Skip to main content

O Προϋπολογισμός 2026, το εμπόριο και οι ΜμΕ

Το ζητούμενο είναι ο προϋπολογισμός να αποτελεί κάθε χρόνο «εργαλείο» αναπτυξιακής πολιτικής

Του Δώρου Καπράλου, προέδρου του Εμπορικού Συλλόγου Πειραιώς

Ο ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ του 2026 παρουσιάστηκε με αισιοδοξία και προοπτική σταθερότητας.

Προβλέπει αύξηση των συνολικών φορολογικών εσόδων κατά 2,65 δισ. ευρώ, διατήρηση υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων στο 2,8% του ΑΕΠ και συνέχιση των παρεμβάσεων που στοχεύουν σε κοινωνική στήριξη και φορολογική δικαιοσύνη.

Ωστόσο, πίσω από τους αριθμούς, η πραγματικότητα για το εμπόριο και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις παραμένει σκληρή και απαιτητική.

Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ στηρίζει τον σχεδιασμό της σε παραδοχές, όπως αύξηση των εισοδημάτων, περιορισμός της φοροδιαφυγής και ενίσχυση της κατανάλωσης.

Όμως, η καθημερινότητα των επιχειρήσεων λέει κάτι διαφορετικό: μειωμένη ρευστότητα, ακριβή χρηματοδότηση, υψηλό λειτουργικό κόστος και μια γραφειοκρατία που εξακολουθεί να φρενάρει κάθε αναπτυξιακή πρωτοβουλία.

ΠΑΡΑ τις εξαγγελίες για ελαφρύνσεις, ο κρατικός μηχανισμός προβλέπει αύξηση εσόδων από τον ΦΠΑ και τον φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων – δηλαδή από εκείνους που ήδη κρατούν όρθια την οικονομία.

Οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, που αποτελούν πάνω από το 95% της ελληνικής
επιχειρηματικότητας, εξακολουθούν να σηκώνουν δυσανάλογο βάρος, χωρίς να έχουν ουσιαστική στήριξη στην πράξη.

ΤΟ ΖΗΤΟΥΜΕΝΟ είναι ο προϋπολογισμός να αποτελεί κάθε χρόνο «εργαλείο» αναπτυξιακής πολιτικής, με πραγματικό αντίκτυπο για τις ΜμΕ και τους εργαζόμενους σε αυτές.

Να συμβάλλει ώστε να οικοδομήσουμε ένα σύγχρονο κράτος, με ισχυρούς θεσμούς, δίκαιη φορολογία, σταθερούς κανόνες και στρατηγική αναπτυξιακή κατεύθυνση.

Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να απελευθερώσουμε το παραγωγικό δυναμικό της χώρας και να δημιουργήσουμε μια οικονομία βιώσιμη, ανταγωνιστική και κοινωνικά δίκαιη.

Δεν μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη χωρίς βιώσιμες επιχειρήσεις. Ο ιδιωτικός τομέας δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται μόνο ως πηγή φορολογικών εσόδων, αλλά ως κινητήριος μοχλός της παραγωγής, της απασχόλησης και των επενδύσεων.

ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ να ξεχνάμε πως η ελληνική οικονομία έχει περάσει μέσα από αλλεπάλληλες κρίσεις, χωρίς να καταφέρει να μετασχηματιστεί ουσιαστικά.

Το παραγωγικό μας μοντέλο παραμένει ευάλωτο, στηριγμένο σε λίγους κλάδους και με περιορισμένη προστιθέμενη αξία.

Η φορολογική βάση είναι στενή, η γραφειοκρατία δυσχεραίνει την επιχειρηματικότητα, ενώ οι
θεσμοί συχνά λειτουργούν με όρους πελατειακούς, αντί με όρους κανονικότητας.

Το αποτέλεσμα είναι να διατηρείται ένα κλίμα αβεβαιότητας, που δεν επιτρέπει την άνθηση της
καινοτομίας, της επένδυσης και της παραγωγικότητας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ αυτούς, η ουσία του ζητήματος δεν είναι μόνο οικονομική, είναι βαθιά θεσμική.

Χρειαζόμαστε ένα κράτος που θα λειτουργεί με συνέπεια, σταθερούς κανόνες και σεβασμό στον πολίτη.

Ένα κράτος που δεν θα αντιμετωπίζει τις επιχειρήσεις ως εχθρούς ή ως πηγή άμεσων φορολογικών εσόδων, αλλά ως συνεργάτες στην ανάπτυξη.

Ένα κράτος που θα οικοδομήσει σχέση εμπιστοσύνης με τον πολίτη, όπου η φορολογική υποχρέωση δεν θα θεωρείται χαμένη εισφορά, αλλά ανταποδοτική συμβολή στη συλλογική πρόοδο.

ΣΤΟ ΕΜΠΟΡΙΟ, σήμερα, η κατάσταση είναι οριακή: το κόστος ενέργειας, οι ασφαλιστικές εισφορές, οι τραπεζικές προμήθειες και η αδυναμία πρόσβασης σε κεφάλαια κίνησης οδηγούν χιλιάδες επιχειρήσεις να λειτουργούν οριακά.

Οι ηλεκτρονικές υποχρεώσεις πολλαπλασιάζονται, αλλά χωρίς να μειώνεται η γραφειοκρατία ή να αυξάνεται η αποτελεσματικότητα του κράτους.

ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ εμπόριο χρειάζεται ξεκάθαρο σήμα εμπιστοσύνης. Χρειάζεται μια φορολογική πολιτική σταθερή, προβλέψιμη και φιλική προς την παραγωγή, που θα επιβραβεύει τη συνέπεια και θα δίνει κίνητρα σε όλους όσοι θέλουν να επενδύσουν.

Χρειάζεται βελτίωση της ρευστότητας, μέσω μηχανισμών μικροπιστώσεων και εγγυοδοσίας.

Και χρειάζεται απλοποίηση των διαδικασιών, ώστε να μην απαιτείται «διοικητικός μαραθώνιος»
για κάθε άδεια, επιδότηση ή επιστροφή φόρου.

Ο ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ του 2026 μπορεί να γίνει σημείο καμπής – εάν μετατραπεί από αριθμητική άσκηση σε πραγματικό σχέδιο στήριξης της αγοράς και της επιχειρηματικότητας.

Η χώρα έχει ανάγκη από ένα σταθερό περιβάλλον, όπου η μικρομεσαία επιχείρηση θα μπορεί να σχεδιάζει, να αναπτύσσεται και να στηρίζει την κοινωνία.

Γιατί η ανάπτυξη δεν γράφεται μόνο σε πίνακες του υπουργείου Οικονομικών. Γράφεται κάθε μέρα στα τιμολόγια, στις αποδείξεις, στους μισθούς και στις βιτρίνες των καταστημάτων σε όλη την Ελλάδα.