Από την έντυπη έκδοση
Της Βάσως Βεγίρη
[email protected]
Περισσότερα από 10 νέα boutique hotels σε ισάριθμα διατηρητέα ακίνητα στο ιστορικό κέντρο της Θεσσαλονίκης αναμένεται να λειτουργήσουν ή έστω να δρομολογηθούν εντός του 2018, όπως αναφέρουν στη «Ν» κύκλοι της τοπικής μεσιτικής αγοράς, ενώ άλλα τρία βρίσκονται σε εξέλιξη (αναπαλαίωση – ανακατασκευή) επί του παρόντος και γενικότερα εκφράζεται έντονο ενδιαφέρον εισόδου στη μικροξενοδοχία από επίδοξους νέους ξενοδόχους.
Σε συνδυασμό με την επικείμενη ανακατασκευή της ιστορικής αγοράς Μοδιάνο στην καρδιά του εμπορικού κέντρου, η Ανάπτυξη της Θεσσαλονίκης στον 21ο αιώνα χωρίς υπερβολή στηρίζει τις ρίζες της στην αναβίωση της αίγλης και αρχοντιάς που τα ίδια κτήρια της έδωσαν πριν από σχεδόν έναν αιώνα, στη δεκαετία του ‘20.
Όπως αναφέρουν στη «Ν» οι γνωστοί μεσίτες Κώστας Γεωργάκος (πρόεδρος επίσης του Παρατηρητηρίου Ακινήτων του ΕΕΘ) και Νίκος Μανομενίδης (πρόεδρος επίσης της Ένωσης Μεσιτών Ακινήτων Πιστοποιημένων Πραγματογνωμόνων Ελλάδας), υπάρχει σαφής τάση και έντονο ενδιαφέρον για αναπαλαίωση και μετατροπή σε ξενοδοχειακές μονάδες τύπου boutique από πλήθος επίδοξων ξενοδόχων ή και ιδιοκτητών τέτοιων ακινήτων.
Αιτίες είναι αφενός η ραγδαία αύξηση των ξένων τουριστών στην πόλη, αφετέρου η ιδιωτικοποίηση του λιμανιού, που αναμένεται να φέρει θετικό «τσουνάμι» στην αγορά επιχειρηματικών ακινήτων στη δυτική πλευρά της πόλης, αλλά και η ζήτηση από τους νέους ανθρώπους, ξένους και Έλληνες, για μικρές ξενοδοχειακές μονάδες, σύγχρονης αισθητικής, εντός του κέντρου, με «έξυπνες» λύσεις και παροχές κ.ο.κ.
Αν και το εγχείρημα της εμπορικής αξιοποίησης διατηρητέων κτηρίων δεν είναι και τόσο απλό στην πράξη, όπως επισημαίνει ο κ. Μανομενίδης, επί του παρόντος, σύμφωνα με πληροφορίες από τη μεσιτική αγορά της πόλης, υπάρχει σε εξέλιξη η ανακατασκευή και μετατροπή σε boutique hotels τριών διατηρητέων κτηρίων στο ιστορικό κέντρο: ένα στην Ταντάλου, ένα στην Πλατεία Εμπορίου και ένα στην Ίωνος Δραγούμη, και πολλές συζητήσεις και διαβουλεύσεις για πολύ περισσότερα, εκ των οποίων εκτιμάται ότι περί τα 10, ίσως και 15, θα τεθούν σε λειτουργία ή έστω θα δρομολογηθεί η ανακατασκευή τους εντός του 2018.
Σε πολυτελές boutique hotel σχεδιάζεται να μετατραπεί ως γνωστόν, αφού πρώτα «ανεβεί» κατά τέσσερις ορόφους, και το διατηρητέο κτήριο στην παλιά παραλία που στέγαζε το ιστορικό εστιατόριο «Όλυμπος Νάουσα» -θα ξαναλειτουργήσει φυσικά και το εστιατόριο- το οποίο πέρασε στην κοινοπραξία της Grivalia Hospitality S.A. και της Μακεδονικά Ξενοδοχεία Α.Ε. της οικογένειας Τορνιβούκα.
Συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα αναμένεται να οριστικοποιηθεί και ανακοινωθεί μέχρι το καλοκαίρι.
Το «Όλυμπος Νάουσα» χτίσθηκε το 1926 σε σχέδια του αρχιτέκτονα Ζακ Μοσσέ σε οικόπεδο επιφανείας 621,56 τ.μ. και έγινε εστιατόριο από τέσσερις συνεταίρους (Εμμανουηλίδης, Σφήκας, Γεωργακόπουλος και Τσελίδης). Βρισκόταν δίπλα στο «Μεντιτερανέ», το ξενοδοχείο της οικογένειας Τορνιβούκα.
Τον Μάιο του 2018 εκτιμάται ότι θα έχει ολοκληρωθεί και η έκδοση των απαιτούμενων αδειών για την έναρξη της αποκατάστασης της ιστορικής Αγοράς Μοδιάνο, ώστε σταδιακά να ξεκινήσουν οι εργασίες για την αναπαλαίωση του εμβληματικού ακινήτου της Θεσσαλονίκης, με στόχο να ολοκληρωθεί και να ξαναλειτουργήσει ανανεωμένη μέχρι τις αρχές του 2020.
Αυτός είναι ο σχεδιασμός της Στοάς Μοδιάνο Α.Ε., εταιρείας των ομίλων Φάις και Notos Com, στην οποία μεταβιβάστηκε από το ΤΑΙΠΕΔ το 43,63% που κατείχε το ελληνικό Δημόσιο στο ακίνητο, έναντι ποσού 1,9 εκατ. ευρώ.
Το κτηριακό συγκρότημα βρίσκεται ανάμεσα στις οδούς Ερμού και Βασιλέως Ηρακλείου, χτίστηκε την περίοδο 1922 – 1925 σε σχέδια του αρχιτέκτονα J. Oliphant, ενώ κύριος του έργου και μηχανικός ήταν ο Ελί Μοδιάνο.
Η επένδυση αναμένεται να ξεπεράσει τα 4,5 εκατ. ευρώ και σχεδιασμός των επενδυτών είναι να κινηθούν στα πρότυπα των παραδοσιακών αγορών της Βαρκελώνης και της Μαδρίτης.
Με ενδιαφέρον αναμένεται, επίσης, ποιες χρήσεις θα αποκτήσει το μεγάλο ημιτελές ακίνητο της Ελληνικής Βιομηχανίας Ζάχαρης, στην Κουντουριώτου (παραλιακή οδός απέναντι από το λιμάνι), που πωλήθηκε πέρυσι την Άνοιξη στον Όμιλο επιχειρήσεων Παυλίδη.
Τότε είχε γνωστοποιηθεί ότι ο Όμιλος Παυλίδη είχε προσφέρει «κάτι μεταξύ 4 και 5 εκατομμυρίων ευρώ» και ότι σκόπευε να επενδύσει άλλα τόσα για την ολοκλήρωση και διαμόρφωση του κτηρίου, όπως και ότι στρεφόταν περισσότερο στη δημιουργία κτηρίου επαγγελματικών χώρων υψηλών ποιοτικών προδιαγραφών, εν όψει της ιδιωτικοποίησης του λιμανιού και της συνακόλουθης προσέλκυσης επενδυτικού ενδιαφέροντος.