Skip to main content

Γιατί το Ισραήλ επέλεξε τώρα την επίθεση στο πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν

Israel Defense Forces

Eπί δεκαετίες υπήρχαν εικασίες στο Ισραήλ ότι ετοιμαζόταν μια ολοκληρωμένη στρατιωτική επίθεση κατά του Ιράν με στόχο την καταστροφή του πυρηνικού προγράμματος

Η ισραηλινή επιδρομή εναντίον του ιρανικού πυρηνικού  προγράμματος ήταν αναμενόμενη. Γιατί όμως έγινε τώρα; Όταν μάλιστα, την προσεχή Κυριακή επρόκειτο να ξεκινήσει ο 7ος γύρος των διαπραγματεύσεων στο Ομάν για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης, ανάμεσα στις Ηνωμένες Πολιτείες και το Ιράν;

Ισραηλινοί δημοσιογράφοι στην Ιερουσαλήμ εξηγούν στη Ναυτεμπορική ότι τις τελευταίες ώρες το Ιράν έχει προβεί σε ανησυχητικές δηλώσεις. Προειδοποίησε ότι σχεδιάζει «σημαντική αύξηση» στην παραγωγή εμπλουτισμένου ουρανίου και ανακοίνωσε την κατασκευή μιας νέας μονάδας εμπλουτισμού ουρανίου. Και αυτό, μετά την υιοθέτηση χθες, από τον Διεθνή Οργανισμό Ατομικής Ενέργειας (ΔΟΑΕ) ψηφίσματος που καταδικάζει το Ιράν για «μη συμμόρφωση» με τις πυρηνικές του υποχρεώσεις.

«Το Ιράν είναι το μόνο κράτος χωρίς πυρηνικά όπλα που εμπλουτίζει ουράνιο στο επίπεδο του 60%, σύμφωνα με την ΙΑΕΑ και βρίσκεται κοντά στο όριο του 90% που απαιτείται για την κατασκευή ατομικής βόμβας», εξηγούν οι ίδιες πηγές.

Το Ισραήλ ήταν «υποχρεωμένο να σταματήσει το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν» και ως εκ τούτου πραγματοποίησε μια σειρά από πλήγματα στο Ιράν. «Δεν πρόκειται για πόλεμο, αλλά μια μεμονωμένη επιχείρηση «αποκεφαλισμού» που στοχεύει στο να σταματήσει το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν», υποστηρίζουν οι ίδιες πηγές και προσθέτουν: «Πιστεύουμε πώς θα είναι επιχείρηση που μπορεί να διαρκέσει μερικές ημέρες ακόμα, αλλά όχι εβδομάδες ή μήνες».

Σε κάθε περίπτωση, η ισραηλινή επιχείρηση -και η όποια ιρανική απάντηση ακολουθήσει – πυροδοτεί κύμα ανασφάλειας στην ευρύτερη περιοχή. Η Σαουδική Αραβία καταδίκασε την επίθεση του Ισραήλ ως παραβίαση της κυριαρχίας και της ασφάλειας του Ιράν και ως παραβίαση του διεθνούς δικαίου. Το Ομάν, το οποίο μεσολαβεί στις διαπραγματεύσεις για την πυρηνική συμφωνία ΗΠΑ-Ιράν, προειδοποίησε επίσης ότι η ισραηλινή επιχείρηση υπονομεύει την ασφάλεια και τη σταθερότητα της περιοχής και θέτει σε κίνδυνο την πιθανότητα διπλωματικής λύσης.

Ταυτόχρονα, δεν είναι λίγοι εκείνοι που αμφιβάλλουν κατά πόσο το Ισραήλ μπορεί να καταστρέψει ολοσχερώς το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα. Οι πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν βρίσκονται σε πολύ μεγάλο βάθος, «θωρακισμένες κάτω από τόνους τσιμέντου και χάλυβα, που δύσκολα μπορούν να διαπεράσουν οι ισραηλινές βόμβες. Το Ισραήλ άλλωστε, δεν φαίνεται να διαθέτει στο οπλοστάσιό του τις αμερικανικές βόμβες διάτρησης B-2/Massive Ordnace Penetrator (MOP), που μπορούν να διαπεράσουν ενισχυμένη, υπόγεια θωράκιση.

Προετοιμασία χρόνων

Αλλά το ερώτημα παραμένει: Γιατί τώρα;  Όταν επί δεκαετίες, υπήρχαν εικασίες στο Ισραήλ ότι ετοιμαζόταν μια ολοκληρωμένη στρατιωτική επίθεση κατά του Ιράν με στόχο την καταστροφή του πυρηνικού προγράμματος.

Αλλά πάντα, υπήρχαν βάσιμοι λόγοι για τους οποίους το Ισραήλ απέφευγε να το πράξει -κυρίως επειδή μια τέτοια επιχείρηση θα αντιμετώπιζε σχεδόν ανυπέρβλητα στρατιωτικά εμπόδια. Άλλωστε, το Ιράν είχε πολλά χρόνια για να προστατεύσει τις πυρηνικές του εγκαταστάσεις από μια τέτοια αεροπορική επιδρομή θάβοντάς τες βαθιά στο υπέδαφος. Αν αυτό επρόκειτο να επιτύχει, συμφωνούν ομόφωνα οι ειδικοί, θα ήταν μόνο με την τεράστια υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών.

Η ισραηλινή επίθεση πραγματοποιήθηκε όμως χωρίς τη στρατιωτική βοήθεια των ΗΠΑ και πιθανώς ενάντια στις ρητές επιθυμίες του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ. Όταν βρισκόταν σε εξέλιξη μάλιστα, η διπλωματική προσπάθεια του ειδικού απεσταλμένου του Τραμ, Στίβεν Γουίτκοφ να σταματήσει την περαιτέρω επέκταση του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν μέσω αμοιβαίων παραχωρήσεων – μια στρατηγική που ο Αμερικανός πρόεδρος εγκατέλειψε, κατά τη διάρκεια της πρώτης του θητείας.

«Η εντολή του Ισραηλινού πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου για επίθεση στο ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα, υπονομεύει τα σχέδια του Τραμπ, αν δεν αποτελεί και μια τεράστια περιφρόνηση προς τον σημαντικότερο σύμμαχο του εβραϊκού κράτους», εκτιμούν αμερικανοί αναλυτές

Εσωτερικοί πολιτικοί λόγοι

Η στρατιωτική επίθεση του Ισραήλ αποτελεί συνέχεια του πολέμου κατά της Χαμάς στη Λωρίδα της Γάζας και της Χεζμπολάχ στον Λίβανο.  Το Ισραήλ κέρδισε σαφώς αυτή τη σύγκρουση- με τους δύο συμμάχους της Τεχεράνης στην περιοχή- και χωρίς μεγάλες απώλειες.

Η απόφαση του Νετανιάχου να επιτεθεί τώρα στο Ιράν, πιθανότατα εξηγείται από την εύθραυστη εσωτερική πολιτική κατάσταση στο εσωτερικό του Ισραήλ. Η  κυβέρνησή Νετανιάχου μόλις είχε αποφύγει οριακά την κατάρρευση, λόγω της απειλής αποχώρησης των ακροδεξιών, υπερορθόδοξων εταίρων του συνασπισμού.

Κάτι τέτοιο όμως θα οδηγούσε τη χώρα σε πρόωρες εκλογές, αλλά εφόσον το Ισραήλ εισέρχεται σε μια περίοδο αντιπαράθεσης με το Ιράν, θα ήταν ανεύθυνη μια πρόωρη προσφυγή στις κάλπες . Τα κόμματα της αντιπολίτευσης θα δυσκολευτούν επίσης να συνεχίσουν να πιέζουν για την απομάκρυνση της κυβέρνησης Νετανιάχου, παρά το γεγονός ότι η δημοτικότητά της έχει περιοριστεί δραστικά.

Ταυτόχρονα, ο πρωθυπουργός παραμένει πάντα υπό την απειλή δικαστικών διώξεων με την κατηγορία της διαφθοράς, κάτι που θα απομακρύνεται, όσο συνεχίζεται η αντιπαράθεση με το Ιράν.

Πολιτική επιβίωση

Ο Νετανιάχου, έχοντας αποδείξει επανειλημμένα ότι είναι  «πρωταθλητής στην πολιτική επιβίωση», μπορεί πάντως να διακινδυνεύσει και μια τεράστια ρήξη με τις ΗΠΑ. Αν και ο πρόεδρος Τραμπ έσπευσε να τονίσει τη στήριξή του στο Ισραήλ σε περίπτωση ιρανικής επίθεσης, έχει δείξει σημάδια αποστασιοποίησης από τον Νετανιάχου, καθώς διαβλέπει ότι ο ισραηλινός πρωθυπουργός «παίζει το δικό του παιγνίδι».  Ο Νετανιάχου βλέπει ότι υπό τον Τραμπ, η Ουάσιγκτον αποσύρεται σταδιακά από την περιοχή της Μέσης Ανατολής, στρέφοντας το ενδιαφέρον του στην Κίνα, και επιδιώκει να «καλύψει το κενό», αυξάνοντας την ισραηλινή επιρροή.

Το μονομερές όμως παιγνίδι του Νετανιάχου απειλεί να υπονομεύσει τις συμμαχίες των ΗΠΑ με τις αραβικές χώρες του Κόλπου, κάτι που ο πρόεδρος Τραμπ θέλει να διαφυλάξει ως κόρη οφθαλμού, όπως φάνηκε και από την πρόσφατη περιοδεία του στη Σαουδική Αραβία, το Κατάρ και τα Εμιράτα.