Skip to main content

Όταν η φρενίτιδα έσκασε με κρότο. Και άλλαξε την πορεία ενός αιώνα

Associated Press / Wikimedia Commons

16 εκατομμύρια μετοχές ρευστοποιούνται. Και η Αμερική ξυπνά απότομα από το πιο παράφορο όνειρο της ευημερίας της

Οι αίθουσες του Χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης σείονται. Το χαρτί του ticker tape ξετυλίγεται ασταμάτητα από τους μηχανισμούς, πέφτει στα πόδια των επενδυτών σαν λευκό χιόνι. Aλλά οι αριθμοί πάνω του κοκκινίζουν σαν αίμα.

Το ημερολόγιο γράφει Τρίτη, 29 Οκτωβρίου 1929. Δεκάδες μεσίτες φωνάζουν, τα τηλέφωνα δεν σταματούν να χτυπούν, και έξω από το κτίριο στη Broad Street συγκεντρώνονται χιλιάδες — υπάλληλοι, εργάτες, νοικοκυρές, μικροεπενδυτές που έχουν βάλει τις οικονομίες μιας ζωής στο παιχνίδι.

Μέχρι το τέλος της ημέρας, 16 εκατομμύρια μετοχές ρευστοποιούνται.  Η αξία της αγοράς καταρρέει κατά 14 δισ. δολάρια — ποσό ασύλληπτο για την εποχή. Ο δείκτης Dow Jones χάνει άλλο ένα 11,7%, μετά το 13% της προηγούμενης μέρας.

Και η Αμερική ξυπνά απότομα από το πιο παράφορο όνειρο της ευημερίας της.

Η αυταπάτη της ευημερίας

Μόλις τέσσερις μέρες νωρίτερα, ο πρόεδρος Χέρμπερτ Χούβερ δηλώνει με βεβαιότητα:
«Η θεμελιώδης κατάσταση της οικονομίας είναι υγιής και ευημερούσα».

Κανείς δεν φαντάζεται ότι οι λέξεις του θα γίνουν η ειρωνικότερη φράση της εποχής.

Τα χρόνια που προηγήθηκαν —τα λεγόμενα Roaring Twenties— είναι μια εποχή φρενίτιδας.
Η Αμερική παράγει περισσότερο χάλυβα, περισσότερα αυτοκίνητα, περισσότερα σπίτια από ποτέ.

Η μεσαία τάξη ανακαλύπτει τη μαγεία της κατανάλωσης και του δανεισμού. Οι άνθρωποι αγοράζουν μετοχές με δανεικά — βάζουν 10% ίδια κεφάλαια και δανείζονται τα υπόλοιπα 90%. Οι μεσίτες δανείζουν περισσότερα απ’ όσα κυκλοφορούν ως φυσικό χρήμα στη χώρα.

Η αγορά φουσκώνει. Οι δείκτες ανεβαίνουν, η εμπιστοσύνη γίνεται μανία, και η μανία μετατρέπεται σε φούσκα.

Τον Σεπτέμβριο του 1929, ο Dow Jones αγγίζει τις 381 μονάδες — επίπεδα ρεκόρ. Και ο διάσημος οικονομολόγος Ίρβινγκ Φίσερ δηλώνει ότι οι τιμές «έφτασαν σε ένα μόνιμα υψηλό επίπεδο».Μερικές εβδομάδες αργότερα, θα χάσει την περιουσία του.


Η σπίθα που ανάβει τη φωτιά

Οι πρώτες ρωγμές φαίνονται στην αγροτική Αμερική. Η υπερπαραγωγή σιτηρών, η απότομη πτώση στις τιμές του σιταριού, τα χρέη των αγροτών — όλα δείχνουν ότι η ευημερία δεν είναι για όλους.

Παράλληλα, η Federal Reserve, φοβούμενη τη «φούσκα», αυξάνει τα επιτόκια. Η ρευστότητα στεγνώνει, τα δάνεια δυσκολεύουν, και οι «επενδυτές του καναπέ» αρχίζουν να ρευστοποιούν.

Τον Οκτώβριο, η αγορά τρέμει. Στις 24 Οκτωβρίου —τη Μαύρη Πέμπτη— αρχίζει ο πανικός. Οι τραπεζίτες ρίχνονται να αγοράσουν μετοχές για να σταματήσουν την πτώση.  Τέσσερις μέρες μετά, στη Μαύρη Δευτέρα, αποτυγχάνουν.

Και την Τρίτη 29 Οκτωβρίου, η φούσκα εκρήγνυται.


Το μεγάλο κραχ

Η εικόνα είναι χαοτική. Άνδρες με κοστούμια στέκονται σιωπηλοί μπροστά στις γυάλινες προθήκες με το ticker tape. Τραπεζίτες χάνουν μέσα σε λίγες ώρες ό,τι έχτιζαν μια ζωή.

Ο μεγιστάνας Γουίλιαμ Ντιράντ και η οικογένεια Ροκφέλερ προσπαθούν να αγοράσουν μαζικά μετοχές για να στηρίξουν την αγορά. Αλλά το κύμα είναι ασταμάτητο.

Το ticker συνεχίζει να γράφει μέχρι τις 7:45 το βράδυ, πολύ μετά το κλείσιμο της συνεδρίασης. Οι αριθμοί κυλούν, αλλά το νόημά τους έχει χαθεί.

Από τον πανικό στην Ύφεση

Οι συνέπειες είναι αλυσιδωτές. Τράπεζες κλείνουν, εργοστάσια παύουν να λειτουργούν, εκατομμύρια άνθρωποι μένουν άνεργοι.

Το 1931, πάνω από 2.000 τράπεζες έχουν χρεοκοπήσει. Οι ουρές για ένα πιάτο σούπα μεγαλώνουν.

Οι άνθρωποι χάνουν τα σπίτια τους, τις δουλειές τους, την πίστη τους στο «αμερικανικό όνειρο».

Το 1932, η βιομηχανική παραγωγή έχει μειωθεί στο μισό. Ο δείκτης Dow Jones κατρακυλά στις 41,22 μονάδες — 89% κάτω από το υψηλότερο σημείο του.

Χρειάζονται 25 χρόνια, μέχρι το 1954, για να επανέλθει στα επίπεδα του 1929.

Τα μαθήματα

Η Μεγάλη Ύφεση αλλάζει πολλά – αλλά όχι την ανθρώπινη τάση για απληστεία και ύβρη. Η κυβέρνηση Ρούζβελτ επιβάλλει μεταρρυθμίσεις, η Γερουσία διερευνά τα αίτια μέσω της Επιτροπής Pecora, και το Κογκρέσο ψηφίζει τον νόμο Glass–Steagall, χωρίζοντας τις εμπορικές από τις επενδυτικές τράπεζες.

Η εποχή της ανεξέλεγκτης κερδοσκοπίας τελειώνει. Αλλά μόνο προσωρινά.

Οι οικονομολόγοι θα διαφωνούν για δεκαετίες:

  • Ήταν η φούσκα των δανείων και των μετοχών;
  • Ήταν η αποτυχημένη νομισματική πολιτική της Fed που έκοψε τη ρευστότητα;
  • Μήπως τελικά ήταν η αυταπάτη μιας κοινωνίας που πίστεψε ότι η ευημερία είναι αιώνια;

Ο απόηχος

Στην Broad Street, η σκόνη από τα χαρτιά έχει καταλαγιάσει. Η πόλη επιστρέφει στην κανονικότητά της — μα η εμπιστοσύνη δεν επιστρέφει ποτέ ολόκληρη. Ο 20ός αιώνας αλλάζει πορεία: η Αμερική βυθίζεται, η Ευρώπη αναταράσσεται, και ο κόσμος βαδίζει προς μια νέα καταστροφή.

Η Μαύρη Τρίτη δεν είναι απλώς μια ημερομηνία. Είναι η στιγμή που ο κόσμος μαθαίνει πως η ευημερία χωρίς μέτρο είναι το πιο επικίνδυνο στοίχημα.