Ο ουρανός της Νέας Υόρκης είναι καθαρός, γαλάζιος, σχεδόν γιορτινός. Οι δρόμοι γύρω από το World Trade Center γεμίζουν από κόσμο που κατευθύνεται στα γραφεία, στα καφέ, στις αγορές.
To ημερολόγιο γράφει Τρίτη 11 Σεπτεμβρίου 2001. Στις αίθουσες των δύο πύργων, χιλιάδες εργαζόμενοι ανοίγουν υπολογιστές, σηκώνουν το πρώτο τηλέφωνο της μέρας. Τίποτα δεν προμηνύει τι θα ακολουθήσει.
Στις 08:46 π.μ., η ηρεμία σχίζεται από έναν εκκωφαντικό κρότο. Ένα αεροπλάνο της American Airlines, πτήση 11 από τη Βοστώνη, καρφώνεται στον Βόρειο Πύργο.
Φλόγες ξεπηδούν από τον 93ο όροφο. Κομμάτια από αλουμίνιο και γυαλί εκτινάσσονται στον αέρα. Οι πρώτοι που κοιτούν προς τα πάνω δεν μπορούν να πιστέψουν αυτό που βλέπουν. Ένα φοβερό δυστύχημα, σκέφτονται. Μια τρομερή συντριβή.
Μόνο που 17 λεπτά αργότερα, η πτήση 175 της United Airlines χτυπά τον Νότιο Πύργο. Το απίστευτο γίνεται ξαφνικά τρομακτικά αληθινό. Η Νέα Υόρκη βρίσκεται υπό επίθεση.

Οι πύργοι στις φλόγες
Ο καπνός καλύπτει τον ουρανό. Από τους ορόφους πάνω από τα σημεία της σύγκρουσης, άνθρωποι εγκλωβίζονται. Κάποιοι κάνουν σήματα με υφάσματα, άλλοι καλούν στο τηλέφωνο για βοήθεια.
Οι σειρήνες δεν σταματούν. Εκατοντάδες πυροσβέστες και αστυνομικοί τρέχουν προς τα κτίρια, γνωρίζοντας ότι μπαίνουν στην κόλαση.
Οι σκηνές που ακολουθούν παγώνουν τον κόσμο. Σώματα πέφτουν στο κενό. Οι τηλεοπτικές κάμερες μεταδίδουν σε ζωντανή σύνδεση τον όλεθρο. Το δράμα της Νέας Υόρκης γίνεται το δράμα ολόκληρης της ανθρωπότητας.

Στις 09:37 π.μ., ένα τρίτο αεροπλάνο, η πτήση 77 της American Airlines, πέφτει στο Πεντάγωνο στην Ουάσιγκτον. Το κέντρο της αμερικανικής στρατιωτικής ισχύος τυλίγεται στις φλόγες.
Λίγο αργότερα, οι επιβάτες της πτήσης 93 της United Airlines καταφέρνουν να αντισταθούν στους αεροπειρατές. Το αεροπλάνο συντρίβεται σ’ ένα χωράφι στην Πενσιλβάνια. Ηρωισμός μέσα στην απελπισία. Το Καπιτώλιο ή ο Λευκός Οίκος, οι πιθανοί στόχοι, γλιτώνουν.
Η κατάρρευση
Στις 09:59 π.μ., ο Νότιος Πύργος υποχωρεί. Σε λιγότερο από δέκα δευτερόλεπτα, ένας ουρανοξύστης 110 ορόφων καταρρέει μπροστά στα μάτια του κόσμου.
Ο καπνός σκεπάζει το Μανχάταν σαν νύχτα που πέφτει απότομα.
Στις 10:28 π.μ., ο Βόρειος Πύργος ακολουθεί. Στη θέση των δίδυμων ουρανοξυστών απλώνεται τώρα μια άβυσσος από σκόνη, σίδερα και κραυγές. «Ground Zero».
Η καρδιά της Νέας Υόρκης έχει χτυπηθεί ανεπανόρθωτα.

Οι απώλειες
Σε εκείνη τη μέρα χάνονται 2.977 ψυχές. Πολίτες από 77 χώρες. Παιδιά, ηλικιωμένοι, εργαζόμενοι, πυροσβέστες, αστυνομικοί.
Οι εικόνες τους μένουν αποτυπωμένες στα πρόχειρα πορτρέτα που οι συγγενείς κρεμούν σε τοίχους, στους πίνακες ανακοινώσεων, στις στάσεις του μετρό.
Ολόκληρος ο κόσμος παρακολουθεί με κομμένη την ανάσα. Είναι η πρώτη φορά που μια υπερδύναμη δέχεται τέτοιο πλήγμα στην ίδια της την καρδιά.
Το σοκ που γίνεται πόλεμος
Το ίδιο βράδυ, ο πρόεδρος Τζορτζ Μπους απευθύνεται στους Αμερικανούς: «Η Αμερική δέχτηκε επίθεση γιατί είναι το φως της ελευθερίας». Οι πολίτες κλείνονται στα σπίτια τους, μαζεύονται γύρω από την τηλεόραση.
Στο βλέμμα τους υπάρχει φόβος, αλλά και μια αποφασιστικότητα που θα πυροδοτήσει δύο πολέμους: Αφγανιστάν και Ιράκ.
Η Αλ Κάιντα, με ηγέτη τον Οσάμα Μπιν Λάντεν, γίνεται το νέο όνομα του τρόμου. Οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους ορκίζονται να κυνηγήσουν κάθε μέλος της.
Στη Νέα Υόρκη, οι φλόγες καίνε για εβδομάδες. Εθελοντές και διασώστες ψάχνουν για επιζώντες μέσα στα συντρίμμια. Τα πρόσωπά τους μαυρισμένα από την τέφρα. Τα μάτια τους χαμένα. Η πόλη βυθίζεται σε μια σιωπή που δεν της μοιάζει.
Η καθημερινότητα αλλάζει ακαριαία. Οι άνθρωποι κοιτούν καχύποπτα ο ένας τον άλλο. Οι έλεγχοι στα αεροδρόμια σκληραίνουν. Το αίσθημα ασφάλειας έχει χαθεί.

Μια πληγή που δεν κλείνει
Χρόνια μετά, στη θέση των Δίδυμων Πύργων υψώνεται το One World Trade Center. Δίπλα του, το Μνημείο και το Μουσείο της 11ης Σεπτεμβρίου κρατούν ζωντανή τη μνήμη.
Κάθε Σεπτέμβριο, η πόλη στέκεται σε σιωπή καθώς διαβάζονται τα ονόματα των θυμάτων. Φως στον ουρανό αντικαθιστά τους πύργους που χάθηκαν.
Είκοσι τέσσερα χρόνια μετά, η μέρα αυτή δεν είναι μόνο μια ανοιχτή πληγή μνήμης· είναι και η απαρχή ενός παραδείγματος όπου η ασφάλεια επιστρατεύεται ως μόνιμη εξαίρεση από τον κανόνα.
Από εκείνη τη μέρα, οι κοινωνίες μαθαίνουν να ζουν όχι μόνο με τον φόβο της τρομοκρατίας, αλλά και με τη συνεχής επίκλησή της για να δικαιολογούνται περιορισμοί ελευθεριών, επιτηρήσεις, λίστες, «ζώνες» και έκτακτα μέτρα που σιγά – σιγά γίνονται κανονικότητα.
Το «never forget» γίνεται σύνθημα μνήμης, αλλά και ελατήριο πολιτικών που προτάσσουν το προληπτικό χτύπημα αντί της αναλογικότητας, το μυστικό αντί του διαφανούς, το καθεστώς εξαίρεσης αντί του κράτους δικαίου.
Η «κληρονομιά» του τρόμου
Στον πυρήνα αυτής της νέας εποχής βρίσκονται δύο πόλεμοι — Αφγανιστάν και Ιράκ — που υπόσχονταν ασφάλεια και εκδίκηση, αλλά παρήγαγαν χάος, κενά ισχύος και νέα κύματα βίας.
Το Αφγανιστάν ονομάστηκε «δίκαιος πόλεμος» γιατί φιλοξενούσε την Αλ Κάιντα· μετατράπηκε όμως σε εικοσαετή βύθιση πόρων και ανθρώπινων ζωών, για να επιστρέψουν οι Ταλιμπάν στην εξουσία.
Το Ιράκ, ο «προαιρετικός» πόλεμος, στηρίχθηκε σε ατεκμηρίωτες ή διαψευσμένες πληροφορίες· διέλυσε δομές κράτους, άνοιξε θρησκευτικές και εθνοτικές ρωγμές, έθρεψε παραστρατιωτικές ομάδες και δημιούργησε το γόνιμο έδαφος για την ανάδυση του ISIS.
Η υπόσχεση της «εξάλειψης της τρομοκρατίας» κατέληξε να πολλαπλασιάζει τους τρομοκράτες: κάθε λάθος στόχευση, κάθε ταπείνωση σε σημείο ελέγχου, κάθε «παράπλευρη απώλεια» εγγράφεται στη μνήμη των κοινωνιών ως ακόμα ένας λόγος αντεκδίκησης.
Ο «Πόλεμος κατά της Τρομοκρατίας» δεν διεξήχθη μόνο στα μέτωπα. Εγκαταστάθηκε και μέσα στα δημοκρατικά μας σπίτια: Patriot Act, μαζικές παρακολουθήσεις, τηλεπικοινωνιακά μεταδεδομένα, μυστικά εντάλματα.
Το έκτακτο έγινε μόνιμο· και το μόνιμο, αόρατο. Στο όνομα της αποτροπής, τα βασανιστήρια βαφτίστηκαν «ενισχυμένες τεχνικές ανάκρισης». Το Γκουαντάναμο έγινε σύμβολο ενός δικαιικού κενού όπου η ομολογία πιέζεται, το δικαίωμα στην υπεράσπιση θολώνει και το τέλος δεν έρχεται ποτέ.
Στο πεδίο, ο πόλεμος «χαμηλού κόστους» των drones υποσχέθηκε χειρουργικές τομές· στην πράξη, συχνά παρήγαγε θύματα εκτός στόχου και πολιτικό μίσος που δεν φαίνεται στα δελτία επιχειρήσεων. Οι πρόσφυγες των πολέμων έγιναν αριθμοί σε πίνακες, οι κοινωνίες υποδοχής διχάστηκαν, ο δημόσιος λόγος οξύνθηκε.
Κάποιοι θα υποστηρίξουν ότι δεν είχαμε νέα «9/11» — άρα το πλαίσιο λειτούργησε. Η τρομοκρατία όμως δεν έσβησε. Μετακινήθηκε. Και η δημοκρατία μας μετακινήθηκε κι αυτή, προς μια κατεύθυνση όπου το κράτος επιτηρεί λίγο περισσότερο και ο πολίτης κατανοεί λίγο λιγότερο.
Υπάρχει κι ένας ακόμη απολογισμός, λιγότερο θεαματικός αλλά καθοριστικός: οι ευκαιρίες που χάθηκαν. Αντί για μια παγκόσμια αρχιτεκτονική συνεργασίας αστυνομιών, δικαστικών και κοινοτήτων που θα χτυπούσε την τρομοκρατία στις ρίζες — χρηματοδότηση, στρατολόγηση, αφηγήματα — επιλέχθηκε μια παρατεταμένη λογική «πολέμου με όλα τα μέσα».
Κι αντί να θωρακίσουμε το κράτος δικαίου ως απάντηση στον τρόμο, δεχθήκαμε να το διαβρώσουμε «για λίγο», που έγινε «για πάντα».
Σήμερα, μια νέα γενιά ενηλικιώνεται χωρίς προσωπική μνήμη της 11ης Σεπτεμβρίου. Κι όμως, οι συνέπειες της μέρας εκείνης καθορίζουν ακόμα τον κόσμο στον οποίο ζει. Από τις πολιτικές ασφαλείας μέχρι τις γεωπολιτικές συγκρούσεις, το «9/11» είναι μια σκιά που εξακολουθεί να πλανάται.