Της Φιλοθέης Μακριδάκη, φοροτεχνικού, αρθρογράφου, συμβούλου επιχειρήσεων και ιδιωτών
ΑΠΟ ΤΙΣ 2 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2026 ξεκινά μια νέα εποχή για τις ελληνικές επιχειρήσεις, καθώς τίθεται σε εφαρμογή η υποχρεωτική ηλεκτρονική τιμολόγηση στις συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων.
Το μέτρο αυτό δεν είναι απλώς μια τεχνική αλλαγή στη διαδικασία έκδοσης παραστατικών, αλλά μια θεσμική τομή που συνδέεται άμεσα με την προσπάθεια της χώρας να περιορίσει τη φοροδιαφυγή, να ενισχύσει τη διαφάνεια και να εκσυγχρονίσει το επιχειρηματικό της περιβάλλον.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει δώσει ειδική έγκριση στην Ελλάδα να εφαρμόσει το σύστημα, αναγνωρίζοντας ότι η τεχνολογική μετάβαση είναι απαραίτητη και αποτελεί κεντρικό πυλώνα της στρατηγικής «VAT in the Digital Age».
ΤΟ ΝΕΟ πλαίσιο προβλέπει ότι αρχικά θα ενταχθούν οι μεγάλες επιχειρήσεις με ετήσιο κύκλο εργασιών άνω του ενός εκατομμυρίου ευρώ, ενώ από τον Οκτώβριο του ίδιου έτους η υποχρέωση θα επεκταθεί σε όλες τις υπόλοιπες.
Έτσι, από το 2027 και έπειτα κανένα τιμολόγιο μεταξύ ελληνικών επιχειρήσεων δεν θα εκδίδεται σε φυσική μορφή.
Οι συναλλαγές με εταίρους εκτός Ελλάδας διαφοροποιούνται: Για χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης η χρήση του e-τιμολογίου παραμένει προαιρετική, ενώ για τρίτες χώρες είναι υποχρεωτική η έκδοση, χωρίς όμως υποχρέωση αποδοχής από την πλευρά του ξένου συνεργάτη.
Η διαδικασία θα μπορεί να υλοποιείται είτε μέσω ιδιωτικών πιστοποιημένων παρόχων είτε μέσω των εφαρμογών που διαθέτει δωρεάν η ΑΑΔΕ, όπως το timologio και το myDATAapp.
Η κυβέρνηση, γνωρίζοντας ότι η μετάβαση συνεπάγεται κόστος, παρέχει σημαντικά κίνητρα.
Προβλέπεται προσαυξημένη απόσβεση των δαπανών που σχετίζονται με τον τεχνολογικό εξοπλισμό και τα λογισμικά, ενώ για τον πρώτο χρόνο έκδοσης ηλεκτρονικών τιμολογίων παρέχεται αυξημένη φορολογική έκπτωση για τα έξοδα παραγωγής, αποστολής και αρχειοθέτησης.
Αυτό δείχνει μια πρόθεση ενθάρρυνσης και στήριξης ώστε οι επιχειρήσεις να προσαρμοστούν χωρίς να επιβαρυνθούν δυσανάλογα.
ΤΑ ΟΦΕΛΗ που αναμένονται είναι πολλαπλά. Η ηλεκτρονική τιμολόγηση θα επιτρέψει στην ΑΑΔΕ να παρακολουθεί τις συναλλαγές σχεδόν σε πραγματικό χρόνο, περιορίζοντας τα πλαστά τιμολόγια και τις αθέμιτες πρακτικές.
Θα μειωθεί η γραφειοκρατία, αφού πολλά έντυπα θα συμπληρώνονται αυτόματα από τα προσυμπληρωμένα στοιχεία του myDATA.
ΟΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ θα εξοικονομήσουν χρόνο και πόρους, ενώ η ίδια η οικονομία θα αποκτήσει μεγαλύτερη διαφάνεια και αξιοπιστία.
Παράλληλα, η πλήρης ψηφιοποίηση της διαδικασίας δίνει ώθηση στον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό και ενισχύει την περιβαλλοντική διάσταση, με μείωση χαρτιού και φυσικής αρχειοθέτησης.
Ωστόσο, δεν μπορούν να αγνοηθούν οι δυσκολίες. Για μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις το κόστος προσαρμογής σε νέες τεχνολογικές απαιτήσεις δεν είναι αμελητέο.
Ο εξοπλισμός, η εκπαίδευση και οι αναγκαίες αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας αποτελούν προκλήσεις που χρειάζονται υποστήριξη.
Οι διαφορές στην ψηφιακή ετοιμότητα μεταξύ μεγάλων και μικρών παικτών της αγοράς ενδέχεται να δημιουργήσουν ένα μεταβατικό χάσμα.
Επιπλέον, η επιτυχία του εγχειρήματος θα εξαρτηθεί από την αξιοπιστία και τη σταθερότητα των συστημάτων της ΑΑΔΕ, που καλούνται να ανταποκριθούν στις αυξημένες απαιτήσεις χωρίς καθυστερήσεις και τεχνικά προβλήματα.
Οι επιπτώσεις θα είναι διαφορετικές ανά κλάδο. Στο λιανικό εμπόριο και την εστίαση, όπου κυριαρχούν μικρές επιχειρήσεις, η προσαρμογή θα είναι πιο απαιτητική, αλλά μεσοπρόθεσμα θα μειώσει τα λάθη και θα απλοποιήσει τη διαχείριση.
Στις κατασκευές, η ηλεκτρονική τιμολόγηση μπορεί να συμβάλει στην ενίσχυση της αξιοπιστίας των συναλλαγών και στην αντιμετώπιση αθέμιτων πρακτικών.
Στους ελεύθερους επαγγελματίες θα χρειαστεί εκπαίδευση και προσαρμογή, αλλά το όφελος της διαφάνειας και της μείωσης της γραφειοκρατίας θα είναι καθοριστικό.
ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ είναι μεγάλο και το διάστημα έως την εφαρμογή του μέτρου κρίσιμο.
Οι επιχειρήσεις οφείλουν να ενημερωθούν, να αξιολογήσουν αν θα συνεργαστούν με πιστοποιημένους παρόχους ή θα αξιοποιήσουν τις δωρεάν εφαρμογές της ΑΑΔΕ, να εξετάσουν τα φορολογικά κίνητρα για πρόωρη ένταξη και να εκπαιδεύσουν εγκαίρως το προσωπικό τους.
Όσο πιο γρήγορα κινηθούν, τόσο πιο ομαλή θα είναι η μετάβαση. Η υποχρεωτική ηλεκτρονική τιμολόγηση δεν είναι
μια απλή λογιστική υποχρέωση.
Είναι μια τομή που μπορεί να ενισχύσει την αξιοπιστία της ελληνικής οικονομίας, να δώσει ώθηση στον ψηφιακό μετασχηματισμό και να καλλιεργήσει ένα πιο δίκαιο επιχειρηματικό περιβάλλον.
Η στάση απέναντι σε αυτή την αλλαγή δεν μπορεί να είναι ούτε φοβική ούτε αρνητική. Με τα κατάλληλα εργαλεία και τη σωστή υποστήριξη, οι δυσκολίες μπορούν να ξεπεραστούν και τα οφέλη να αποδειχθούν σημαντικά για όλους.
ΕΔΩ βρίσκεται και η πολιτική διάσταση του ζητήματος. Η πολιτεία οφείλει να μην αφήσει τις μικρές επιχειρήσεις μόνες τους σε αυτή τη μετάβαση.
Χρειάζονται ουσιαστική καθοδήγηση, ενίσχυση και τεχνική βοήθεια, ώστε να μη δημιουργηθούν νέες ανισότητες.
Η ηλεκτρονική τιμολόγηση δεν πρέπει να γίνει εμπόδιο για τους πιο αδύναμους κρίκους της οικονομίας, αλλά εργαλείο ανάπτυξης και δικαιοσύνης.
Αν το κράτος σταθεί πραγματικά δίπλα στον επιχειρηματικό κόσμο, τότε το μέτρο αυτό μπορεί να αποτελέσει μια μεγάλη ευκαιρία όχι μόνο για την πάταξη της φοροδιαφυγής αλλά και για την οικοδόμηση μιας πιο σύγχρονης, πιο δίκαιης και πιο ανταγωνιστικής Ελλάδας.