Η Νέα Υόρκη μυρίζει ακόμη υγρασία και αλμύρα. Οι δρόμοι γεμάτοι λάσπη, οι άμαξες περνούν ανάμεσα από καλύβες και αποθήκες, και το εμπορικό λιμάνι στο East River σφύζει από φωνές, υφάσματα και αμφίβολες υποσχέσεις.
Στην καρδιά του οικονομικού χάους, 24 άντρες στέκονται έξω από το νούμερο 68 της Wall Street, κοντά σε ένα δέντρο — ένα buttonwood, μία τοπική συκομουριά. Δεν είναι πολλοί, μα είναι οι ισχυρότεροι: έμποροι, μεσίτες, επενδυτές. Το οικονομικό σύστημα της νεαρής Δημοκρατίας έχει ήδη περάσει το πρώτο του σοκ: ο πανικός του 1792 έχει μόλις γονατίσει τράπεζες, επενδυτές και εμπιστοσύνη. Τώρα, κάτι πρέπει να γεννηθεί.
Και γεννιέται: με λίγες προτάσεις, μία υπόσχεση και 24 υπογραφές. Το ημερολόγιο γράφει 17 Μαΐου 1792.
Οι χρηματιστές έχουν συμφωνήσει να συναλλάσσονται αποκλειστικά μεταξύ τους, εξαλείφοντας έτσι τους δημοπράτες. Και ορίζουν την προμήθεια στο 0,25%. Το κείμενο της συμφωνίας, που θα ονομαστεί Buttonwood Agreement, έχει ως εξής:
«Εμείς, οι υπογράφοντες, Χρηματιστές για την Αγορά και Πώληση Δημοσίων Τίτλων, δηλώνουμε και δεσμευόμαστε ο ένας απέναντι στον άλλον ότι από την παρούσα ημέρα και εφεξής, δεν θα αγοράζουμε ούτε θα πουλάμε για κανένα πρόσωπο απολύτως οποιουδήποτε είδους Δημόσιο Τίτλο με προμήθεια μικρότερη του ενός τετάρτου τοις εκατό επί της αξίας σε είδος και ότι θα δίνουμε προτεραιότητα ο ένας στον άλλον στις συναλλαγές μας. Εις απόδειξιν των ανωτέρω, θέσαμε τις υπογραφές μας αυτή τη 17η ημέρα του Μαΐου, στη Νέα Υόρκη, 1792».
Η συμφωνία τους ονομάζεται Buttonwood Agreement. Δεν υπογράφεται ακριβώς κάτω από το δέντρο, μα εκεί γύρω αρχίζει να αποκτά μορφή. Είναι το πρώτο συμβόλαιο εμπιστοσύνης στο νεογέννητο χρηματοπιστωτικό σύστημα της Αμερικής. Δεν υπάρχει ακόμη New York Stock Exchange — αυτό θα έρθει δεκαετίες μετά. Υπάρχει όμως ανάγκη για τάξη, για διαφάνεια, για αποκλειστικότητα. Και οι 24 συνδρομητές του συμφώνου τη θεμελιώνουν με απλούς αλλά αμείλικτους κανόνες: δεν υπάρχουν πια δημοπράτες, δεν υπάρχουν «ξένοι». Μόνο εκείνοι.
Το κλαμπ των εκλεκτών
Η συμφωνία κλείνει την αγορά σε outsiders. Δεν το κάνουν από αλαζονεία — το κάνουν για να επιβιώσουν. Η αγορά έχει ήδη τσακιστεί από σπέκουλες και δανεικά χωρίς κάλυψη. Ο υπουργός Οικονομικών, Αλεξάντερ Χάμιλτον, αναγκάζεται να ρίξει ρευστό στις τράπεζες για να σώσει το σύστημα από κατάρρευση.
Οι άντρες της Wall Street βλέπουν το μέλλον και δεν τους αρέσει. Θέλουν σταθερότητα. Θέλουν κανόνες. Θέλουν, πάνω απ’ όλα, να μπορούν να εμπιστευτούν ο ένας τον άλλον.
Έτσι δημιουργείται το πρώτο σκιώδες «ταμπλό» της Wall Street — όχι σε αίθουσα, αλλά στο πεζοδρόμιο. Όχι με οθόνες, αλλά με χειραψίες. Οι μεσίτες δεν κατεβάζουν τιμές για να κερδίσουν πελάτες. Συμφωνούν σε κοινή προμήθεια. Κι αν κάποιος σπάσει τον άγραφο νόμο; Τελειώνει. Εκτός συμφώνου, εκτός αγοράς. Σαν να μην υπήρξε ποτέ.
Από το δέντρο στον θεσμό
Το 1792 δεν είναι απλώς μια χρονιά πανικού. Είναι η πρώτη φορά που το αμερικανικό οικονομικό σύστημα φλερτάρει με κατάρρευση. Οι κερδοσκόποι επιχειρούν να ελέγξουν την αγορά κρατικών ομολόγων. Τα κόλπα τους καταρρέουν. Οι τράπεζες ξεμένουν από ρευστό. Ο κόσμος τρέχει να αποσύρει τις καταθέσεις του. Οι μεσίτες παλεύουν με κατεστραμμένα βιβλία, πελάτες που χρωστούν και μια αγορά που τρέμει.
Και μέσα σε αυτό το τρέμουλο, οι 24 της Buttonwood παίρνουν πρωτοβουλία. Σχηματίζουν κάτι που θυμίζει το Λονδίνο και τα ευρωπαϊκά κλαμπ συναλλαγών. Μα είναι αμερικανικό: άμεσο, προσαρμοσμένο στην πραγματικότητα των αποικιών που έγιναν κράτος.
Μέσα σε ένα χρόνο, εγκαθίστανται στο Tontine Coffee House, στη γωνία Wall και Water Street. Εκεί, η αγορά αποκτά στέγη — και χαρακτήρα.
Χρειάζεται πάνω από μισός αιώνας για να πάρει το όνομα New York Stock Exchange. Και πάνω από 180 χρόνια για να καταργηθούν οι σταθερές προμήθειες που καθιέρωσε η συμφωνία του 1792.
Αλλά το θεμέλιο έχει ήδη μπει. Όχι με χρήματα. Με λέξεις. Με δέσμευση. Με ένα χαρτί. Οι υπογραφές — από τον Leonard Bleecker και τον Hugh Smith, μέχρι τον Ephraim Hart και τον Alexander Zuntz — δεν είναι ονόματα ιστορικών βιβλίων. Είναι οι πρώτοι που ορίζουν ότι η εμπιστοσύνη δεν είναι αφηρημένη έννοια, αλλά πρακτική. Και η αγορά, ανθρώπινη κατασκευή — όχι απρόσωπη δύναμη.
Σήμερα, δεν υπάρχει πια το δέντρο, αλλά υπάρχει το αποτύπωμα. Η Wall Street έχει ουρανοξύστες, αλγορίθμους και κεφαλαιοποιήσεις τρισεκατομμυρίων. Το χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης είναι το μεγαλύτερο στον κόσμο. Το σύστημα είναι πολύπλοκο, παγκόσμιο, άγριο. Αλλά η αρχή του ήταν απλή: 24 άνθρωποι, ένας πανικός, ένα δέντρο. Και μια υπόσχεση: «Δεν θα ξεπουλήσουμε. Θα κρατήσουμε την τιμή και θα κοιτάμε ο ένας τον άλλο στα μάτια».
Αυτό ήταν το πρώτο trade της Wall Street. Και ήταν πάνω από όλα μία συμφωνία τιμής.