Skip to main content

Η ασφαλιστική αγορά κέρδισε την ύφεση δίχως «plan b»

Από την έντυπη έκδοση

«Οι εταιρείες του κλάδου είχαν λάβει τα μέτρα τους πολύ πριν από την κρίση, μεριμνώντας για την επαρκή κεφαλαιοποίησή τους, ενώ η διαφορά με τις τράπεζες όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο αντέδρασαν κατά την περίοδο της ύφεσης εντοπίζεται κυρίως στην εποπτεία».

«Η ύφεση λειτούργησε ως μια πολύ καλή, ως μια πολύ θετική, ιστορία για την ασφαλιστική αγορά. Ο κλάδος μας αντιμετώπισε την κρίση με τις δικές του δυνάμεις. Δεν χρειάστηκε να προσφύγει σε “plan b”, ήταν ήδη “ρυθμισμένη” ορθά, προετοιμασμένη κατάλληλα ώστε να αντεπεξέλθει στις ακραίες οικονομικές συγκυρίες».

Τα ανωτέρω αναφέρει σε συνέντευξή της στη «Ν» η κα Seraina Maag, πρόεδρος και CEO AIG EMEA (Europe, Middle East & Africa), προσθέτοντας ότι η ασφαλιστική αγορά είχε λάβει τα μέτρα της πολύ πριν από την κρίση, μεριμνώντας για την επαρκή κεφαλαιοποίησή της, ενώ η διαφορά μεταξύ ασφαλιστικών εταιρειών και τραπεζών για τον τρόπο με τον οποίο αντέδρασαν κατά την περίοδο της ύφεσης εντοπίζεται κυρίως στην εποπτεία.

Για το ζήτημα των ελληνικών ομολόγων η κα Seriana Maag τόνισε ότι προκάλεσαν προβλήματα στις ασφαλιστικές, που όμως ξεπεράστηκαν με ίδιες δυνάμεις των εταιρειών. Πρόσθεσε, δε, ότι η ασφαλιστική αγορά αναπτύσσεται μέσα από τις εργασίες της και αυτό ως τάση δεν άλλαξε και ούτε πρόκειται να αλλάξει στο μέλλον. Οσο για το διάστημα της κρίσης, εκτίμησε ότι τα περισσότερα προβλήματα εντοπίστηκαν στις Ασφαλίσεις Ζωής, κυρίως στις νέες πωλήσεις, ενώ στις Γενικές Ασφάλειες ουσιώδη ζητήματα δεν καταγράφηκαν.

Ποια είναι σήμερα η θέση της Ελλάδας στο «χάρτη» του ομίλου της AIG; Θα τη χαρακτηρίζατε αναβαθμισμένη;

«Για την AIG και τις επιδόσεις της, η χώρα σας θεωρείται πολύ σημαντική δύναμη. Σε επίπεδο παραγωγής, ο όμιλος δίνει ιδιαίτερη έμφαση στις Προσωπικές Ασφαλίσεις, όπου εκτιμούμε ότι υπάρχουν μεγάλες προοπτικές ανάπτυξης. Ωστόσο, όμως, η Ελλάδα για τον όμιλο, πέρα από το ότι λειτουργεί ως ένας καλός συνεργάτης που καταγράφει πολύ θετικές επιδόσεις υπό πραγματικά αντίξοες οικονομικές συνθήκες, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον και σε επίπεδο τεχνογνωσίας. Μαθαίνουμε από την Ελλάδα. Πρόκειται για μια εθνική αγορά στην οποία δεν επικεντρώνουμε την προσοχή και το ενδιαφέρον μας μόνο στα “νούμερα” και τους στόχους πωλήσεων. Αντλούμε εμπειρία για το πώς προσαρμόζεται το καταναλωτικό κοινό σε ένα περιβάλλον το οποίο, λόγω της παρατεταμένης ύφεσης και των ραγδαίων εξελίξεων σε μακροοικονομικό επίπεδο, μεταβάλλεται με εντυπωσιακά γρήγορους ρυθμούς».

Ποια θα χαρακτηρίζατε ως τα βασικότερα στοιχεία διαφοροποίησης της ελληνικής ασφαλιστικής αγοράς έναντι της ευρωπαϊκής;

«Στην Ελλάδα, η ασφαλιστική αγορά απέδειξε ότι διαθέτει αξιοθαύμαστη αντοχή στις πιέσεις τις οποίες επί μια εξαετία δέχθηκε από την ύφεση. Η ελληνική οικονομία χτυπήθηκε περισσότερο από κάθε άλλη οικονομία του ευρωπαϊκού Νότου, καταγράφοντας διψήφια ποσοστά κάμψης του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος, με αποτέλεσμα το οικονομικό περιβάλλον να καταστεί “σκληρό” για τις επιχειρήσεις και, φυσικά, για την κοινωνία. Τέτοιου μεγέθους ανατροπές στην οικονομία της χώρας δεν θα μπορούσαν παρά να επιδράσουν ανάλογα και στο περιβάλλον της ασφαλιστικής αγοράς. Ανεξάρτητα, ωστόσο, από τις ανατροπές αυτές, αλλά και τις όποιες μεταβολές στις καταναλωτικές συνήθειες, η ασφάλιση συνεχίζει να μην αποτελεί για τον Ελληνα “πολυτέλεια”. Στην Ελλάδα, βέβαια, είδαμε κατά τη διάρκεια της κρίσης να κλείνουν εταιρείες, όταν κάτι ανάλογο δεν συνέβη σε άλλες χώρες. Σημειώνω, όμως, ότι πρόκειται για εξέλιξη που δεν σχετίζεται μόνο με το κλίμα που επικράτησε στην οικονομία».
Ο όμιλος της AIG πώς προσαρμόστηκε στις ανατροπές αυτές;    

«Μιλώντας όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά γενικότερα για την Ευρώπη, θα έλεγα ότι αξιολόγησε τις αλλαγές που επέφερε η ύφεση σε κάθε εθνική οικονομία, άλλαξε το μοντέλο ανάπτυξης, επιμένοντας με μεγαλύτερη ένταση στην παράμετρο καινοτομία. Μέσω αυτής εξασφάλισε νέους πελάτες, νέους ασφαλισμένους, επιμένοντας σε κάθε περίπτωση να αναπτύσσει τις παραδοσιακές ασφαλιστικές δραστηριότητες».

Σε τι βαθμό έχει προσαρμοστεί ο όμιλος στο Solvency II;

«H AIG είναι ήδη απόλυτα προσαρμοσμένη στις απαιτήσεις του νέου εποπτικού περιβάλλοντος. Μην ξεχνάτε ότι τα τελευταία χρόνια υπήρξαν πολλές αναβολές στην εφαρμογή του Solvency II, με αποτέλεσμα όσοι θέλησαν να επενδύσουν συγκροτημένα στη νέα νομοθεσία να έχουν την πολυτέλεια του χρόνου. Εμείς ήμασταν από τους πρώτους που προσαρμοστήκαμε στις απαιτήσεις των αρμόδιων ευρωπαϊκών αρχών, επενδύοντας στην αναδιοργάνωση του ομίλου – συνολικά αλλά και ανά εταιρεία, σε οικονομικές προσαρμογές, αλλά και στο νέο μοντέλο εταιρικής διακυβέρνησης, όπως αυτό υπαγορεύεται από το Solvency II».

Σε τι βαθμό θεωρείτε ότι επλήγη η φερεγγυότητα του παγκόσμιου ασφαλιστικού τομέα από το παρατεταμένο κλίμα ύφεσης στην Ευρώπη;

«Θα σας φανεί περίεργο, αλλά εκτιμώ ότι η ύφεση λειτούργησε ως μια πολύ καλή, ως μια πολύ θετική ιστορία για τον κλάδο μας. Η ασφαλιστική αγορά αντιμετώπισε την κρίση με τις δικές της δυνάμεις. Δεν χρειάστηκε να προσφύγει σε “plan b”, ήταν ήδη “ρυθμισμένη” ορθά, προετοιμασμένη κατάλληλα ώστε να αντιμετωπίσει ακραίες οικονομικές συγκυρίες. Πολύ πριν από την κρίση είχε λάβει τα μέτρα της, μεριμνώντας για την επαρκή κεφαλαιοποίησή της. Ανάλογα αντέδρασε και ο όμιλος της AIG, ο οποίος υπέστη μεν προβλήματα, όχι όμως σε ασφαλιστικό επίπεδο. Η διαφορά μεταξύ ασφαλιστικών εταιρειών και τραπεζών εντοπίζεται κυρίως στην εποπτεία. Ο κλάδος των ασφαλειών είχε πάντα υπερεπαρκή κεφάλαια. Η αγορά μας βοηθήθηκε από το καλό risk management, από το γεγονός δηλαδή ότι πάντα ως κλάδος ήταν πιο συντηρητικός στις επενδυτικές επιλογές του, ενώ η αυστηρή και καλή εποπτεία, σε συνδυασμό με τους ισχυρούς ισολογισμούς των εταιρειών, βοήθησαν ώστε γρήγορα και, κυρίως, δίχως συνέπειες για τους ασφαλισμένους, η αγορά να εξέλθει της ύφεσης. Υπό αυτή την έννοια λοιπόν θεωρώ ότι ο ασφαλιστικός κλάδος βγήκε κερδισμένος από την ύφεση. Βέβαια, στην Ελλάδα η εικόνα είναι διαφορετική, κυρίως διότι η ασφαλιστική αγορά καταγράφεται μικρή».

Διαπιστώνονται τα τελευταία χρόνια αλλαγές στη στρατηγική επενδύσεων των ασφαλιστικών εταιρειών;

«Ουσιαστικές αλλαγές θα έλεγα ότι δεν υφίστανται. Η ασφαλιστική βιομηχανία, όπως προανέφερα, είναι συντηρητική, τοποθετείται κατά βάση σε κρατικούς τίτλους, όπως τα ομόλογα και δεν επιδιώκει την “παραγωγή” χρήματος από τις επενδυτικές επιλογές της, αλλά μέσα από το σωστό underwriting».

Ναι, αλλά τα ομόλογα στην Ελλάδα…

«Τα ομόλογα στην Ελλάδα προκάλεσαν προβλήματα στις ασφαλιστικές, που όμως ξεπεράστηκαν με ίδιες δυνάμεις των εταιρειών. Σε κάθε περίπτωση, η ασφαλιστική αγορά αναπτύσσεται μέσα από τις εργασίες της και αυτό ως τάση δεν άλλαξε και ούτε πρόκειται να αλλάξει στο μέλλον. Οσο για το διάστημα της κρίσης, τα περισσότερα προβλήματα εντοπίστηκαν στις Ασφαλίσεις Ζωής, κυρίως στις νέες πωλήσεις, ενώ στις Γενικές Ασφάλειες ουσιώδη ζητήματα δεν καταγράφηκαν».

Πώς θα περιγράφατε την επόμενη ημέρα για την AIG στην ελληνική αγορά; Ποια σχέδια επεξεργάζεστε για ένα περιβάλλον το οποίο μεταλλάσσεται θεαματικά λόγω των όσων προηγήθηκαν τα τελευταία έξι χρόνια;

«Για μια ασφαλιστική εταιρεία, ο πλέον σημαντικότερος στόχος είναι ένας: το πώς θα “μεγαλώσει” δίχως να θέσει σε κίνδυνο τα συμφέροντα των ασφαλισμένων της. Πρόκειται για πάγια στρατηγική, την οποία ουδέποτε θα εγκαταλείψει ο κλάδος. Και η επίτευξή του έγκειται σε δύο παραμέτρους: στην προώθηση καινοτόμων προγραμμάτων και στο ορθολογικό underwriting. Στα σχέδιά μας, λοιπόν, είναι να προωθήσουμε νέα προϊόντα που θα είναι ικανά να καλύψουν κάθε νέα ανάγκη του Ελληνα ασφαλισμένου. Αν εμείς καθορίζαμε την “τύχη” της ελληνικής ασφαλιστικής αγοράς, θα θέλαμε μέσα στα επόμενα χρόνια να τριπλασιαστεί, ώστε ως κλάδος να διαδραματίζει ισχυρότερο ρόλο στην οικονομία της χώρας.

Οσο για τη δική μας δραστηριότητα, πρέπει να πω ότι διαθέτουμε δυνατότητες οι οποίες δεν εντοπίζονται στον ανταγωνισμό, όπως αυτός αναπτύσσεται στην Ελλάδα. Ηδη τα τελευταία χρόνια δημιουργήσαμε προϊόντα που αποδείχθηκαν περισσότερο προσβάσιμα στο ασφαλιζόμενο κοινό. Δώσαμε έμφαση στην παράμετρο τιμολόγηση ώστε οι ασφαλισμένοι να είναι σε θέση να ανταποκριθούν στις προτάσεις μας. Πρόκειται για στρατηγική επιλογή η οποία δεν επικεντρώθηκε μόνο στους ιδιώτες, αλλά και στις επιχειρήσεις, όπου, όπως γνωρίζετε, η AIG δίνει ιδιαίτερη έμφαση, θεωρώντας ότι “κρύβει” πολλές ευκαιρίες ανάπτυξης».  

ΠΛΑΤΩΝΑΣ ΤΣΟΥΛΟΣ[email protected]