Skip to main content

Ο αντάρτης που έγινε «ζωντανός Θεός» και έχτισε το μακροβιότερο κράτος – φυλακή

Πορτρέτα των Κιμ Ιλ Σονγκ και Κιμ Γιονγκ Ιλ

Ο πατέρας του πιο απομονωμένου καθεστώτος στη Γη και της πιο μακράς και σκοτεινής δικτατορίας του 20ου και 21ου αιώνα

8 Ιουλίου 1994. Ο Κιμ Ιλ Σονγκ πεθαίνει από καρδιακή προσβολή στην Πιονγιάνγκ, σε ηλικία 82 ετών. Η Βόρεια Κορέα βυθίζεται σε τριετές εθνικό πένθος. Ο λαός του φορά μαύρα, γονατίζει, θρηνεί με λυγμούς.

Γιατί ο Κιμ δεν ήταν απλώς πρόεδρος ή πρωθυπουργός. Ήταν ο «Μεγάλος Ηγέτης». Ήταν ο «αιώνιος πρόεδρος». Ήταν – όπως επιτάσσει το σύστημα που ο ίδιος δημιούργησε – κάτι παραπάνω από άνθρωπος, ένας «ζωντανός θεός».

Ο πόλεμος κατά των Ιαπώνων

Γεννημένος το 1912 με το όνομα Κιμ Σονγκ Τζου, εγκαταλείπει τη γη της Κορέας μαζί με την οικογένειά του για να αποφύγει την ιαπωνική κατοχή και μεγαλώνει στη Μαντζουρία. Εκεί, στις δεκαετίες του ’20 και του ’30, αναδεικνύεται ως νεαρός κομμουνιστής αντάρτης. Πολεμά κατά των Ιαπώνων. Στην πορεία, παίρνει το ψευδώνυμο Ιλ Σονγκ – όνομα θρυλικού επαναστάτη.

Στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου εκπαιδεύεται από τη σοβιετική στρατιωτική μηχανή και εντάσσεται στον Κόκκινο Στρατό ως αξιωματικός. Όταν οι Σοβιετικοί εισβάλουν στη βόρεια Κορέα το 1945, είναι ο κατάλληλος άνθρωπος για να τεθεί επικεφαλής του κομμουνιστικού καθεστώτος που πρόκειται να εγκαθιδρυθεί. Έτσι, με την υποστήριξη της Μόσχας, ο Κιμ αναλαμβάνει τα ηνία ενός νέου κράτους.

Ο Πόλεμος της Κορέας και η αρχή της παράνοιας

Το 1950, ο Κιμ Ιλ Σονγκ πείθει τον Στάλιν και τον Μάο να εγκρίνουν την εισβολή στη Νότια Κορέα. Η χώρα βυθίζεται σε έναν φρικτό πόλεμο τριών ετών, με περισσότερους από 1 εκατομμύριο νεκρούς. Ο πόλεμος τελειώνει χωρίς νικητή – αλλά ο Κιμ βγαίνει ισχυρότερος. Εξαφανίζει τους αντιπάλους του στο κόμμα, είτε προέρχονται από τη σοβιετική, είτε από την κινεζική πτέρυγα.

Από τη δεκαετία του 1960 και μετά, οικοδομεί τη λατρεία του προσώπου του σε επίπεδο που ξεπερνά κάθε άλλη δικτατορία. Εμφανίζεται ως απεσταλμένος της Ιστορίας, ένας νέος πατέρας του έθνους, θεοποιημένος σε κάθε γωνιά της καθημερινής ζωής: σε σχολεία, εργοστάσια, πορτρέτα, ύμνους και θρησκευτικού τύπου τελετές.

Η δυναστεία των Κιμ και η κατασκευή της πραγματικότητας

Η Βόρεια Κορέα μετατρέπεται σταδιακά στο πιο απομονωμένο, ελεγχόμενο και καταπιεστικό κράτος στη Γη. Η ιδεολογία της «Τζούτσε» – το δόγμα της αυτάρκειας – δεν είναι απλώς πολιτική πρόταση, είναι πίστη. Οι πολίτες διδάσκονται ότι είναι «ευτυχισμένοι» επειδή ανήκουν στον Κιμ.

Κανείς δεν επιτρέπεται να φύγει, να σκεφτεί αλλιώς, να μιλήσει διαφορετικά. Ολόκληρες οικογένειες στέλνονται σε στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας. Οι υπολογιζόμενοι κρατούμενοι ανέρχονται σε 100.000.

Αν και γεννημένος κομμουνιστής, ο Κιμ δεν πιστεύει στον διεθνισμό. Πιστεύει στη δυναστεία. Από τη δεκαετία του ’70 προετοιμάζει τον γιο του, Κιμ Γιονγκ Ιλ, ως διάδοχο. Κανείς άλλος δεν μπορεί να κυβερνήσει τη χώρα. Μόνο ένας Κιμ.

Η συνέχιση του μύθου

Στα τελευταία του χρόνια, ο Κιμ προσπαθεί να αμβλύνει την απομόνωση: συναντά τον Τζίμι Κάρτερ, ετοιμάζει ιστορική σύνοδο κορυφής με τον ηγέτη της Νότιας Κορέας – αλλά δεν θα προλάβει.

Πεθαίνει στις 8 Ιουλίου 1994. Το καθεστώς, όμως, έχει προετοιμάσει τη μετάβαση: κηρύσσεται «αιώνιος πρόεδρος». Κυβερνά ακόμα και μετά θάνατον. Η σορός του διατηρείται στο Προεδρικό Παλάτι της Πιονγιάνγκ. Ο λαός συνεχίζει να τον τιμά σαν να ζει.

Ο γιος του Κιμ Γιονγκ Ιλ και κατόπιν ο εγγονός του Κιμ Γιονγκ Ουν συνεχίζουν τη δυναστεία. 7 δεκαετίες μετά την άνοδο του Ιλ Σονγκ στην εξουσία, η χώρα εξακολουθεί να κυβερνάται από το ίδιο αίμα, το ίδιο δόγμα, την ίδια καταστολή.

Η σκιά του 20ού αιώνα – και η απειλή του 21ου

Η κληρονομιά του Κιμ Ιλ Σονγκ είναι βαριά. Ήταν ο πιο μακροχρόνιος μονάρχης του Ψυχρού Πολέμου, ο άνθρωπος που μετέτρεψε ένα ημικατεχόμενο έθνος σε ένα υπερσυγκεντρωτικό σύστημα τρόμου, απομόνωσης και πυρηνικής απειλής. Δημιούργησε ένα κράτος που μοιάζει περισσότερο με οργουελικό μυθιστόρημα παρά με χώρα.

Κι όμως, η μορφή του δεσπόζει ακόμα. Στην πλατεία Κιμ Ιλ Σονγκ της Πιονγιάνγκ, το τεράστιο άγαλμά του κοιτά τον λαό που δεν έχει μάθει ποτέ πώς ήταν ο κόσμος χωρίς εκείνον.