Skip to main content

Ο πλανήτης που έπεσε στη Γη δημιουργώντας τη Σελήνη έφερε τη ζωή στον πλανήτη μας

Νέα υποψηφιότητα για το πώς έγινε ο πλανήτη μας ένας… ζωντανός κόσμος.

Διάφορες θεωρίες έχουν διατυπωθεί για το πώς εμφανίστηκε η ζωή στη Γη. Η κρατούσα θεωρία αναφέρει ότι τα δομικά υλικά της ζωής έφτασαν στον πλανήτη μας με αστεροειδείς και κομήτες που έπεφταν συνεχώς στην πρώιμη Γη. Άλλες υποδεικνύουν εσωτερικές διεργασίες στον πλανήτη μας άρα γήινη προέλευση της ζωής. Η τελευταία θεωρία λέει ότι ο πλανήτης που έπεσε στη Γη και προκάλεσε τη γέννηση της Σελήνης μετέφερε και τα δομικά υλικά της ζωής.

Μετά από πλήθος θεωριών και ιδεών για το πώς δημιουργήθηκε η Σελήνη η επιστημονική κοινότητα μετά από πολλές μελέτες και ευρήματα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι κάποια στιγμή όχι πολύ μακριά από την γέννηση της Γης πριν από περίπου 4 δισ. έτη ένα διαστημικό σώμα με μέγεθος παρόμοιο σε μέγεθος με τον πλανήτη Άρη έπεσε πάνω στον πλανήτη μας.

Ευτυχώς για εμάς η Γη δεν καταστράφηκε ούτε οι ζημιές ήταν ανεπανόρθωτες. Αλλά από την κολοσσιαία σύγκρουση εκτοξεύτηκαν αμέτρητα θραύσματα τα οποία τέθηκαν σε τροχιά γύρω από τη Γη και γρήγορα άρχισαν να ενώνονται σχηματίζοντας τελικά τη Σελήνη.

Το διαστημικό σώμα που έπεσε στη Γη έλαβε την ονομασία «Θεία» από την μυθολογική Τιτανίδα Θεία η οποία πιστεύεται ότι ήταν μητέρα της Σελήνης, της τιτανικής οντότητας που έδωσε το όνομα της στο φυσικό μας δορυφόρο. Με δημοσίευση της στην επιθεώρηση «Science Advances» ερευνητική ομάδα υποστηρίζει ότι η πρώιμη Γη ήταν μια άγονη έρημος, ανίκανη να υποστηρίξει ζωή και η Θεία διέθετε δομικά υλικά της ζωής τα οποία διασκορπίστηκαν στον πλανήτη μας μετά την τρομερή σύγκρουση.

«Καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι ο πλανήτης που συγκρούστηκε με τη Γη σχηματίζοντας τη Σελήνη, η Θεία, προήλθε από μια απομακρυσμένη από τη Γη περιοχή του ηλιακού συστήματος και ήταν πλούσια σε πτητικές οργανικές ενώσεις» αναφέρει ο Πασκάλ Κρούτας διδακτορικός φοιτητής στο Πανεπιστήμιο της Βέρνης, επικεφαλής της μελέτης.

Οι πτητικές οργανικές ενώσεις είναι χημικές ενώσεις που μπορούν να εξατμιστούν εύκολα, όπως το υδρογόνο και ο άνθρακας, αλλά θεωρούνται παράλληλα και δομικά υλικά της ζωής. Πιο κοντά στον Ήλιο, οι θερμοκρασίες είναι πολύ υψηλές για να μπορέσουν αυτά τα υλικά να συμπυκνωθούν με αποτέλεσμα να παραμένουν σε αέρια μορφή κοντά στην πρώιμη Γη και τους άλλους βραχώδεις πλανήτες. Πιο μακριά όμως υπάρχει αφθονία πτητικών στοιχείων για τους αέριους γίγαντες, όπως ο Δίας και ο Κρόνος καθώς και για τους κομήτες και τους αστεροειδείς. «Η Θεία ήταν λοιπόν καθοριστικής σημασίας για τη Γη μετέφερε αυτά τα πτητικά στοιχεία που αποτελούν βασικά συστατικά για τη ζωή» εξηγεί ο Κρούτας.

Το νερό

Μια δεύτερη μελέτη άλλης ερευνητικής ομάδας που δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «Icarus» αναφέρει ότι η Θεία μετέφερε στη Γη μεγάλες ποσότητες νερού και ότι αυτό εξακολουθεί να είναι ορατό στον μανδύα του πλανήτη μας.

Αυτό το νερό του μανδύα αποτελεί γρίφο για τους γεωλόγους, καθώς «το νερό είναι λιγότερο πυκνό από τα υλικά που βρίσκονται συνήθως στον μανδύα της Γης και θεωρητικά θα έπρεπε να είχε ανέβει στον φλοιό ή στους ωκεανούς αλλά δεν έχει υπάρξει αρκετός χρόνος ώστε αυτό το νερό να φτάσει στην επιφάνεια» λέει ο Πέδρο Ματσάντο, αστροφυσικός στο Ινστιτούτο Αστροφυσικής και Διαστημικών Επιστημών της Πορτογαλίας, επικεφαλής της μελέτης.