Του Ανδρέα Ξανθού,
υπουργού Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης
Η 3η αξιολόγηση είναι σημείο-καμπή. Διεκδικούμε να κλείσει εγκαίρως για να αρχίσει το 2018 η πιο κρίσιμη συζήτηση για την έξοδο από το μνημονιακό πρόγραμμα και την αναδιάρθρωση του χρέους με «ρήτρα ανάπτυξης». Όσοι προσφεύγουν στην καταστροφολογία και επενδύουν στην αποτυχία της κυβέρνησης και στην πολιτική ανατροπή, δεν μπορούν να μιλούν υποκριτικά για ανάκαμψη της οικονομίας, ανάπτυξη και επενδύσεις. Η υπέρβαση της λιτότητας και της δημοσιονομικής επιτροπείας περνά μέσα από την επιτυχή ολοκλήρωση της αξιολόγησης. Είναι απολύτως σαφές ότι αυτό το έργο μόνο η σημερινή κυβέρνηση μπορεί να διεκπεραιώσει.
2016-2017: Διετία αντιστροφής
Αυτό που υλοποιείται εδώ και 2 χρόνια είναι ένα άλλο πολιτικό σχέδιο στο ίδιο μνημονιακό περιβάλλον (καθολική και ισότιμη υγειονομική κάλυψη του πληθυσμού, προτεραιότητα στο ΕΣΥ, ηθικοποίηση και θεσμική εξυγίανση στο Σύστημα Υγείας, στροφή στην ΠΦΥ, στην πρόληψη και στη Δημόσια Υγεία, ενίσχυση των ΤΕΠ και της επείγουσας νοσοκομειακής φροντίδας, διαφανής διακυβέρνηση του συστήματος, κεντρικοποίηση προμηθειών, έμφαση στα δικαιώματα των ασθενών).
Η Υγεία για την ελληνική κυβέρνηση είναι ένα προνομιακό πεδίο άρσης ανισοτήτων, κατοχύρωσης ανθρωπίνων δικαιωμάτων και κοινωνικής αναδιανομής. Είναι ένα πεδίο που τηρήθηκαν οι βασικές πολιτικές δεσμεύσεις της κυβέρνησης αλλά και ένας τομέας που εξασφαλίζεται η κοινωνική ανταποδοτικότητα των αυξημένων φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων των πολιτών. Η Ελλάδα είναι μια χώρα υγειονομικά ασφαλής για τους πολίτες και τους επισκέπτες της, διαθέτει ένα επαρκές, λειτουργικό και αναπτυσσόμενο Δημόσιο Σύστημα Υγείας, έχει υψηλά ποσοστά εμβολιαστικής κάλυψης του παιδικού πληθυσμού, διαχειρίζεται με αξιοπρέπεια το προσφυγικό-μεταναστευτικό ρεύμα, έχει κατακτήσει το σεβασμό των διεθνών οργανισμών (ECDC, WHO). Αυτά αποτελούν μια τεράστια επένδυση στην κοινωνική συνοχή, στην πολιτική σταθερότητα και στην αναπτυξιακή προοπτική της χώρας.
Αυξημένος «δημοσιονομικός χώρος» για Δημόσια Υγεία και Κοινωνικό Κράτος
Είναι προφανές ότι για την ενδυνάμωση και βιωσιμότητα του Συστήματος Υγείας είναι αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις, αλλά πάνω απ’ όλα είναι αναγκαία η υπέρβαση της λιτότητας και των οικονομικών εμποδίων στην καθολική κάλυψη και στην ανασυγκρότηση του ΕΣΥ. Γιατί είναι επίσης προφανές ότι έχουν εξαντληθεί τα όρια της έντιμης και αξιοπρεπούς διαχείρισης του σημερινού δημοσιονομικού πλαισίου. Στον προϋπολογισμό του 2018 το όριο δαπανών (δηλαδή η αγοραστική δυνατότητα των νοσοκομείων και των ΥΠΕ για προμήθεια φαρμάκων, υλικών και υπηρεσιών) του ΕΣΥ παραμένει σταθερό.
Από δω και πέρα όμως, στη μεταμνημονιακή περίοδο, κρίσιμη προϋπόθεση για την επαρκή κάλυψη των νέων υγειονομικών και κοινωνικών αναγκών είναι η δημιουργία αυξημένου «δημοσιονομικού χώρου» για Δημόσια Υγεία και Κοινωνικό Κράτος. Το ζητούμενο είναι, μέσα από τον επιστημονικά τεκμηριωμένο και αποτελεσματικό έλεγχο της ζήτησης εξετάσεων, φαρμάκων και υπηρεσιών, να διασφαλιστεί ότι η Υγεία θα είναι προνομιακός χώρος καθολικής και ισότιμης πρόσβασης σε ποιοτική και ανθρωποκεντρική φροντίδα, αλλά και ένας κρίσιμος δείκτης βιώσιμης ανάπτυξης και κοινωνικής ευημερίας.
Φαρμακευτική πολιτική: Τα αναγκαία μεταρρυθμιστικά βήματα
Η ελληνική εμπειρία δείχνει ότι σε μια χώρα με θεσμικά ελλείματα και ανυπαρξία μηχανισμών ελέγχου στον χώρο της Υγείας και του φαρμάκου, η «επιθετική» πολιτική των εμπλεκομένων στη φαρμακευτική αγορά οδήγησε τόσο σε έκρηξη της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης (από 0,9% του ΑΕΠ σε 2,2% μέσα σε μια δεκαετία), όσο και σε ακραία φαινόμενα διαφθοράς και σκανδάλων που είναι υπό διερεύνηση από την Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής. Σήμερα όμως φτάσαμε στο αντίθετο άκρο: από την ασυδοσία πήγαμε στην οριζόντια και ισοπεδωτική περικοπή της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης που είναι πλέον ανεπαρκής για να καλύψει τις ανάγκες εξωνοσοκομειακής και νοσοκομειακής περίθαλψης όλων των πολιτών. Το αδιέξοδο είναι αδιαμφισβήτητο και απαιτείται «αλλαγή μίγματος» πολιτικής έτσι ώστε να διασφαλιστεί η εγγυημένη πρόσβαση των ασθενών τόσο σε φθηνά και αξιόπιστα φάρμακα όσο και στη φαρμακευτική καινοτομία που τεκμηριωμένα έχει θεραπευτική προστιθέμενη αξία.
Αυτός ο πολιτικός στόχος μπορεί να υλοποιηθεί μόνο με μια συνολική δέσμη αλλαγών με βασικούς άξονες:
Αξιολόγηση φαρμακευτικής καινοτομίας (ΗΤΑ), δηλαδή εισαγωγή επιστημονικών και όχι δημοσιονομικών κριτηρίων επιλογής των φαρμάκων που πρέπει να αποζημιωθούν (ολοκληρώνεται σύντομα το 1ο βήμα για τη θεσμοθέτηση της Επιτροπής HTA που θα αντικαταστήσει την Επιτροπή Θετικής Λίστας).
Διεύρυνση και αναβάθμιση των θεραπευτικών πρωτοκόλλων στο σύστημα ηλεκτρονικής συνταγογράφησης – επέκτασή τους και στα νοσοκομεία για τη συνταγογράφηση των νοσηλευομένων ασθενών.
Αναδιοργάνωση της Επιτροπής Διαπραγμάτευσης Φαρμάκων, έτσι ώστε να υπάρχει ένας αποτελεσματικός μηχανισμός διασφάλισης προσιτών τιμών αποζημίωσης για τα νέα φάρμακα (ΕΟΠΥΥ και νοσοκομεία) – διακρατικές συνεργασίες για κοινές διαπραγματεύσεις με τη φαρμακοβιομηχανία (έχουν γίνει τα πρώτα βήματα προετοιμασίας μετά τη «Διακήρυξη της Μάλτας»).
Κινούμαστε με μικρά αλλά σταθερά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση. Είμαστε σε πορεία υλοποίησης διαρθρωτικών και όχι οριζόντιων μέτρων. Χρειάζεται όμως ένα κρίσιμο χρονικό περιθώριο για την προώθηση των αναγκαίων αλλαγών, που θα μας δώσει τη δυνατότητα να τηρήσουμε τις δεσμεύσεις της χώρας, αλλά και την ευκαιρία μιας κοινά αποδεκτής αναμόρφωσης του ασφυκτικού πλαισίου που είναι σε ισχύ.
Ήδη έχουμε θέσει ανοικτά στους θεσμούς, όπως συμφωνήσαμε με τη φαρμακοβιομηχανία, το θέμα της «αλλαγής αρχιτεκτονικής» στην αδιέξοδη και στρεβλή τιμολογιακή πολιτική. Εξασφαλίσαμε τη δυνατότητα να παρουσιάσουμε στο αμέσως επόμενο διάστημα εναλλακτικά σενάρια με κεντρικά σημεία τη διαφοροποίηση του «καλαθιού» των χωρών (αναφορά στην Ευρωζώνη και όχι στην Ε.Ε.), τη δημιουργία ενός ανεκτού κατώτατου ορίου τιμής για τα off patend και τα γενόσημα με βάση το ΚΗΘ (κόστος ημερήσιας θεραπείας) και την ομογενοποίηση της τιμής των γενοσήμων (για ίδια δραστική και ίδια περιεκτικότητα). Στον βαθμό που καταλήξουμε σε συμφωνία, μπορούμε βάσιμα να ελπίζουμε σε ένα νέο σταθερό και προβλέψιμο περιβάλλον τιμολόγησης που θα ενισχύσει την εύρυθμη λειτουργία της φαρμακευτικής αγοράς, την τόνωση των επενδύσεων και τη συνδρομή του τομέα του φαρμάκου στην παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας.