Επί εβδομάδες η Wall Street περίμενε μια ένδειξη ότι η Federal Reserve είναι έτοιμη να αλλάξει ρότα.
Την πήρε την Παρασκευή, όταν ο Τζερόμ Πάουελ, από το βήμα του Jackson Hole, έδωσε σαφές σήμα για επικείμενη μείωση των επιτοκίων τον Σεπτέμβριο, λέγοντας ότι «η μεταβαλλόμενη ισορροπία των κινδύνων μπορεί να δικαιολογεί προσαρμογή της πολιτικής». Οι αγορές αντέδρασαν με τον πιο εκρηκτικό τρόπο από τον Απρίλιο.
Οι αποδόσεις των αμερικανικών κρατικών ομολόγων βούτηξαν έως και 12 μονάδες βάσης, τα futures πλέον προεξοφλούν σχεδόν βέβαιη μείωση επιτοκίων τον Σεπτέμβριο, ενώ ο S&P 500 ανέκαμψε 1,5%, αγγίζοντας ξανά ιστορικά υψηλά. Ο Russell 2000 εκτοξεύτηκε σχεδόν 4%, με ώθηση από τις πλέον ευαίσθητες σε επιτόκια και οικονομικούς κύκλους μετοχές. Παράλληλα, το δολάριο υποχώρησε, ο χρυσός ενισχύθηκε 1% και το Bitcoin κέρδισε έδαφος.
Το ερώτημα για τα θεμέλια
«Αυτή είναι μια σημαντική μεταστροφή για τον πρόεδρο της Fed», σχολίασε ο Ματ Μάλεϊ της Miller Tabak. Ωστόσο, η βασική ανησυχία παραμένει: Οι αποτιμήσεις είναι αδικαιολόγητα υψηλές και το γεω-οικονομικό τοπίο ρευστό.
Πράγματι, η εικόνα στις αγορές θυμίζει «παράλογη ευφορία». Οι αποτιμήσεις κινούνται σε ιστορικά υψηλά επίπεδα, παρά τις αυξανόμενες γεωπολιτικές εντάσεις και τις αβέβαιες οικονομικές πολιτικές της κυβέρνησης Τραμπ.
Αναλυτές προειδοποιούν ότι, όπως συμβαίνει συχνά, όταν οι επενδυτές αρνούνται να δουν τους κινδύνους, το σοκ της διόρθωσης γίνεται πιο βίαιο.
Ο γεωπολιτικός πονοκέφαλος
Το διεθνές σκηνικό μόνο σταθερό δεν είναι. Η Ευρώπη εξακολουθεί να βρίσκεται αντιμέτωπη με τον μεγαλύτερο πόλεμο από τον Β΄ Παγκόσμιο, η Μέση Ανατολή βυθίζεται ξανά στη βία, ενώ οι σχέσεις Ουάσιγκτον – Πεκίνου βρίσκονται σε ιστορικό ναδίρ. Το ενδεχόμενο να μπλοκαριστεί η ροή ημιαγωγών από την Ταϊβάν προς τις ΗΠΑ συνιστά απειλή-φωτιά για την παγκόσμια οικονομία.
Και μέσα σε όλα, οι ίδιες οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονται αντιμέτωπες με ένα εκρηκτικό μείγμα δημοσιονομικών και εμπορικών προκλήσεων.
Οι πολιτικές Τραμπ και η αμερικανική οικονομία
Η επιστροφή Τραμπ στον Λευκό Οίκο συνοδεύτηκε από τον υψηλότερο δασμολογικό τοίχο σε έναν αιώνα, πλήττοντας τη μακροπρόθεσμη ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Οι μαζικές απελάσεις εργαζομένων πιέζουν την παραγωγή και αυξάνουν το κόστος σε αγροτική και οικοδομική δραστηριότητα.
Παράλληλα, το νέο νομοσχέδιο-μαμούθ («One Big Beautiful Bill») υπόσχεται να εκτινάξει το δημοσιονομικό έλλειμμα.
Σύμφωνα με τις επίσημες εκτιμήσεις η τρύπα στον προϋπολογισμό θα διογκώσει το χρέος άνω του 125% του ΑΕΠ έως το 2034.
Με τους ξένους επενδυτές να κατέχουν σχεδόν το ένα τρίτο των αμερικανικών κρατικών ομολόγων, η εμπιστοσύνη τους είναι κρίσιμη για τη χρηματοδότηση του αμερικανικού κράτους.
Ο πιο μεγάλος κίνδυνος
Εδώ εντοπίζεται η μεγαλύτερη αδυναμία: η εξάρτηση των ΗΠΑ από την προθυμία ξένων να δανείζουν.
Η πίεση του Τραμπ στη Fed για επιθετικές μειώσεις επιτοκίων, οι σκέψεις να μετατραπούν τα αμερικανικά ομόλογα που κατέχουν ξένοι σε 100ετή άτοκα, ή ακόμη και να φορολογηθούν με 20% οι τόκοι τους, κλονίζουν αυτή την εμπιστοσύνη, προειδοποιούν ειδικοί στο Market Watch.
Το αποτέλεσμα είναι ήδη ορατό: από την αρχή του έτους το δολάριο έχει χάσει 10% της αξίας του, οι αποδόσεις των Treasuries παραμένουν αυξημένες, ενώ ο χρυσός έχει ενισχυθεί κατά 25% — σε ένα καθαρό σημάδι φυγής προς την ασφάλεια.
Όταν η ιστορία προειδοποιεί
Η ιστορία δείχνει ότι οι αγορές συχνά αγνοούν τους κινδύνους μέχρι την τελευταία στιγμή. Στις παραμονές του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου τα χρηματιστήρια ήταν ακμαία, ενώ και πριν από το σκάσιμο της φούσκας dot-com το 2001 οι αποτιμήσεις έμοιαζαν «λογικές».
Ο οικονομικός ιστορικός Νάιαλ Φέργκιουσον θυμίζει ότι ακόμη και τότε, οι προειδοποιήσεις για κατάρρευση ακούγονταν σαν περιττός πεσιμισμός.
Και όπως φέρεται να είπε ο Ισαάκ Νεύτων μετά τη φούσκα του South Sea το 1720: «Μπορώ να υπολογίσω την κίνηση των ουράνιων σωμάτων, αλλά όχι την τρέλα των ανθρώπων».