Skip to main content

Η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη στην Ελλάδα

Προκρίνεται η ενίσχυση των διοικητικών και επιστημονικών ικανοτήτων των αρμόδιων επιτροπών ΑΤΥ

Τoυ Άρη Αγγελή, PhD, γενικού γραμματέα Στρατηγικού Σχεδιασμού, υπουργείο Υγείας. Visiting Associate Professor, London School of Hygiene & Tropical Medicine Member at Committee for Medicinal Products for Human Use, European Medicines Agency

Η ΑΝΑΛΥΣΗ συγκριτικών στοιχείων δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης αποτελεί σημαντικό εργαλείο κατανόησης των Εθνικών Συστημάτων Υγείας.

Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα δεδομένα δημόσιας χρηματοδότησης εξωνοσοκομειακής φαρμακευτικής περίθαλψης της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Φαρμακευτικών Βιομηχανιών και Ενώσεων (European Federation of Pharmaceutical Industries and Associations, EFPIA), η Ελλάδα καταλαμβάνει την 5η υψηλότερη θέση ως ποσοστό του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) μεταξύ των μελών της EFPIA με ποσοστό 1,08%, περίπου κατά 57% υψηλότερο σε σύγκριση με τον μέσο όρο των μελών-κρατών όπου δραστηριοποιείται η EFPIA (0,69%).

Οι υπολογισμοί βασίζονται σε στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας για το ΑΕΠ και τον πληθυσμό κάθε χώρας, με την ισοτιμία Μαΐου 2025.

Αυτό αντανακλά τη βούληση του ελληνικού κράτους να διατηρήσει ισχυρή φαρμακευτική κάλυψη, παρά το περιορισμένο δημοσιονομικό πλαίσιο και τις μεταμνημονιακές δεσμεύσεις.

Είναι χαρακτηριστικό ότι χώρες με αντίστοιχο επίπεδο ΑΕΠ, όπως η Πορτογαλία και η Τσεχία, παρουσιάζουν χαμηλότερα ποσοστά φαρμακευτικής δαπάνης ως προς το ΑΕΠ (0,94% και 0,84% αντίστοιχα), γεγονός που καταδεικνύει την αναλογικά αυξημένη κάλυψη της Ελλάδας.

ΌΣΟΝ ΑΦΟΡΑ τη δημόσια χρηματοδότηση της εξωνοσοκομειακής φαρμακευτικής περίθαλψης ανά κάτοικο, η Ελλάδα καταλαμβάνει τη 19η θέση μεταξύ 34 ευρωπαϊκών χωρών με €199.

Καθώς η Ελλάδα τοποθετείται πάνω από την ευρωπαϊκή διάμεσο των €192,6, η θέση αυτή
αναδεικνύει μια συνεχή κοινωνική ευθύνη που επιδιώκει την επαρκή κάλυψη του πληθυσμού.

Η υψηλή φαρμακευτική δαπάνη ως ποσοστό του συνόλου της δαπάνης υγείας αποτυπώνει τον πρωτεύοντα ρόλο που διαχρονικά κατέχει η φαρμακευτική περίθαλψη στο ΕΣΥ.

Σε αντίθεση με χώρες όπου καταγράφονται εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα φαρμακευτικής δαπάνης, η Ελλάδα έχει υιοθετήσει  ένα κοινωνικό μοντέλο, όπου τα φάρμακα αποτελούν σταθερό πυλώνα της δημόσιας υγείας.

Η ΠΡΟΚΛΗΣΗ που καλούμαστε να διαχειριστούμε δεν είναι απλώς η συγκράτηση της φαρμακευτικής δαπάνης, η οποία από τη φύση της τείνει να αυξάνει συνεχώς λόγω δημογραφικών και επιστημονικών λόγων, αλλά η ενίσχυση της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητάς της.

Στόχος είναι η ανακατεύθυνση των πόρων προς πραγματικά κλινικά καινοτόμα, αλλά και παλαιότερα αναγκαία φαρμακευτικά προϊόντα, η ενίσχυση της επιστημονικά τεκμηριωμένης αξιολόγησης νέων τεχνολογιών υγείας βάσει της αξίας τους, καθώς και η συσχέτισή της με αποφάσεις αποζημίωσης, η βελτίωση της συνταγογραφικής συμπεριφοράς μέσω κλινικών οδηγιών και θεραπευτικών πρωτοκόλλων, καθώς και η ενίσχυση της συνεχούς φαρμακοεπιδημιολογικής παρακολούθησης.

Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ενός αξιοκρατικού πλαισίου αξιολόγησης και αποζημίωσης νέων τεχνολογιών υγείας, σε συνδυασμό με την προώθηση των γενοσήμων και την επιστημονική διαπραγμάτευση τιμών βάσει της αξίας τους, αποτελούν κομβικά εργαλεία πολιτικής.

Το υπουργείο Υγείας υλοποιεί, με τη στήριξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, έργο τεχνικής υποστήριξης για την ενίσχυση του εθνικού πλαισίου αξιολόγησης τεχνολογιών υγείας (ΑΤΥ), σε ευθυγράμμιση με τον νέο Ευρωπαϊκό Κανονισμό Health Technology Assessment Regulation (HTAR 2021/2282).

Ήδη έχουν διοργανωθεί συναντήσεις ενδιαφερόμενων μερών, καθώς και τεχνικές αποστολές σε χώρες με ανεπτυγμένα συστήματα ΑΤΥ, όπως η Πορτογαλία, η Γαλλία και η Ιταλία, με στόχο την ανταλλαγή τεχνογνωσίας και την υιοθέτηση βέλτιστων πρακτικών.

Δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα στην ανάπτυξη εγχειριδίων και κατευθυντήριων οδηγιών, που πέρα από την ομαλή ενσωμάτωση του νέου ευρωπαϊκού κανονισμού στο ελληνικό σύστημα θα προσφέρουν ένα δομημένο και διαφανές πλαίσιο διαδικασιών.

ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ, προκρίνεται η ενίσχυση των διοικητικών και επιστημονικών ικανοτήτων των αρμόδιων επιτροπών ΑΤΥ.

Επιβεβαιώνεται η ανάγκη ίδρυσης ενός θεσμικά ενισχυμένου φορέα με νέο μοντέλο διακυβέρνησης, ο οποίος θα δύναται να συνάπτει συνεργασίες με διεθνή πανεπιστήμια και φορείς HTA, να αξιοποιεί μοντέρνα εργαλεία όπως η σάρωση ορίζοντα, μητρώα ασθενών και συμφωνίες επιμερισμού ρίσκου, και να καλύπτει ευρύ φάσμα τεχνολογιών – από φάρμακα και προηγμένες θεραπείες έως ιατροτεχνολογικό εξοπλισμό και καινοτόμα εμβόλια.

Στο πλαίσιο αυτό, αξιολογούνται σενάρια για την υπαγωγή του νέου ενοποιημένου φορέα σε υφιστάμενους οργανισμούς όπως ο ΕΟΠΥΥ.

ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ, η ψηφιοποίηση των δεδομένων υγείας και η διαλειτουργικότητα των συστημάτων συνταγογράφησης και διαγνωστικών εξετάσεων μπορούν να ενισχύσουν τη λογοδοσία και να επιτρέψουν πιο στοχευμένες παρεμβάσεις.

Ήδη, με έργο χρηματοδοτούμενο από το Εθνικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης, προωθείται η αξιοποίηση Τεχνητής Νοημοσύνης στο σύστημα ηλεκτρονικής συνταγογράφησης, με στόχο την πρόληψη της απάτης, την ανίχνευση της πολυφαρμακίας και την υποστήριξη της κλινικής απόφασης.

Μεταξύ των προβλεπόμενων λειτουργιών περιλαμβάνονται ο αυτόματος έλεγχος της αναγκαιότητας συνταγογράφησης μέσω αλγορίθμων μηχανικής μάθησης με στόχο τον
εντοπισμό περιττών ή λανθασμένων ιατρικών πράξεων και η έκδοση ειδοποιήσεων για την αποφυγή επικίνδυνων ή αλληλοεπικαλυπτόμενων συνταγογραφήσεων.

Παράλληλα, η διασύνδεση του Συστήματος Ηλεκτρονικής Συνταγογράφησης με τον Εθνικό Ηλεκτρονικό Φάκελο Υγείας, που αναμένεται να ολοκληρωθεί εντός του 2025, θα επιτρέπει την αυτόματη αποθήκευση των αποτελεσμάτων διαγνωστικών εξετάσεων ενισχύοντας την ενοποίηση της πληροφορίας, βελτιώνοντας την παροχή ποιοτικής φροντίδας και την αποδοτικότερη κατανάλωση των πόρων τεκμηριώνοντας την ανάγκη τους.

ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ Υγείας, με πυξίδα τον στρατηγικό σχεδιασμό, χαράσσει μια σταθερή πορεία προς ένα βιώσιμο, δίκαιο και ποιοτικά αναβαθμισμένο σύστημα φαρμακευτικής κάλυψης, με
επίκεντρο τον πολίτη και τις ανάγκες του.

Σε αυτή την πορεία, η Ελλάδα όχι μόνο έχει επιδείξει πρόοδο, αλλά διαθέτει τη βούληση και την ετοιμότητα να πρωτοστατήσει στις ευρωπαϊκές εξελίξεις.