Skip to main content

«Ομίχλη» για τους δασμούς Τραμπ, 10 ημέρες πριν τη λήξη της εμπορικής εκεχειρίας

Η φον ντερ Λάιεν ελπίζει σε συμφωνία, ο Τραμπ άφησε να εννοηθεί ότι οι εμπορικές συνομιλίες θα μπορούσαν να συνεχιστούν και μετά την προθεσμία της  9ης Ιουλίου.

Η σύνοδος κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης ολοκληρώθηκε με ένα κύμα αισιοδοξίας για την εκτόνωση της εμπορικής σύγκρουσης με τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν εξέφρασε την ελπίδα ότι θα καταλήξει σε συμφωνία έως την προθεσμία της 9ης Ιουλίου που ανακοίνωσε ο Ντόναλντ Τραμπ.

Ο ίδιος ο Αμερικανός πρόεδρος πάντως, άφησε να εννοηθεί ότι οι εμπορικές συνομιλίες θα μπορούσαν να συνεχιστούν και μετά την προθεσμία της  9ης Ιουλίου. «Μπορούμε να κάνουμε ό,τι θέλουμε. Μπορούμε να παρατείνουμε (αυτή την ημερομηνία). Μπορούμε να τη συντομεύσουμε», δήλωσε ο Τραμπ  ο κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στον Λευκό Οίκο την Παρασκευή.

Ο Γερμανός καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς λέει όμως πρέπει να βιαστούμε, να κλείσουμε αμέσως τους δασμούς 10% και να αφήσουμε τις λεπτομέρειες για αργότερα.

Ο Γάλλος πρόεδρος Μακρόν διαφωνεί όμως.

Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ανακοίνωσε πώς έχει παραλάβει ένα «τελικό έγγραφο των ΗΠΑ», το οποίο και «αξιολογείται ». Πρόσθεσε πάντως ότι οι Βρυξέλλες προετοιμάζονται επίσης για την πιθανότητα «να μην επιτευχθεί ικανοποιητικό αποτέλεσμα».

Όπως είπε η φον ντερ Λάιεν , «είμαστε έτοιμοι για μια συμφωνία. Αλλά, ταυτόχρονα, προετοιμαζόμαστε για την πιθανότητα να μην επιτευχθεί ένα ικανοποιητικό αποτέλεσμα. Γι’ αυτό έχουμε κάνει διαβουλεύσεις για μια λίστα αναπροσαρμογής. Θα υπερασπιστούμε τα ευρωπαϊκά συμφέροντα εάν χρειαστεί. Εν ολίγοις: όλες οι επιλογές παραμένουν στο τραπέζι», προειδοποίησε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Σήμερα, ισχύουν δασμοί 25% στον χάλυβα, το αλουμίνιο και τα αυτοκίνητα και 10% σε πολλά άλλα ευρωπαϊκά προϊόντα. Ο Τραμπ απειλεί με αυξήσεις έως και 50%.

Οι λεπτομέρειες είναι το παν

Δυστυχώς, οι λεπτομέρειες είναι το παν, ακόμη περισσότερο όταν διακυβεύονται εμπορικά και οικονομικά συμφέροντα. «Εξακολουθεί να υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα σχετικά με την πιθανή συμφωνία για τους δασμούς μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ και αυτό σίγουρα δεν βοηθά τις ευρωπαϊκές εταιρείες», τονίζουν παράγοντες της αγοράς .

Το εμπορικό ισοζύγιο μεταξύ Ευρώπης και Ηνωμένων Πολιτειών υποχώρησε σε ένα πλεόνασμα 15,6 δισεκατομμυρίων ευρώ υπέρ της Γηραιάς Ηπείρου, τον Απρίλιο.

Τα στοιχεία για τον Μάιο και τον Ιούνιο θα πρέπει να είναι στο ίδιο πνεύμα, επειδή «οι εταιρείες έχουν μεταβεί από μια προσέγγιση διαχείρισης τελωνειακών κινδύνων σε μια φάση ενός εντελώς  απρόβλεπτου μέλλοντος: δεν ξέρουμε τι θα συμβεί, μιλάμε για σενάρια με δασμούς 10% καθώς και για σενάρια με 50%», λένε οι ίδιες πηγές  και προσθέτουν:«οι άνθρωποι λένε ότι η ημερομηνία της 9ης Ιουλίου μπορεί να αναβληθεί και ότι η προσωρινή κατάσταση μπορεί να παραταθεί».

Ο πρόεδρος Τραμπ δεν διστάζει πάντως να φωνάζει εναντίον της Ευρώπης: «Η ΕΕ έχει συμπεριφερθεί άσχημα, είναι πολύ κακή, αλλά έχουμε τα χαρτιά στα χέρια μας, με ορισμένες χώρες θα κάνουμε συμφωνίες, άλλες θα πρέπει να πληρώσουν», είπε ο αμερικανός πρόεδρος.

Ταυτόχρονα, όμως διέκοψε τις διαπραγματεύσεις με τον Καναδά: «Έχουμε ενημερωθεί», έγραψε ο Τραμπ στο Truth Social, «ότι ο Καναδάς, μια χώρα με την οποία είναι πολύ δύσκολο να κάνουμε εμπόριο, συμπεριλαμβανομένου του γεγονότος ότι εδώ και χρόνια έχει εφαρμόσει δασμούς έως και 400% στα γαλακτοκομικά προϊόντα στους αγρότες μας, ανακοίνωσε ότι θα εισαγάγει Φόρο Ψηφιακών Υπηρεσιών στις αμερικανικές εταιρείες τεχνολογίας μας, κάτι που αποτελεί άμεση και ξεδιάντροπη επίθεση στη χώρα μας».

Ο ψηφιακός φόρος

Ο ψηφιακός φόρος είναι όμως μια από αυτές τις «λεπτομέρειες» που διχάζουν επίσης την Ουάσινγκτον και τις Βρυξέλλες.

«Ο Τραμπ αλλάζει στάση κάθε λεπτό, ακόμα κι αν εμμένει σε μια σταθερή ιδέα: να αναγκάσει να πληρώσουν όσοι θα έπρεπε να είναι φίλοι και εταίροι των ΗΠΑ  και να ευχαριστεί όσους θα έπρεπε να είναι εχθροί», τονίζουν Ευρωπαίοι διπλωμάτες. «Έτσι, παίζει σκληρά με τους Ευρωπαίους και τους Καναδούς, αλλά στη συνέχεια κάνει συμφωνία με τους Κινέζους, γιατί αυτό που τον  ενδιαφέρει περισσότερο είναι οι σπάνιες γαίες που διαθέτει το Πεκίνο και πωλεί  στις ΗΠΑ και την Ευρώπη»

Και αυτό είναι το πραγματικό πρόβλημα, όχι μόνο και όχι τόσο, το ύψος των δασμών.

«Ο Τραμπ είναι τόσο ευκίνητος όσο ένα φτερό στον άνεμο. Βασικά, όλα μπορούν να συζητηθούν, όλα μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο διαπραγμάτευσης, ακόμη και ο φόρος στις ψηφιακές υπηρεσίες που πλήττει ένα σημαντικό μέρος των τεχνολογικών κολοσσών που υποστήριξαν τον Αμερικανό Πρόεδρο», προσθέτουν οι ίδιες πηγές.

Οι Magnificent Seven, οι μετοχές των Big Tech που είχαν ηγηθεί της κούρσας πριν από την εκλογή του Τραμπ, δεν τα πάνε και τόσο καλά. Έχουμε δει την Tesla να καταρρέει, αλλά η Google και η Apple απέχουν επίσης πολύ από τα υψηλά τους. Οι εξαγωγές τους σε πλούσιες αγορές (Ευρώπη και Καναδά) διακυβεύονται μετά τις πιέσεις στην Κίνα.

Ο Πάουελ δεν είναι «μαριονέτα»

Όχι μόνο αυτό. Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ δεν μειώνει τα επιτόκια, γεγονός που κάνει τον Τραμπ έξαλλο και ο κεντρικός τραπεζίτης Τζερόμ Πάουελ έχει ήδη χάσει τη δουλειά του και δεν θέλει να φύγει μοιάζοντας με μαριονέτα.

Την ίδια ώρα , το δολάριο συνεχίζει βέβαια να υποτιμάται, καθώς η αμερικανική οικονομία φοβάται τον πληθωριστικό αντίκτυπο των δασμών.

Αυτό όμως καθιστά τα αμερικανικά προϊόντα πιο ανταγωνιστικά σε σύγκριση με αυτά της Ευρώπης και του υπόλοιπου κόσμου. Ένα μειονέκτημα για τους Ευρωπαίους που  προστίθεται στους δασμούς που απειλεί να επιβάλλει ο Τραμπ στα εισαγόμενα ευρωπαϊκά προϊόντα.

Η αισιοδοξία της φον ντερ Λάιεν,όσο επιφυλακτική κι αν είναι, δεν πείθει τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις ,που ήδη πληρώνουν το κόστος του αμερικανικού προστατευτισμού.

Αν όλη αυτή η ομίχλη δεν διαλυθεί, είναι πιθανό να πάμε σε αναβολή για τον Σεπτέμβριο. Το υπαινίχθηκε άλλωστε και ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών Σκοτ ​​Μπέσεντ, αυτός που πραγματικά έχει τον τελευταίο λόγο για τους δασμούς. Και αυτό επιμηκύνει τη σκιά της αβεβαιότητας.

«Πρέπει να αναρωτηθούμε ποιος ευρωπαίος επιχειρηματίας είναι πραγματικά πρόθυμος να ρισκάρει ή να λάβει μεσοπρόθεσμες αποφάσεις, επενδύοντας σε παραγωγικές δραστηριότητες», τονίζουν παράγοντες της αγοράς.