Ήταν μια ημέρα του Αυγούστου το 1951 όταν ένας τεράστιος στόλος από 3.000 αερόστατα έπλευσε προς την τότε Τσεχοσλοβακία ρίχνοντας εκατομμύρια φυλλάδια στον λαό της.
Τα φυλλάδια έγραφαν: «Προς τον λαό της Τσεχοσλοβακίας, φυσάει ένας νέος άνεμος, αναδύεται μια νέα ελπίδα. Οι φίλοι της ελευθερίας σε άλλες χώρες έχουν βρει έναν νέο τρόπο να σας προσεγγίσουν. Ξέρουν ότι κι εσείς θέλετε ελευθερία».
Η ψυχολογική επιχείρηση της CIA με την ονομασία «Άνεμοι της Ελευθερίας» εκτελέστηκε αψεγάδιαστα. Η αμερικανική υπηρεσία είχε συντονίσει μια ομάδα 11 φορτηγών από το Radio Free Europe στο Μόναχο προς ένα σημείο εκτόξευσης στην βαυαρική ύπαιθρο και είχε προβλέψει σωστά τις ταχύτητες του ανέμου και τα σημεία πίεσης που θα προκαλούσαν την μεταφορά των αερόστατων πέρα από τα σύνορα. Την ίδια ώρα ωστόσο η επιχείρηση στέφθηκε από απόλυτη αποτυχία. Όταν έφτασαν τα φυλλάδια στον κόσμο, κανείς δεν έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
«Σαν καθαρός αέρας»
Τα χρόνια που ακολούθησαν, δοκιμάζοντας διάφορα πράγματα, η CIA ανακάλυψε μια πολύ πιο αποτελεσματική προσέγγιση από τα φυλλάδια: τα βιβλία.
Όπως περιγράφει ο Βρετανός δημοσιογράφος Τσάρλι Ίνγκλις στο βιβλίο του «The CIA Book Club: The Secret Mission to Win the Cold War With Forbidden Literature», οι Κεντροευρωπαίοι και Ανατολικοευρωπαίοι είχαν τρομερή «δίψα» για τη λογοτεχνία. Έτσι για χρόνια «έτρεξε» ένα πρόγραμμα επικοινωνίας με τους αντιφρονούντες του σοβιετικού καθεστώτος μέσα από τα μονοπάτια της λογοτεχνίας.
Στην Πολωνία, όπου το πρόγραμμα είχε μεγάλο αντίκτυπο, κυκλοφορούσαν απαγορευμένα βιβλία μέσω «κινητών βιβλιοθηκών», περίπλοκων δικτύων μυστικής ανταλλαγής βιβλίων, με τη συμμετοχή στα οποία οι αναγνώστες διακινδύνευαν με φυλάκιση μόνο και μόνο για να αποκτήσουν μυθιστορήματα όπως το «1984» του Τζορτζ Όργουελ.
Ο Άνταμ Μίχνικ, προερχόμενος από οικογένεια αφοσιωμένων κομμουνιστών που εξελίχθηκε σε θρυλική μορφή της πολωνικής αντιπολίτευσης στο σοσιαλιστικό καθεστώς, έχοντας περάσει μεγάλο μέρος της δεκαετίας του 1980 στη φυλακή, είχε δηλώσει ότι τα απαγορευμένα βιβλία ήταν σαν «καθαρός αέρας»: «Μας επέτρεψαν να επιβιώσουμε και να μην τρελαθούμε».
Η έμπνευση για το Σχέδιο Μάρσαλ… για το πνεύμα
Στα τέλη της δεκαετίας του 1950, ο πράκτορας της CIA και Ρουμάνος μετανάστης Τζορτζ Μίντεν συνειδητοποίησε ότι ένα πρόγραμμα κυκλοφορίας λαθραίων βιβλίων θα μπορούσε να αποσταθεροποιήσει το σοβιετικό καθεστώς και να τροφοδοτήσει την αντίσταση στα κράτη-δορυφόρους.
Αλλά ο Μίντεν, ο οποίος αναγνώριζε την υπεροψία και τον διδακτισμό των πρώτων προσπαθειών της αμερικανικής υπηρεσίας, προσπάθησε να απομακρυνθεί από τον πολιτιστικό ιμπεριαλισμό που τις χαρακτήριζε και να στραφεί στη συνεργασία με τους αντιφρονούντες. Επιλέχθηκε έτσι για να ηγηθεί αυτού που θα γινόταν γνωστό ως το πρόγραμμα βιβλίων της CIA, το οποίο αποδείχθηκε ιδιαίτερα επιτυχημένο στην Πολωνία.
Τις επόμενες δεκαετίες, αυτό το «Σχέδιο Μάρσαλ για το πνεύμα» εισήγαγε λαθραία σχεδόν 10 εκατομμύρια αντικείμενα, μαζί με τυπογραφικές μηχανές και αναλώσιμα, στο Ανατολικό Μπλοκ. Ανάμεσα στους απαγορευμένους συγγραφείς που «έσπρωξε» το συγκεκριμένο πρόγραμμα ήταν οι Τσέσλαβ Μίλος, Γιόζεφ Μπρόντσκι, Αλεξάντρ Σολζενίτσιν, Αλμπέρ Καμύ, Κουρτ Βόνεγκατ, Χάνα Άρεντ, Φίλιπ Ροθ και Βάτσλαβ Χάβελ.
Η παράνομη έκδοση της γυναικείας Mazovia Weekly
Για το βιβλίο του ο Ίνγκλις πήρε συνεντεύξεις από επιζώντα μέλη της Πολωνίας για να διηγηθεί την ιστορία του πώς τα βιβλία και τα τυπογραφεία που «έσπρωξε» η CIA τροφοδότησαν μια υπομονετική και αποφασιστική μυστική ομάδα δημοσιογράφων, τυπογράφων, συντακτών, λαθρεμπόρων και συγγραφέων που ρίσκαραν τα πάντα για να εκφράσουν την αντίθεσή τους στο σοβιετικό καθεστώς.
Εστιάζει έτσι στην ιστορία των underground ζυμώσεων στην Πολωνία κατά την άνοδο του συνδικάτου της Αλληλεγγύης που άνοιξε τον δρόμο για την πτώση του κομμουνισμού στην Ευρώπη. Αυτό το κοινωνικό κίνημα και το αίτημα για την ελευθερία της έκφρασης ξεκίνησε με τις απεργίες του 1980, επέζησε πάνω από ένα χρόνο σε συνθήκες στρατιωτικού νόμου και σχεδόν μια δεκαετία καταστολών, και έθεσε την Πολωνία σε δημοκρατική διοίκηση τη δεκαετία του ’90.
Ένα από τα πιο εντυπωσιακά στοιχεία στο βιβλίο, σύμφωνα με άρθρο του Foreign Policy, είναι η ιστορία της παράνομης έκδοσης της Mazovia Weekly, που ξεκίνησε το 1982 από το Women’s Operational Group, μια ομάδα αντιφρονούντων δημοσιογράφων με επικεφαλής την Helena Luczywo, και έγινε η σημαντικότερη πολωνική underground έκδοση της δεκαετίας του 1980.
Τότε η κυκλοφορία της Mazovia Weekly εκτιμάται ότι έφτασε τα έως και 80.000 φύλλα — αριθμός που, ακόμη και με τη βοήθεια κονδυλίων της CIA, ήταν ένα εντυπωσιακό ποσό αν σκεφτεί κανείς ότι η δημοσιογραφία, η επιμέλεια, η εκτύπωση και η διανομή έπρεπε να γίνονται όλα στα κρυφά.
Ακόμα πιο εντυπωσιακό είναι το γεγονός, όπως σημειώνεται στο βιβλίο, πως όσοι συμμετείχαν στην έκδοσή της δεν είχαν εντοπιστεί για πάνω από έξι χρόνια. Ο λόγος; Η μυστική αστυνομία δεν πίστευε ότι οι γυναίκες θα μπορούσαν να ηγηθούν μιας τόσο επιτυχημένης επιχείρησης.