοροποίηση της καταναλωτικής συμπεριφοράς, όπως εκδηλώνεται με την αγορά μικρότερης ποσότητας αγαθών και προτίμηση σε φθηνότερες λύσεις, όπως οι κωδικοί ιδιωτικής ετικέτας.
Συγκέντρωση
Η παρατεταμένη ύφεση έχει ήδη αποτυπώσει τα σημάδια της και στον κλάδο της εμπορίας τροφίμων, καθώς αρκετές επιχειρήσεις οδηγήθηκαν σε «λουκέτο», αφού, όπως υποστηρίζουν παράγοντες της αγοράς, «δεν υπάρχει πλέον χώρος για όλους». Σύμφωνα με την κα Μαρία Μεταξογένη, διευθύνουσα σύμβουλο της IBHS, «οι οικονομικές συνθήκες που διέπουν τον κλάδο θα εντείνουν την τάση συγκέντρωσης σε λίγες οργανωμένες αλυσίδες, οι οποίες επενδύοντας στην ανάπτυξη και οργάνωση των δικτύων τους, αναδεικνύονται πιο ανθεκτικές στην ύφεση. Οι συνεχείς εξαγορές και συνεργασίες θα οδηγήσουν στη δημιουργία πιο εύρωστων οικονομικά επιχειρηματικών σχημάτων, που θα διαθέτουν πιο ισχυρή διαπραγματευτική δύναμη έναντι των προμηθευτών. Αντιθέτως, ο αριθμός των μικρότερων αλυσίδων θα μειωθεί δραστικά λόγω της αδυναμίας τους να ανταγωνιστούν σε μια πτωτική αγορά».
Ενδεικτικό της τάσης για μεγαλύτερη συγκέντρωση της αγοράς σε λίγους ομίλους αποτελεί η υποχώρηση του αριθμού των αλυσίδων, από περισσότερες από 100 πριν από την εκδήλωση της ύφεσης σε 89 το 2010, 70 το 2013 και 63 το 2014. Οι μεγαλύτερες απώλειες εντοπίζονται στις αλυσίδες με 3-5 καταστήματα, ο αριθμός των οποίων μειώθηκε από 39 το 2010 σε 20 το 2014, γεγονός που μεταφράστηκε σε απώλεια 134 καταστημάτων. Επιπλέον, οι αλυσίδες 11-15 καταστημάτων μειώθηκαν από 8 σε μόλις 1 την ίδια περίοδο.
Μετά πάντως και τις τελευταίες εξελίξεις (συνεργασία Μαρινόπουλου και Σκλαβενίτη, οριστικοποίηση της εξαγοράς της Βερόπουλος από τη Metro, εξαγορά των Makro Cash & Carry και Χαλκιαδάκης από τη Σκλαβενίτης κ.λπ.), οι πέντε μεγαλύτερες αλυσίδες κατέχουν περίπου το 75% της αξίας της αγοράς.
Ευελιξία ισχυρών
Ιδιαίτερα ανθεκτικές σε μια πτωτική αγορά αποδείχτηκαν κυρίως οι μεγάλες αλυσίδες, οι οποίες διατήρησαν -ή και αύξησαν- τις πωλήσεις τους, έναντι των μικρότερων επιχειρήσεων που υπέστησαν σημαντικές απώλειες.Το γεγονός αυτό αποδίδεται στην επενδυτική δραστηριότητα των μεγάλων παικτών στον τομέα της οργανικής ανάπτυξης και εξαγορών, στην εκμετάλλευση οικονομιών κλίμακας και στην εφαρμογή στρατηγικών για την άμβλυνση των επιπτώσεων της ύφεσης (πολιτική εκπτώσεων και προσφορών, προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας).
Επίσης, βασικό μέλημα αποτελεί και η συγκράτηση του λειτουργικού κόστους, γεγονός που αποτυπώθηκε στην τόνωση της κερδοφορίας τα τελευταία έτη. Στο πλαίσιο αυτά, υλοποιούν επενδύσεις σε αυτοματοποιημένα συστήματα μηχανογράφησης και διαχείρισης αποθήκης, τεχνογνωσία, αλλά και διάφορες υποδομές, ώστε να επιτύχουν μείωση των εξόδων σε μακροπρόθεσμη βάση.
Η αγορά στο οργανωμένο λιανεμπόριο λειτουργεί σε ολοένα και μεγαλύτερο βαθμό μέσω επιθετικής στρατηγικής προσφορών και εκπτώσεων, η οποία αποτελεί πλέον πάγιο μέρος της πολιτικής των σούπερ μάρκετ, προκειμένου να συγκρατείται η πτωτική τάση των πωλήσεων και να προσελκύονται οι καταναλωτές.
Στον τομέα αυτό οι μεγάλες αλυσίδες εμφανίζουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι των μικρότερων εταιρειών της αγοράς, οι οποίες -μην έχοντας τη δυνατότητα να ανταποκριθούν στον ανταγωνισμό τιμών- βρίσκονται αντιμέτωπες με το ενδεχόμενο είτε παύσης λειτουργίας είτε συγχώνευσης με άλλους ανταγωνιστές.
Εξαγορές
Σημαντική παράμετρος των στρατηγικών των ισχυρών παιχτών αποτελεί, όπως επισημαίνει η μελέτη, η οργανική ανάπτυξη και επέκταση των δικτύων μέσω εξαγορών μικρότερων και όχι μόνο αλυσίδων. Στο επίκεντρο δεν βρίσκονται μόνο επιχειρήσεις στην Αττική, αλλά κυρίως σε επαρχία και νησιωτικές περιοχές, διαφοροποιώντας έτσι τον χάρτη της αγοράς και εντείνοντας τις τάσεις συγκέντρωσης. Ταυτόχρονα, πρόσφατα καταρτίστηκαν και συνεργασίες, ακόμα και μεταξύ μεγάλου μεγέθους επιχειρήσεων.
Σκοπός των κινήσεων αυτών αποτελεί η αντιμετώπιση του διαρκώς εντεινόμενου ανταγωνισμού και η ενίσχυση των μεριδίων αγοράς έναντι των παικτών που αδυνατούν να αντιμετωπίσουν τη μακροχρόνια ύφεση και τις σημαντικές υποχρεώσεις προς πιστωτές και τράπεζες.
Η τακτική αυτή υποστηρίζεται και από τις τράπεζες, οι οποίες εμφανίζονται πρόθυμες να χρηματοδοτήσουν επιχειρηματικά σχήματα που θα εμφανίζουν πιο υγιή οικονομικά μεγέθη σε σχέση με τα υψηλά χρέη που έχουν συσσωρεύσει οι μικρότερες επιχειρήσεις.
Η πορεία των τιμών
Τα τελευταία χρόνια οι τιμές στο λιανεμπόριο τροφίμων παρέμεναν διαχρονικά σταθερές, εμφανίζοντας μικρές μόνο αυξομειώσεις. Ετσι, έως τον Ιούλιο του 2015 διαμορφώνονταν στα ίδια περίπου επίπεδα σε σχέση με τις αρχές του 2012. Η αύξηση όμως του ΦΠΑ κατά τον μήνα αυτό από 13% σε 23% για αρκετά βασικά είδη διατροφής, στο πλαίσιο του νέου προγράμματος χρηματοδότησης της χώρας, είχε ως αποτέλεσμα την απότομη αύξηση τιμών κατά 4%.