Μπορεί να μην είναι τόσο διάσημη όσο τα… «ξαδέρφια» της, η ριγανάδα, ωστόσο έχει το δικό της επτανησιακό άρωμα.
Kαι όσοι την έχουν δοκιμάσει ξέρουν πως κάθε μπουκιά της κουβαλά αλμύρα, ήλιο και μνήμη. Δεν είναι απλώς ένα παξιμάδι ή ψωμί με ντομάτα –είναι ολόκληρη η κεφαλονίτικη νοοτροπία στο πιάτο: ανεπιτήδευτη, γήινη, ουσιαστική και φυσικά πεντανόστιμη.
Όπως ο ντάκος προήλθε από την ανάγκη των Κρητικών να συντηρούν το ψωμί για καιρό και να έχουν ένα εύκολο και ανθεκτικό φαγητό για αγρότες και ναυτικούς, έτσι και η ριγανάδα βασίστηκε στα παξιμάδια και μπαγιάτικο ψωμί που είχαν οι νησιώτες στο σπίτι ή στο καΐκι, σε εποχές που τίποτα δεν πήγαινε χαμένο. Και όπως η μπρουσκέτα γεννήθηκε από την ιταλική φτώχεια και τη σοφία να αξιοποιείται το μπαγιάτικο ψωμί, έτσι και η ριγανάδα είναι η τέχνη του απλού: πώς με τρία-τέσσερα υλικά δημιουργείται κάτι που χτυπά τις αισθήσεις και είναι τόσο απόλυτα ελληνικό, που μοσχοβολά τις ρίζες μας. Τη συναντάμε μάλιστα και συνολικά στα Επτάνησα, αλλά και στο Αιγαίο, κάθε φορά με διαφορετικό τοπικό άρωμα. Κάθε τόπος, άλλωστε, έχει το δικό του ψωμί, τη δική του τομάτα, το δικό του τυρί και λάδι –αλλά ο συνδυασμός είναι πάντα ο ίδιος: κάτι ξερό, κάτι ζουμερό, κάτι αρωματικό, κάτι λιπαρό. Η ριγανάδα είναι η κεφαλονίτικη εκδοχή αυτής της παγκόσμιας ιδέας: το φαγητό της στιγμής που γίνεται φαγητό της καρδιάς. Διαβάστε περισσότερα.