Στο Κλίβελαντ του Οχάιο, ένας δεκαεξάχρονος με σκούρο κοστούμι και καλογυαλισμένα παπούτσια, ανεβαίνει τα σκαλιά της εταιρείας Hewitt & Tuttle.
Ο Τζον Ντέιβισον Ροκφέλερ έχει περάσει έξι ολόκληρες εβδομάδες ψάχνοντας απεγνωσμένα δουλειά. Κάθε μέρα ξαναγυρίζει στις ίδιες πόρτες, μιλά με γραμματείς, αφήνει το ίδιο μήνυμα: «Ξέρω λογιστική, θέλω να δουλέψω». Οι περισσότεροι τον απορρίπτουν. Κανείς δεν ψάχνει για ένα αγόρι χωρίς εμπειρία.
Αλλά ο Ροκφέλερ δεν το βάζει κάτω. Θεωρεί την αναζήτηση δουλειάς… δουλειά από μόνη της. «Έκανα την καθημερινή μου εργασία: να βρω εργασία», θα πει αργότερα. Και εκείνη την ημέρα η τύχη αλλάζει. Ο υπεύθυνος της Hewitt & Tuttle τον καλεί μέσα και του λέει: «Θα σου δώσουμε μια ευκαιρία». Το ημερολόγιο γράφει 26 Σεπτεμβρίου 1855.
Ο λογιστής των δεκαέξι
Η Hewitt & Tuttle είναι μια εταιρεία εμπορίας και μεταφορών που δουλεύει με τις πιο προηγμένες τεχνολογίες της εποχής: τον σιδηρόδρομο και τον τηλέγραφο. Για τον νεαρό βοηθό λογιστή, αυτό σημαίνει πολύπλοκες συναλλαγές: χρόνος, κόστη, διαπραγματεύσεις.
Ο Τζον καταγράφει αριθμούς, υπολογίζει κέρδη και ζημίες, κυνηγάει καθυστερημένες πληρωμές, κλείνει συμφωνίες μεταφοράς.
Το μάθημα λογιστικής που είχε παρακολουθήσει με 40 δολάρια — ποσό τεράστιο για την οικογένειά του τότε — αποδίδει καρπούς. Στο πρώτο του κιόλας μεροκάματο, νιώθει ότι δεν κάνει απλώς μια δουλειά· βάζει τα θεμέλια για ολόκληρη τη ζωή του.
«Job Day»: η αληθινή γιορτή
Αυτή η μέρα θα μείνει για πάντα χαραγμένη στη μνήμη του. Τόσο πολύ, που την γιορτάζει κάθε χρόνο ως «Job Day».
Μεγαλώνοντας, θα την τιμά πιο πολύ κι από τα γενέθλιά του, την επέτειο του γάμου του ή τις γεννήσεις των παιδιών του. Γιατί στις 26 Σεπτεμβρίου 1855 νιώθει για πρώτη φορά ότι είναι πραγματικά ενήλικος.
Από το αγρόκτημα στα κατάστιχα
Πίσω του αφήνει μια παιδική ηλικία χωρίς σταθερότητα. Γεννημένος το 1839, γιος μιας θρησκευόμενης μητέρας και ενός πατέρα-τυχοδιώκτη που πούλαγε ψευτοφάρμακα και ζούσε διπλή ζωή, ο Τζον μαθαίνει νωρίς τι σημαίνει ανασφάλεια.
Βοηθά στη φάρμα, στηρίζει τα αδέλφια του, αλλά μέσα του ξέρει ότι θέλει κάτι άλλο: ανεξαρτησία, αξιοπρέπεια, πρόοδο.
Στο σχολείο δεν ξεχωρίζει για εξυπνάδα. Είναι όμως αξιόπιστος, εργατικός, συγκεντρωμένος. Στην εμπορική σχολή που παρακολουθεί μαθαίνει λογιστική, τραπεζικές πράξεις, καλλιγραφία. Με αυτά τα όπλα φτάνει στο Κλίβελαντ, έτοιμος να κερδίσει τη θέση του στον κόσμο.
Ο «δικός του τύραννος»
Από την πρώτη μέρα στο γραφείο, δείχνει το χαρακτηριστικό που θα τον συνοδεύει σε όλη του τη ζωή: τον απόλυτο αυτοέλεγχο. Ο ίδιος θα πει αργότερα: «Προτιμώ να είμαι ο δικός μου τύραννος, παρά να με τυραννά κάποιος άλλος».
Αυτό το «σφιχτό χαλινάρι» στον εαυτό του γίνεται το μυστικό του όπλο. Ελέγχει το θυμό του, τις επιθυμίες του, ακόμα και την καθημερινή του ρουτίνα. Δεν αφήνει τίποτα στην τύχη· συγκεντρώνει όλη του την ενέργεια στο να πετύχει τους στόχους του.
Η επιμονή που γίνεται τρόπος ζωής
«Πολλοί αποτυγχάνουν γιατί δεν ξέρουν να συγκεντρωθούν την κατάλληλη στιγμή», θα γράψει. Ο ίδιος, αντίθετα, δείχνει αδιάκοπη υπομονή. Αν κάτι δεν πετυχαίνει, επιμένει, ξαναπροσπαθεί, ξαναχτυπά την ίδια πόρτα.
Στην αναζήτηση δουλειάς, στη λογιστική, αργότερα στις επενδύσεις, εφαρμόζει το ίδιο μοτίβο: πειθαρχία, συγκέντρωση, αντοχή.
Η άνοδος
Η αξία του στην Hewitt & Tuttle δεν περνά απαρατήρητη. Λίγα χρόνια αργότερα θα γίνει εταίρος σε δική του εμπορική εταιρεία. Το 1863, επενδύει σε ένα διυλιστήριο πετρελαίου στο Κλίβελαντ. Από εκεί αρχίζει η πραγματική εκτόξευση. Το 1870 ιδρύει την Standard Oil, η οποία θα κυριαρχήσει στην παγκόσμια βιομηχανία.
Όμως, για τον Ροκφέλερ, όλα ξεκινούν από εκείνο το μικρό γραφείο με τα κατάστιχα. Από την πρώτη του μισθοδοσία. Από τη στιγμή που άκουσε τη φράση: «Θα σου δώσουμε μια ευκαιρία».
Ο άνθρωπος που δεν υψώνει τη φωνή
Ακόμη κι όταν γίνεται ο πιο ισχυρός επιχειρηματίας της εποχής, παραμένει ψύχραιμος, μετρημένος, σχεδόν αινιγματικός. Δεν υψώνει ποτέ τη φωνή, δεν προσβάλλει, δεν δείχνει νεύρα.
Στις συνεδριάσεις, όσο πιο ήρεμος μένει, τόσο πιο επιβλητικός μοιάζει. Ακόμα και οι εχθροί του νιώθουν ότι διαπραγματεύονται με μια «σκιά» που δεν μπορούν να αποκωδικοποιήσουν.
Ταπεινότητα και σκοπός
Παρά τον πλούτο του, δεν αφήνει τον εγωισμό να τον κυβερνήσει. Επαναλαμβάνει συνεχώς στον εαυτό του ότι «η περηφάνια προηγείται της πτώσης». Παραμένει τακτικός στην εκκλησία, προσφέρει αφανώς, αποφεύγει τη δημοσιότητα. Γιατί, όπως λέει, «ο άνθρωπος που δουλεύει μόνο για τα λεφτά δεν θα πετύχει ποτέ· πρέπει να έχεις έναν μεγαλύτερο σκοπό».
Για τον Ροκφέλερ, ο σκοπός είναι να χτίσει κάτι διαρκές, να συμβάλει στην πρόοδο της χώρας, να αφήσει πίσω του θεσμούς, σχολεία, νοσοκομεία.
Η μέρα που αλλάζει τα πάντα
Κι όμως, ψ. Ένα αγόρι μπαίνει σε ένα γραφείο, με ένα πτυχίο λογιστικής αξίας 40 δολαρίων στην τσέπη και με επιμονή που δεν διδάσκεται σε καμία σχολή. Βγαίνει από εκεί βοηθός λογιστή — κι αργότερα θα καταλήξει ο πλουσιότερος άνθρωπος του κόσμου.
Για τον Τζον Ντ. Ροκφέλερ, η 26η Σεπτεμβρίου είναι κάτι περισσότερο από ημερομηνία. Είναι το σημείο μηδέν μιας διαδρομής που θα μεταμορφώσει την παγκόσμια οικονομία. Μια μέρα που αξίζει να γιορτάζεται, ξανά και ξανά, περισσότερο κι από κάθε γενέθλιο ή επέτειο.